Η 14η Νοεμβρίου έχει καθιερωθεί ως Παγκόσμια Ημέρα για τον Σακχαρώδη Διαβήτη (ΣΔ) από τη Διεθνή Ομοσπονδία Διαβήτη (IDF) και τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (WHO). Επιλέχθηκε γιατί είναι η γενέθλιος ημέρα του Frederick Banding, ο οποίος σε συνεργασία με τον Charles Best συνέλαβε την ιδέα που οδήγησε στην ανακάλυψη της ινσουλίνης τον Οκτώβριο του 1921. Το παραπάνω απόσπασμα αποτελεί ένα τμήμα του ενημερωτικού φυλλαδίου που επιμελήθηκαν η Ελληνική Διαβητολογική Εταιρεία (ΕΔΕ), η Ελληνική Καρδιολογική Εταιρεία (ΕΚΕ) και η Ελληνική Ενδοκρινολογική Εταιρεία – Πανελλήνια Ενωση Ενδοκρινολόγων και το οποίο στοχεύει στην πρόληψη και στην καλύτερη διαχείριση του διαβήτη.
Το όφελος δε από τις εκστρατείες είναι ιδιαίτερα σημαντικό εάν αναλογιστεί κανείς τις επιπλοκές που προκαλεί η συγκεκριμένη νόσος, όπως τα καρδιαγγειακά συμβάματα, εάν δεν διαγνωστεί έγκαιρα και δεν ρυθμιστεί.
Μάλιστα στο πλαίσιο αυτό, την περασμένη Δευτέρα στο Ζάππειο διοργανώθηκαν δράσεις ενημέρωσης και ευαισθητοποίησης του κοινού. Οπως σημείωσε ο πρόεδρος της Ομάδας Εργασίας «Καρδιά και Διαβήτης» της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας και πρόεδρος της Ιατρικής Σχολής Αθηνών, καθηγητής Καρδιολογίας Γεράσιμος Σιάσος, «στη χώρα μας πάνω από 1 εκατομμύριο άτομα έχουν σακχαρώδη διαβήτη. Οι μισοί δεν γνωρίζουν ότι πάσχουν από διαβήτη και έχουν ήδη εγκαταστήσει υποκλινική καρδιαγγειακή νόσο».
Και πρόσθεσε: «Τα άτομα με διαβήτη έχουν δύο-τρεις φορές μεγαλύτερο κίνδυνο εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου. Είναι ιδιαίτερα κρίσιμη η έγκαιρη διάγνωση του διαβήτη και η πρόληψη εμφάνισης καρδιαγγειακής νόσου, καθώς το 75% των ατόμων με διαβήτη πεθαίνουν από οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, καρδιακή ανεπάρκεια ή ισχαιμικό αγγειακό επεισόδιο. Η Ομάδα Εργασίας “Καρδιά και Διαβήτης” της Ελληνικής Καρδιολογικής Εταιρείας προσπαθεί να οργανώσει Ιατρεία, με τη στενή συνεργασία καρδιολόγων, ενδοκρινολόγων και παθολόγων με εξειδίκευση στον διαβήτη ανά την ελληνική επικράτεια για την πρωτογενή και δευτερογενή πρόληψη της καρδιαγγειακής νόσου σε ασθενείς με σακχαρώδη διαβήτη ή προδιαβήτη».
Είναι σημαντικό δε να σημειωθεί πως παράλληλα και μέσα από διάφορες δράσεις και σε συνεργασία με δημοτικούς και κρατικούς φορείς προσπαθεί να ενημερώσει το κοινό για την πρόληψη της καρδιαγγειακής νόσου σε ασθενείς με προδιάθεση ή νόσηση από διαβήτη.
Με γνώμονα την καλύτερη ενημέρωση του πληθυσμού το ένθετο «Υγεία» αντλεί χρήσιμες πληροφορίες από το φυλλάδιο που συνυπογράφουν από κοινού οι τρεις επιστημονικές εταιρείες και οι οποίες παρατίθενται στο κείμενο που ακολουθεί.
4 κατηγορίες. Ο σακχαρώδης διαβήτης (ΣΔ) αποτελεί ένα χρονίως εξελισσόμενο μεταβολικό νόσημα με πολυπαραγοντικό υπόστρωμα που χαρακτηρίζεται από υψηλό σάκχαρο στο αίμα, αντίσταση στην ινσουλίνη και έλλειψη ινσουλίνης. Ταξινομείται αιτιολογικά σε τέσσερις κατηγορίες, αλλά δύο είναι οι συχνότερες μορφές του.
Πιο συγκεκριμένα, ο ΣΔ τύπου 1, όπου δεν παράγεται ινσουλίνη λόγω αυτοάνοσης καταστροφής των β-κυττάρων του παγκρέατος. Εμφανίζεται συχνότερα σε παιδιά και νέους ενηλίκους. Υπολογίζεται ότι αφορά το 5%-10% των ασθενών, οι οποίοι έχουν απόλυτη ανάγκη ινσουλινοθεραπείας, αλλιώς οδηγούνται σε καταβολισμό και διαβητική κετοξέωση.
