Πριν από λίγο καιρό η Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Harvard ανακοίνωσε την πρόσληψη του δικαστή Stephen Breyer ως καθηγητού του Διοικητικού Δικαίου. Ο καθηγητής Breyer επανέρχεται στο Harvard μετά από 42 χρόνια προσφοράς στα ανώτατα δικαστήρια, σε ηλικία 83 ετών. Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Πανεπιστημίου, «ο νέος καθηγητής θα συμμετάσχει στην πνευματική ζωή της Σχολής και την ευρύτερη κοινότητα του Harvard».
Ο ίδιος εδήλωσε ότι «επιστρέφω στο Harvard για να διδάξω και να γράψω. Μεταξύ άλλων πραγμάτων, θα προσπαθήσω να εξηγήσω γιατί πιστεύω ότι είναι σημαντικό για τις επόμενες γενιές αυτών που ασχολούνται με το Δίκαιο να λάβουν τέτοιες προσεγγίσεις στους νόμους που να βοηθήσουν το μεγάλο αμερικανικό συνταγματικό πείραμα να λειτουργήσει αποτελεσματικά για τον αμερικανικό λαό».
Με άλλα λόγια με την απόφασή του αυτή το Harvard προσφέρει στους φοιτητές του αλλά και στον αμερικανικό λαό την εμπειρία ενός ακόμα σημαντικού επιστήμονα, έστω και αν η ηλικία του είναι 83 ετών. Μην ξεχνάμε ότι είναι το ίδιο Πανεπιστήμιο που το 1915 εξέλεξε σε ηλικία 28 ετών, τον Αριστείδη Φουτρίδη, έναν φτωχό έλληνα μετανάστη από την Ικαρία, ως καθηγητή των Αρχαίων Ελληνικών. Το ίδιο Πανεπιστήμιο που το 1993 εξέλεξε τακτικό καθηγητή των Μαθηματικών τον Noam Elkies σε ηλικία 26 ετών. Το ίδιο Πανεπιστήμιο που εκλέγει κάθε χρόνο κορυφαίους επιστήμονες ως καθηγητές διαφόρων βαθμίδων, ανεξαρτήτως ηλικίας, φύλου, εθνικότητας, θρησκείας (κ.λπ., κ.λπ.) με μόνο κριτήριο την αξία τους.
Στη χώρα μας κατά καιρούς αναδεικνύονται τέτοιοι σημαντικοί και διεθνώς αναγνωρισμένοι επιστήμονες. Πολλοί συνταξιούχοι καθηγητές, δικαστές, διευθυντές του ΕΣΥ θα ήθελαν και θα μπορούσαν να ενταχθούν ή να επανενταχθούν στο πανεπιστήμιο προσφέροντας στους φοιτητές και την τεράστια εμπειρία τους.
Η πρότασή μου δεν είναι να επεκταθεί γενικά η ηλικία συνταξιοδότησης των καθηγητών αλλά επιλεκτικά να μπορούν και τα ελληνικά πανεπιστήμια να εκλέγουν τους «καλύτερους» ακόμα και αν ξεπερνούν το σημερινό ηλικιακό όριο συνταξιοδότησης. Προφανώς, αυτές οι λίγες αναθέσεις διδασκαλίας δεν θα επηρεάζουν τις τακτικές προσλήψεις και προαγωγές στις επόμενες βαθμίδες των νεότερων καθηγητών ούτε θα επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό (μιας και στους «νέους» θα συνεχίζεται η «σύνταξή» τους).
Η πρόσφατη απόφαση να λειτουργήσουν αγγλόφωνα τμήματα μέσα στα ελληνικά δημόσια πανεπιστήμια θα ήταν μια μοναδική ευκαιρία για να προσληφθούν έλληνες επιστήμονες με διεθνή αναγνώριση (και άριστη χρήση της αγγλικής γλώσσας) ηλικίας άνω των 67 ετών. Υπάρχουν αρκετοί τέτοιοι επιστήμονες στην Ελλάδα και τη Διασπορά που θα ήθελαν να υπηρετήσουν τη νέα αυτή ακαδημαϊκή προσπάθεια της χώρας, συμβάλλοντας και στη καλύτερη «φήμη» των ελληνικών πανεπιστημίων (και το καλύτερο ranking τους).
Πιστεύω ότι δεν αρκεί απλώς η «δυνατότητα ανάθεσης διδακτικού έργου με απόφαση της Επιτροπής Προγράμματος Σπουδών» αλλά η νομοθετική κατοχύρωση ισότιμης παρουσίας των νέων καθηγητών του Αγγλόφωνου Τμήματος με τους έλληνες συναδέλφους τους. Θα ήταν επιπλέον μια ακόμη ευκαιρία ώστε το σημερινό σύστημα επιλογής καθηγητών, αλλά και γενικότερα το σύστημα διοίκησης ενός σύγχρονου πανεπιστημίου να βελτιωθεί σύμφωνα με την εμπειρία των γνωστών ξένων πανεπιστημίων την οποία οι έλληνες καθηγητές της Διασποράς μπορούν να μεταφέρουν στα ελληνικά πανεπιστήμια. Το παράδειγμα του Harvard, όσον αφορά την αξιοκρατική εκλογή των καθηγητών ανεξαρτήτως ηλικίας, αξίζει να συζητηθεί σοβαρά στη χώρα μας.
Ο καθηγητής Δημήτρης Λινός είναι λέκτορας στην Ιατρική Σχολή του Harvard και εθελοντής ιερέας