Η υπόθεση των υποκλοπών εξελίσσεται κατά την ελληνική πεπατημένη. Μπερδεύονται σε ένα κουβάρι η αλαζονεία της εξουσίας, η παθογένεια του κομματικού ανταγωνισμού, αλλά και ο θεσμικός εκσυγχρονισμός. Εδώ και δέκα-είκοσι χρόνια η τεχνολογία έχει επαναστατικοποιήσει τις δυνατότητες παρακολούθησης, οι διαδοχικές κυβερνήσεις εκμεταλλεύτηκαν την εξέλιξη μειώνοντας τις θεσμικές εγγυήσεις ώστε να «διευκολυνθεί» η δουλειά της ΕΥΠ και εσχάτως των νέων ιδιωτικών μέσων παρακολούθησης, και κατ’ επέκταση η «διακριτική» χρήση των υπηρεσιών τους από την Εξουσία. Ο Ν. Κ. Αλιβιζάτος ανέτρεξε σε όλες τις σχετικές νομικές παρεμβάσεις, της ΝΔ το 2008, των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ 2015-2019 και της σημερινής ΝΔ 2019-2022 («Κ» 20/11/2022), οι οποίες επιβεβαιώνουν την ίδια λογική. Χρειάστηκε ένα τυχαίο γεγονός, ένα «τεχνικό ατύχημα», η παρακολούθηση του Νίκου Ανδρουλάκη για να ανακοπεί αυτή η δυναμική και να ενεργοποιηθούν οι αντίθετες δυνάμεις του θεσμικού εκσυγχρονισμού που επιδιώκουν με μεγάλη καθυστέρηση να ευθυγραμμίσουν τους θεσμούς και τα δικαιώματα με την τεχνολογική εξέλιξη. Ο κομματικός ανταγωνισμός και η επιθετική κριτική στην κυβέρνηση αρχικά συνέτειναν στην ανάδειξη του θέματος, αλλά στη συνέχεια οι υπερβολές ευτέλισαν το θέμα με ανεκδιήγητες «αποκαλύψεις» και επιθέσεις. Η δημαγωγία και η πόλωση υπονομεύουν τη δυνατότητα ενός συναινετικού θεσμικού εκσυγχρονισμού που θα ήταν έστω ένα θετικό κρατούμενο μετά τη δυσώδη κρίση. Ως συνήθως, οι πάγιες καθυστερήσεις της Δικαιοσύνης επιτρέπουν να αιωρούνται επ’ αόριστον στη δημόσια ζωή και το θέμα και η σπέκουλα.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