Ο ΣΔ τύπου 2, όπου υπάρχει αντίσταση στην ινσουλίνη και σχετική έλλειψή της. Κύρια αιτία του αποτελούν η παχυσαρκία και η καθιστική ζωή. Αποτελεί τη συχνότερη μορφή ΣΔ και εμφανίζεται κυρίως σε ενηλίκους. Η συχνότητά του αυξάνεται με την ηλικία, εμφανίζεται συνήθως μετά την ηλικία των 40 ετών, αλλά τα τελευταία χρόνια υπάρχει τάση αύξησης της επίπτωσης της νόσου σε νέους και εφήβους. Υπογραμμίζεται δε πως λόγω της ήπιας συμπτωματολογίας του μπορεί να μείνει αδιάγνωστος για πολλά χρόνια και σε συνδυασμό με την αυξημένη συχνότητα παχυσαρκίας, υπέρτασης και δυσλιπιδαιμίας που παρατηρείται σε αυτά τα άτομα να οδηγήσει σε αυξημένο κίνδυνο αθηροσκληρυντικής νόσου.
Ποιοι ασθενείς πρέπει να ελεγχθούν
1. Ατομα υπέρβαρα ή παχύσαρκα (ΔΜΣ ≥25 kg/m2) και τα οποία επιπρόσθετα έχουν τουλάχιστον έναν από τους παρακάτω παράγοντες:
– Οικογενειακό ιστορικό ΣΔ σε συγγενείς 1ου βαθμού (γονείς, αδέλφια, παιδιά).
– Ιστορικό υπέρτασης ή καρδιαγγειακής νόσου. Ιστορικό δυσλιπιδαιμίας (υψηλά τριγλυκερίδια [>250 mg/dL], χαμηλή HDL <35mg /dL]).
– Σύνδρομο πολυκυστικών ωοθηκών.
– Καταστάσεις που σχετίζονται με αντίσταση στην ινσουλίνη (π.χ. μελανίζουσα ακάνθωση).
2. Ατομα με ιστορικό προδιαβήτη.
3. Ατομα με ιστορικό σακχαρώδους διαβήτη κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
4. Ατομα άνω των 45 ετών.
5. Ατομα με λοίμωξη από HIV.
Εάν τα αποτελέσματα του προσυμπτωματικού ελέγχου είναι φυσιολογικά, θα πρέπει να επαναλαμβάνεται τουλάχιστον ανά τριετία, με πιθανό πιο συχνό έλεγχο ανάλογα με τα αρχικά ευρήματα και τους παράγοντες κινδύνου.
Ρύθμιση του μεταβολισμού. Η θεραπεία του σακχαρώδους διαβήτη στηρίζεται αφενός μεν σε αλλαγή του τρόπου ζωής, αφετέρου δε σε κατάλληλα φάρμακα. Εχει ως στόχο τη ρύθμιση του μεταβολισμού και του σακχάρου αίματος ώστε να αποφευχθούν οι επιπλοκές και κυρίως οι καρδιαγγειακές εκδηλώσεις. Η σωστή ρύθμιση του σακχάρου αίματος μειώνει σημαντικά τις επιπλοκές. Η υγεία της καρδιάς και ο σωστός έλεγχος για την πρώιμη ανίχνευση καρδιαγγειακών επιπλοκών είναι απαραίτητα.
Αυτός είναι και ο λόγος που οι ειδικοί επιμένουν πως για να αποφύγει κανείς τις επιπλοκές είναι κρίσιμο, σε συνεννόηση με τον θεράποντα ιατρό και τον καρδιολόγο του:
– να ρυθμίσει το σάκχαρό του
– να φροντίσει το σωματικό του βάρος να είναι ιδανικό
– να διακόψει το κάπνισμα
– να τρέφεται σωστά
– να περπατά καθημερινά για τουλάχιστον 30 λεπτά
– να μετρά την αρτηριακή του πίεση και να τη ρυθμίσει
– να ελέγχει τη χοληστερίνη του
– να επισκέπτεται τον θεράποντα ιατρό του τακτικά
– να λαμβάνει τα συνταγογραφούμενα φάρμακα σύμφωνα με τις ιατρικές οδηγίες.
Ποιες είναι οι επιπλοκές. Η μη ικανοποιητική ρύθμιση του ΣΔ οδηγεί σε μακροχρόνιες επιπλοκές (με σοβαρότερες αυτές από το καρδιαγγειακό), οι οποίες είναι:
– H διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια που δύναται να οδηγήσει σε τύφλωση.
– H διαβητική νεφροπάθεια που δύναται να οδηγήσει σε νεφρική ανεπάρκεια και αιμοκάθαρση.
– H περιφερική αγγειοπάθεια και νευροπάθεια που δύνανται να οδηγήσουν σε έλκη – λοιμώξεις στα κάτω άκρα (διαβητικό πόδι) και σε ακρωτηριασμό.
– Καρδιαγγειακά συμβάματα, όπως οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, καρδιακή ανεπάρκεια και ισχαιμικά αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια.