Θεωρητικά η στρατηγική αποδίδει. Τα πολιτικά εγχειρίδια πάντα συνιστούν ντεσιμπέλ και συγκρίσεις με τον κακό εαυτό του αντιπάλου. Ο πολακισμός, άλλωστε, αποδείχθηκε αναρίθμητες φορές πλεονέκτημα για την κυβέρνηση. Το αντιπολιτευτικό ύφος που κόμισε τής προσέφερε την ευκαιρία να βρεθεί από απολογούμενη, επιτιθέμενη. Ωστόσο, τριάμισι χρόνια μετά την 7η Ιουλίου δεν κρίνεται πια μόνο η κυβερνώσα Αριστερά, ζυγίζονται και τα λάθη της μητσοτακικής διακυβέρνησης. Οι επίμονοι μελετητές των γκάλοπ λένε ότι ακόμη κι αν οι δεύτερες σκέψεις των δειγμάτων τους δεν αποτυπώνονται ποσοτικά – δεν προκαλούν θεαματικές μεταβολές στην πρόθεση ψήφου, δηλαδή -, διακρίνονται στα ποιοτικά στοιχεία. «Ο Πρωθυπουργός δεν καταγράφεται πλέον ως άτρωτος στους σχετικούς δείκτες» σημειώνει γνωστός δημοσκόπος. Αυτό ακούγεται φυσιολογικό κοντά στο τέλος μιας θητείας. Εφόσον όμως συνδυαστεί με την πολιτική επικαιρότητα, φανερώνει το πραγματικό πρόβλημα, το οποίο δεν εξαφανίζεται με αντισυριζαϊκές κορόνες: τη συσσώρευση αστοχιών. «Το θέμα είναι πως από εδώ και πέρα οτιδήποτε, μέχρι και κάτι τόσο ασήμαντο πολιτικά όσο μια σβησμένη κλήση για παράνομη στάθμευση ενός συγγενούς κάποιου μέλους του Υπουργικού Συμβουλίου, ενδέχεται να λειτουργήσει σαν σημείο πυροδότησης της δυσαρέσκειας» εξηγεί η ίδια πηγή.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