Τη Μαρία Κοκκίνου, που πέθανε προχθές, τη σπουδαία αρχιτεκτόνισσα που, μαζί με τον Ανδρέα Κούρκουλα, έχουν αφήσει στην πόλη ουσιαστικές παρεμβάσεις (αναφέρω μόνο το Μουσείο Μπενάκη της οδού Πειραιώς, ως χαρακτηριστικό κομψής και λειτουργικής, υποδειγματικά ενταγμένης αρχιτεκτονικής σε ένα δρόμο που αργά αλλά σταθερά αλλάζει), δεν τη γνώρισα ποτέ. Τόσο το χειρότερο για μένα. Οι φίλοι της και οι δικοί της άνθρωποι μιλούν για την παρεμβατικότητα της ζωής και της δράσης της, για την επινοητικότητα της αρχιτεκτονικής της, για τη λειτουργικότητά της (τι νόημα έχει ένα όμορφο κτίριο ή μια ωραία πλατεία αν δεν είναι τόποι υποδοχής των ανθρώπων;). Αλλά και για τη διεισδυτικότητα του λόγου της και τη ζεστασιά της.

Η Μαρία Κοκκίνου, ένα πρόσωπο της γενιάς μου, ήταν ένα πρόσωπο που σε άλλαζε. Συγκροτημένη και αποφασιστική, πάντα παρεμβατική, ήταν και επιστήμων και καλλιτέχνης και πολίτης. Με την τριπλή αυτή ιδιότητα που χαρακτήρισε τη ζωή της άφησε τη σφραγίδα της. Για μένα, που εξαιτίας του ενδιαφέροντος των παρεμβάσεών της, θεωρητικών την παρακολουθούσα από μακριά, ήταν ένας μύθος. Παρηγοριέμαι ότι σε μια εποχή απομυθοποιήσεων, υπάρχουν ακόμα γύρω μας μύθοι του μοντερνισμού που μας καθορίζουν και μας οδηγούν.