Αυτό που έγινε την Πέμπτη δεν έχει προηγούμενο. Δέκα από τα είκοσι πέντε μέλη του Διοικητικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας βγήκαν την ίδια μέρα σε διαφορετικές εκδηλώσεις να αιτιολογήσουν τις αποφάσεις που έλαβαν μία εβδομάδα πριν, υπό την πίεση του πληθωρισμού-ρεκόρ της τάξεως του 10,7%. Να ομονόησαν μπροστά στο βουνό του πληθωρισμού «περιστέρια» και «γεράκια». Οι σκληροί οπαδοί της νομισματικής σύσφιγξης (Βόρειοι) και οι οπαδοί της νομισματικής χαλαρότητας (Νότιοι). Σχεδόν όλοι, συμπεριλαμβανομένης και της προέδρου της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, δείχνουν αποφασισμένοι να συνεχίσουν στον δρόμο που χάραξαν τον Ιούλιο. Των πολλών και μεγάλων αυξήσεων των επιτοκίων και το 2023.

Το πρόβλημα ωστόσο είναι ότι δείχνουν όλοι, με εξαίρεση κάποιους κεντρικούς τραπεζίτες των χωρών του Νότου, να αδιαφορούν για τις επιπτώσεις. Είναι τόσο «τρομαγμένοι» από τον πληθωρισμό και τις κοινωνικές αντιδράσεις, που ήδη εκδηλώνονται, που θεωρούν πλέον μιας ήπιας έντασης ύφεση, σχεδόν επιθυμητή. Η κεντρική τους πλέον θέση είναι ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα, ακόμα και αν πάμε σε ύφεση. Αποδίδουν τις πρόσφατες ανοδικές τάσεις στον πληθωρισμό, στις ακριβότερες πρώτες ύλες και στα συνεχιζόμενα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα.

Πέρυσι τέτοια εποχή, που τα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα ήταν μεγαλύτερα, έλεγαν ότι οι πληθωριστικές πιέσεις είναι ελεγχόμενες και διαψεύστηκαν. Τώρα βυθίζουν σε μεγάλο «πόνο» και εκθέτουν σε μεγάλους κινδύνους τις ευρωπαϊκές οικονομίες, δηλώνοντας ότι αυτή τη φορά είναι ασφαλή τα μοντέλα υπολογισμού τους. Θα φανεί αν αυτή τη φορά θα δικαιωθούν.

Το θέμα είναι εάν πιστεύουν οι ίδιοι, σε αυτά που κάνουν. Το ότι βγαίνουν 10 από τους 25 κεντρικούς τραπεζίτες να πουν ταυτόχρονα ότι «ξέρουμε τι κάνουμε, εμπιστευτείτε μας», φανερώνει το αντίθετο. Το «φάντασμα» της περιόδου Τρισέ δείχνει να τους στοιχειώνει. Τότε στα μέσα του 2011 η ΕΚΤ αύξησε χωρίς εκ των υστέρων λογική τα επιτόκια του ευρώ δίνοντας την τελική «καρπαζιά» στην ήδη χρεοκοπημένη Ελλάδα και εκτοξεύοντας το κόστος δανεισμού των πιο αδύναμων οικονομιών, στέλνοντάς τες στην προσφυγή σε μηχανισμό στήριξης. Το εντυπωσιακό είναι ότι και τότε η άνοδος των τιμών του φυσικού αερίου είχε δημιουργήσει πληθωριστικές πιέσεις στην ΕΕ, ηπιότερες σε σχέση με τώρα, αλλά υπολογίσιμες.

Το πρόβλημα για την τωρινή σύνθεση της ΕΚΤ είναι το πώς θα χειριστεί και τα υπόλοιπα μέτρα που συμπαρασύρει η απόφαση νομισματικής σύσφιγξης. Για παράδειγμα, όταν αυξάνεις τα επιτόκια, λογικά θα ξεκινήσεις και την απόσυρση και των υπόλοιπων εργαλείων ρευστότητας που είχες δημιουργήσει, όπως το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης. Συνολικά 5 τρισεκατομμύρια ευρώ ομολόγων έχει αγοράσει από τις χώρες η ΕΚΤ την τελευταία 10ετία, μεταξύ των οποίων και 35 δισ. ελληνικών ομολόγων. Θα προχωρήσει άραγε άμεσα στην ποσοτική σύσφιγξη; Θα βγάλει στην αγορά έναν τόσο μεγάλο όγκο ομολόγων; Και ποιος θα τα αγοράσει, όταν οι αντίστοιχοι Οργανισμοί Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους σε όλη την Ευρώπη πονοκεφαλιάζουν, αναζητώντας τρόπους για να αντλήσουν με βιώσιμα επιτόκια περί τα 400 δισ. ευρώ το 2023 από τις αγορές;