Υπήρξε πράγματι μια περίοδος κατά την οποία η ένταξη επωνύμων του star system στα κομματικά ψηφοδέλτια έτεινε να γίνει συρμός.

Ηταν η περίοδος της απρόσκοπτης κοινωνικής ανόδου των μεσοστρωμάτων. Της διάχυσης της ευημερίας. Της άμβλυνσης των παραδοσιακών ιδεολογικών αντιθέσεων. Της απόσβεσης των διαχωριστικών γραμμών που κάποτε χώριζαν τις μεγάλες ιστορικές παρατάξεις. Της οριοθέτησης του μεταξύ τους ανταγωνισμού στις γκρίζες ζώνες της νομής εξουσιών που αφενός είχαν απομυθοποιηθεί χάνοντας σταδιακά τη λάμψη που κάποτε είχαν και αφετέρου είχαν βάψει στις ίδιες αποχρώσεις του γκρι και τις διαφορές μεταξύ των κομμάτων που διεκδικούσαν την άσκησή τους.

Για τα τελευταία, η αναζήτηση λαμπερών προσώπων από τον χώρο του θεάματος ήταν ένας τρόπος ανάκτησης της χαμένης ελκυστικότητάς τους, διεύρυνσης της συρρικνούμενης εκλογικής επιρροής τους και γεφύρωσης του χάσματος που προϊόντος του χρόνου δημιουργήθηκε ανάμεσα στη διαρκώς απαξιούμενη από το εκλογικό σώμα πολιτική κοινωνία και τη διαρκώς αποστασιοποιούμενη από το πολιτικό σύστημα κοινωνία των πολιτών.

Είναι άλλωστε αλήθεια ότι ο τρόπος αυτός αποδείχτηκε εν πολλοίς επιτυχής. Συνέβαλε στην προσαρμογή της παραδοσιακής πολιτικής κοινωνίας στις απαιτήσεις της νέας, αν και όχι τόσο μακρινής από τη σημερινή, εποχής που ξημέρωσε, με τη μαζική επικοινωνία να κυριαρχεί σχεδόν απολύτως επί της πολιτικής ζωής και την κοινωνία του θεάματος να επιβάλει στην κοινωνία των πολιτών τους όρους της πολιτικής της λειτουργίας.

Ως έναν βαθμό χάρη σε αυτές τις αλλαγές, μεταξύ των άλλων, επήλθε τόσο η ανανέωση του πολιτικού προσωπικού της χώρας όσο και η αισθητή μείωση της χρήσης του παλιού ξύλινου κομματικού λόγου.

Μόνο που πλέον οι εποχές αλλάζουν και πάλι μαζί με τα πολιτικά τους ζητούμενα. Το σίγουρο πάντως είναι ότι με απλές μεταγραφές από τον χώρο του θεάματος και την επιστράτευση απλώς δημοφιλών διασημοτήτων ούτε η ανταγωνιστικότητα των κομμάτων θα βελτιωθεί ούτε το πολιτικό σύστημα θα πείσει ότι είναι σε θέση να γίνει αντιπροσωπευτικότερο και να αποκτήσει την ικανότητα να παραγάγει τα αποτελέσματα που θα λυτρώσουν την κοινωνία από την αγωνία της φτωχοποίησης και την ανασφάλεια της επόμενης ημέρας.

Οσο αναγκαίος και αν είναι ο εμπλουτισμός των ψηφοδελτίων με πρόσωπα που διαθέτουν το φυσικό χάρισμα της επικοινωνίας με τα κρίσιμα για τον σχηματισμό πολιτικών πλειοψηφιών ακροατήρια, άλλο τόσο ανώφελο είναι η επιλογή τους να γίνεται με μοναδικό κριτήριο αυτό το χάρισμα.

Γιατί το ζήτημα δεν είναι μόνο αυτοί που θα επιλεχθούν να ξέρουν πώς να απευθυνθούν στα κοινά τους. Το ζήτημα είναι κυρίως να ξέρουν αν έχουν πράγματι κάτι να τους πουν και τι σχέση μπορεί να έχει αυτό με την πραγματικότητα που τα κοινά τους βιώνουν.

Δεν είναι μόνο η εποχή του lifestyle που έχει παρέλθει. Εχει παρέλθει μαζί της και η εποχή της παρλαπίπας.  

Τίποτα δεν μπορεί να επιτείνει περισσότερο την ανασφάλεια της κοινωνίας από την αίσθηση ότι αυτοί που φιλοδοξούν να την εκπροσωπήσουν είτε βρίσκονται εκτός πραγματικότητας είτε δεν έχουν την παραμικρή ιδέα για το πώς θα μπορούσαν να την αλλάξουν.

Ο Γιώργος Σεφερτζής είναι πολιτικός επιστήμονας – αναλυτής