Οταν η Ρωσία εισέβαλε στην Ουκρανία, στην Ελλάδα υπήρξαν πολλά φερέφωνα του πουτινισμού και, πιθανότατα, κάποιοι εθελοντές παρασυρμένοι από την αντιδυτική πίστη τους που προεξοφλούσαν ότι σε μερικές ημέρες θα είχε πέσει το Κίεβο, θα είχε ανατραπεί ο Ζελένσκι και στη θέση του θα είχε τοποθετηθεί κάποιος αχυράνθρωπος του Κρεμλίνου κι ότι η Ευρώπη ανήμπορη θα συμβιβαζόταν με τη νέα κατάσταση, αποκαθιστώντας σύντομα τη σχέση με τον Πούτιν. Οι άνθρωποι αυτοί δεν διαψεύστηκαν απλώς οικτρά. Κατεξευτελίστηκαν. Κάποιοι εξ αυτών, σήμερα, μετά την εκκένωση της Χερσώνας από τους Ρώσους, ψάχνουν να βρουν δικαιολογίες και προσδοκούν τη σαρωτική αντεπίθεση του ρωσικού στρατού. Προφανώς υπολογίζουν χωρίς το ξενοδόχο.

Ο Πούτιν υποτίμησε τη δύναμη του δυτικού κόσμου, της δημοκρατίας, αλλά και την ελκυστικότητα του δυτικού μοντέλου ζωής. Υποτίμησε όμως, επίσης, την αποφασιστικότητα ενός λαού να υπερασπίσει τη ζωή του, τα εδάφη του και την ανεξαρτησία του. Το δικαίωμα στην ελευθερία και στην αυτοδιάθεση, η επιθυμία του ουκρανικού λαού να ζήσει στον δυτικό κόσμο τροφοδότησαν το μεγαλείο της ουκρανικής αντίστασης. Η κραυγή «Ελευθερία ή θάνατος», που συνόδευσε τη δική μας εθνική ολοκλήρωση, σήμερα αντηχεί την Ουκρανία. Και αξίζει τον σεβασμό μας.