Εδώ και χρόνια έχει κατορθώσει να ταξιδεύει σε όλον τον κόσμο και να γράφει απολαμβάνοντας τη συγγραφή των κειμένων της βάζοντας σε κάθε της βιβλίο την εμπειρία του τόπου, του χρόνου, των ανθρώπων. Η Αμάντα Μιχαλοπούλου διατηρεί αλώβητο τον ψυχισμό της ανοίγοντάς του περάσματα ανάμεσα από τις γυναικείες περιπέτειες που έχει αποτυπώσει στα βιβλία της. Και ένα ακόμη βιβλίο πρόκειται σύντομα να κυκλοφορήσει και να μιλήσει με αυτό για νιάτα που ξεσηκώνονται, αλλάζουν, μεταμορφώνονται. Για κορίτσια που γίνονται αγόρια, για σώματα που ανατριχιάζουν και βγάζουν το δέρμα τους, για καιρούς χαοτικούς. Μέσα από τη νουβέλα ενηλικίωσης «Η μεταμόρφωσή της», η βραβευμένη και πολυμεταφρασμένη συγγραφέας μιλά για την ερμαφρόδιτη φύση μας αμφισβητώντας τον τρόπο με τον οποίο ο καπιταλισμός μάς έχει μάθει να αναζητάμε την ευτυχία.
Το βιβλίο σου βγαίνει σε μια συγκυρία, στην εποχή της Μελόνι: στρέιτ οικογένειες, χριστιανοί, θηλυκές οντότητες. Εχεις ένα σχόλιο για αυτό τον εκφοβισμό προς τα ΛΟΑΤΚΙ;
Η Μελόνι είναι το αντίθετο της γυναίκας-παράδειγμα. Δεν θα την έβαζα δίπλα στη Σακελλαροπούλου, ή τη Σάνα Μάριν της Φινλανδίας μόνο και μόνο επειδή είναι γυναίκα… Για μένα είναι πιο επικίνδυνη και σαρωτική η απορρόφηση της πατριαρχίας από γυναίκες σαν τη Μελόνι. Πιο ύπουλη. Και γενικά πιστεύω ότι οι συντηρητικές αντι-φεμινίστριες μητέρες αναθρέφουν γενιές προβληματικών παιδιών. Είναι σαν ευγονική φύλου το να μαθαίνεις στα κορίτσια να είναι καλόβολα, να σπαταλούν όλη τους την ενέργεια για να αρέσουν και να προσέχουν πόσο κοντή είναι η φούστα που φοράνε.
Τι γίνεται με τις γυναίκες που δεν έχουν αποδεχτεί τη ριζική μεταβολή των ΛΟΑΤΚΙ και ακολουθούν πιο ήρεμα την παράδοση, πατώντας κάπου στη μέση με μία αγάπη για τις αξίες και για τον τόπο όπου ζούνε κοιτώντας τον κόσμο ανοιχτά;
Ζούμε με αυτά που μάθαμε αλλά μπορούμε να αλλάξουμε κιόλας. Το θεωρώ πιο ενδιαφέρον να αναρωτιέσαι, να αμφιβάλλεις από το να λες ότι ξέρεις πώς λειτουργεί ο κόσμος και τι είναι το σωστό. Τα σημερινά εικοσάχρονα, η γενιά της κόρης μου, μας μαθαίνουν νέα πράγματα, νέους τρόπους να βλέπουμε τον κόσμο, τα φύλα, την ελευθερία. Αυτό που ονομάζουμε χάσμα των γενεών είναι θεμιτό. Και είναι φυσικό να μην καταλαβαίνουμε πώς ακριβώς λειτουργούν το μυαλό και η καρδιά τους. Αλλά για μένα είναι εξίσου σημαντικό να κρυφακούμε τι λέει η νέα γενιά, πώς σκέφτεται. Είναι μία ένεση νεότητας και αμφιβολίας το να ακούω την κόρη μου να μιλάει με τις φίλες της. Αυτό το βιβλίο δεν θα το έγραφα χωρίς την Κλάρα. Είναι προβληματισμοί που είχαμε κρύψει κάτω από το χαλί στη δική μου γενιά, τα κάναμε όλα κρυφά. Τώρα οι νέοι έρχονται και τινάζουν το χαλί, γιατί έτσι κάνουν πάντα οι νέοι. Το θέμα είναι αν θα πνιγούμε στη σκόνη ή θα τινάξουμε κι εμείς.
