Την πίεση από τις ανατιμήσεις τη νιώθουμε όλοι. Στην τσέπη μας και γύρω μας. Ομως, οι αριθμοί έχουν προκαλέσει αμηχανία ακόμα και στις τράπεζες που προσπαθούν μέσα από μοντέλα να προβλέψουν τους κινδύνους και τα αντίστοιχα κόστη. Από τη μια πλευρά, ο πληθωρισμός έφτασε το 12% τον Σεπτέμβριο πριν υποχωρήσει στο 9,1% τον Οκτώβριο, κατατρώγοντας την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος που το β’ τρίμηνο υπολογίστηκε σε 1,7%. Δηλαδή, υπήρξε πραγματική μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος σχεδόν 8% κατά μέσο όρο, ενώ στα χαμηλά εισοδήματα υπολογίστηκε υψηλότερα (σχεδόν -20% τον Σεπτέμβριο).
Ομως, οι καταθέσεις εξακολουθούν να αυξάνονται. Στο 9μηνο οι εισροές νέων καταθέσεων ξεπέρασαν τα 47 δισ. ευρώ, αλλά οι καθαρές ροές (μείον πληρωμές κ.λπ.) ήταν 4,7 δισ. ευρώ. Από το ποσό αυτό, τα 3 δισ. ευρώ αντιστοιχεί σε καθαρή αύξηση καταθέσεων των νοικοκυριών. Επίσης, οι τράπεζες ανακοινώνουν οργανική μείωση κόκκινων δανείων, δηλαδή από ρυθμίσεις και εισπράξεις και όχι από τιτλοποιήσεις, παρά την ανησυχία που εκφράζουν αναλύοντας τις οικονομικές συνθήκες. Προειδοποίηση υπήρξε και από την ΤτΕ για τον κίνδυνο αύξησης εξυπηρέτησης των δανείων λόγω ανόδου επιτοκίων και μείωση εισοδήματος. Οι τράπεζες έχουν υπολογίσει ότι μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των δανειοληπτών κατά 20% δημιουργεί κόκκινα δάνεια 400-600 εκατ. ευρώ. Οι ίδιες οι τράπεζες προβλέπουν αύξηση των δόσεων για στεγαστικά δάνεια κατά 25% μέχρι να ολοκληρωθεί η άνοδος επιτοκίων από την ΕΚΤ. Και ανησυχούν για κόκκινα δάνεια κυρίως από στεγαστικά και μικρά επιχειρηματικά. Την ίδια ώρα, οι εκταμιεύσεις καταναλωτικών (885 εκατ. ευρώ) ξεπέρασαν εκείνες των στεγαστικών (863 εκατ.).
Ισως, για κάποιους υπάρχει χρήμα που δεν καταγράφεται και άλλοι δανείζονται για να τα βγάλουν πέρα καθώς οι κάρτες τους έχουν φτάσει στο όριό τους για φόρους και πετρέλαιο.