Τι έχεις μάθει για τη γενιά αυτή;
Από το #metoo και μετά ο φεμινισμός έθεσε νέες απαιτήσεις που τις θεωρώ ριζοσπαστικές γιατί δεν είναι μόνο θεωρητικές. Σχετίζονται με την καθημερινότητα, με το πώς αυτά τα παιδιά ονειρεύονται να ζήσουν τη ζωή τους και να αλλάξουν τον κόσμο.
Είναι φεμινισμός με εφαρμογή στην πράξη;
Πράγμα που μου δημιουργεί μία ελαφριά μελαγχολία για όσα έχω υποστεί εγώ ως γυναίκα στην ηλικία τους. Για αυτά που έχω αφήσει να περάσουν ασχολίαστα, για την εργασιακή παρενόχληση, για ύπουλες παρενοχλήσεις στις σχέσεις, για πολλά.
Το περνάς λεπτά στη «Μεταμόρφωσή της» καθώς είναι αγόρι η ηρωίδα σου, η Σάσα.
Η Σάσα πατάει πάνω στην ιδέα της «Μεταμόρφωσης» του Κάφκα. Ξυπνάει μια μέρα και είναι αγόρι. Είναι όμως ένα κορίτσι που έχει απορροφήσει την πατριαρχία, που αντιμετωπίζει υποτιμητικά το φύλο της όταν μεταμορφώνεται σε άντρα. Ωσπου να πάθει και να μάθει και να καταλάβει ότι όλοι φέρουμε μέσα μας αρσενικά και θηλυκά στοιχεία. Ηθελα να περιγράψω αυτή την αέναη πάλη στερεότυπων. Οτι δηλαδή η γυναίκα θεωρείται εσωστρεφής, κλειστή, συρρικνωμένη, ο άντρας επεκτατικός, με μία εξωστρέφεια σε όλα, που ξεκινάει από τον σωματότυπο, από τα ίδια τα γεννητικά όργανα. Οι ρόλοι αυτοί είναι κατασκευές. Σε έναν βαθμό τα ίδια μας τα κύτταρα αντιδρούν στην ιστορία της γυναικείας καταπίεσης, τα ίδια αυτά κύτταρα που κινητοποιούν αταβιστικά φόβο σε ένα κορίτσι που περπατάει μόνο του στο σκοτάδι. Η Σάσα όταν περπατάει ως άντρας πια και ένα κορίτσι γυρίζει και την κοιτάζει τρομαγμένο σκέφτεται «εμένα μη με φοβάσαι. Εγώ ξέρω. Είμαι ο τελευταίος άνθρωπος στον κόσμο που θα σου κάνει κακό». Με άλλα λόγια, αν συναισθάνεσαι τον τρόπο με τον οποίο κινείται στον κόσμο μια γυναίκα γίνεσαι πιο ευαίσθητος δέκτης της πραγματικότητάς της. Αρα και συνοδοιπόρος της.
Πάμε στη γενιά που το φέρει σημαία της. Ο πειραματισμός τους κάποιες φορές δεν νομίζεις ότι είναι εξαντλητικός;
Πάντα ο δρόμος για μια ριζοσπαστική θεώρηση των πραγμάτων περνάει μέσα από την υπερβολή. Για να βρούμε τη χρυσή τομή θα φτάσουμε στα άκρα. Εκεί θα δοκιμαστούν η υπομονή και η κατανόηση της δικής μας γενιάς που νομίζει ότι τα ξέρει όλα.
Κι όπως μαθαίνουμε από την ιστορία, κανένα ριζοσπαστικό κίνημα δεν αναδύθηκε σε φωτεινές, ήρεμες εποχές.
Μα γι’ αυτό τοποθέτησα τη δράση του βιβλίου σε μια ιστορική στιγμή που θυμίζει Μεσοπόλεμο. Ηθελα για εξώφυλλο ένα έργο της εικαστικού Ειρήνης Καραγιαννοπούλου που παραπέμπει στην αρ-ντεκό αισθητική. Το έργο της Ειρήνης μοιάζει λίγο με μια φωτογραφία α λα Μάρλεν Ντίντριχ – αυτό το άφυλο ή υπέρφυλο πλάσμα – που έχει κρεμάσει η Σάσα στο φοιτητικό της δωμάτιο. Δεν σκέφτομαι τον Μεσοπόλεμο με νοσταλγία. Αλλά βρισκόμαστε σε μια αντίστοιχη μετάβαση, πέφτουν βόμβες στην Ευρώπη και η απειλή της παγωνιάς και της πείνας δεν συνδέεται μόνο με την τρομολαγνεία του δελτίου ειδήσεων αλλά και με μια ρεαλιστικά οριακή κατάσταση.
Λες πράγματα με τα εξώφυλλα των βιβλίων σου;
Εχω έντονη σχέση με την τέχνη – και το εξώφυλλο, τα τυπογραφικά στολίδια, το στήσιμο του βιβλίου είναι κάτι περισσότερο από αισθητική δήλωση για μένα, είναι τμήμα της ιστορίας που θέλω να πω. Στο «Γιάντες» το έργο του Μποτέρο που μπήκε στο εξώφυλλο το είχα μαζί μου στη Γερμανία όπου έγραψα το μυθιστόρημα και σε ένα-δυο σημεία είχε λεκιαστεί από το στιλό μου. Υπάρχουν αυτά τα σημάδια επειδή τότε δεν ήταν διαδεδομένο το photoshop. Οταν το βλέπω συγκινούμαι γιατί θυμάμαι εκείνο το στιλό που λέκιαζε τα δάχτυλά μου και τα χαρτιά με το μελάνι. Η εικόνα για μένα οπτικοποιεί την πλοκή, συχνά έχω φωτογραφίες και σκίτσα στα βιβλία μου, είμαι συγγραφέας της σχολής Ζέμπαλντ πριν ακόμη μάθω ποιος ήταν ο Ζέμπαλντ. Οταν δίνω ασκήσεις στα μαθήματα δημιουργικής γραφής φέρνω εικαστικά έργα, φωτογραφίες, ψευδοντοκουμέντα για να ξεδιπλωθεί καλύτερα η ροή της συνείδησης και να αρχίσει η αφήγηση ως αναπαράσταση.
Γιατί αναφέρεσαι στο βιβλίο σου στον φυτικό κόσμο και ιδιαίτερα στα νούφαρα;
Η ιδέα του μεγάλου Κατακλυσμού έδωσε στην ιστορία μια νέα απροσδόκητη γεωγραφία. Οι πόλεις έσπασαν σαν παξιμάδια, η κεντρική εξουσία κατέρρευσε και μέσα σε αυτό το τοπίο οραματίστηκα τη μετα-Εδέμ, έναν κόσμο γεμάτο νερό και φυτά που ευδοκιμούν στη λάσπη. Νεροκάλαμα, βρύα, ρείκια. Κάπου διάβασα ότι στην αραμαϊκή γλώσσα Εδέμ σημαίνει καλοποτισμένος κήπος. Και συμπλήρωσα τη φυτολογία μου με νούφαρα που καταδύονται στη λάσπη και το πρωί αναδύονται ολοκάθαρα χάρη στο κέρινο επίστρωμα που έχουν στα πέταλά τους. Δεν μπορούσα να φανταστώ καλύτερο συμβολισμό για την αυτοπροστασία και την αναγέννηση.
Δείχνεις ένα βλέμμα χωρίς τη μουντζούρα της δέσμευσης των φεμινιστριών και των ακτιβιστριών, χωρίς τη βία και το θυμωμένο κατσούφιασμα.
Δεν μπορείς να πεις στους αναγνώστες «εγώ θα σου πω πώς πρέπει να σκέφτεσαι». Αυτό είναι θεολογία, όχι λογοτεχνία. Αλλά δεν είσαι ο Μωυσής με τις δέκα εντολές. Αν σε οδηγήσει η ίδια η αφήγηση σε ένα είδος επίγνωσης ή αναθεώρησης, καλώς. Αυτό βέβαια δεν γίνεται τόσο συχνά πια. Η Σίνθια Οζικ γράφει ότι πριν από έναν αιώνα η λογοτεχνία ήταν υφασμένη μέσα στο νευρικό σύστημα του κόσμου. Ηταν η εποχή που οι άνθρωποι διάβαζαν για να καταλάβουν τι σημαίνει να ζεις, ανέπνεαν λογοτεχνία, καλλιεργούσαν την ενσυναίσθησή τους διαβάζοντας. Πιστεύω απόλυτα και βαθιά ότι η καλή λογοτεχνία μπορεί να μας αλλάξει, να μας κάνει πιο ανθρώπινους. Και πως σήμερα την έχουμε ανάγκη περισσότερο από ποτέ.