«Κόκκινο πανί» για την Τουρκία έχει γίνει το εξοπλιστικό πρόγραμμα της Ελλάδας. Και οι συμμαχίες που φιλοδοξεί η κυβέρνηση να φέρουν μαζί τους οι υπογραφές στα συμβόλαια των εξοπλιστικών. Υπογραφές που στην περίπτωση της Γαλλίας, για παράδειγμα, συνοδεύονταν και από μια ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής. Η Αγκυρα δεν αντιδρά μόνο στη συμμαχία Αθήνας – Παρισιού αλλά και στην ελληνοαμερικανική συμφωνία αμοιβαίας αμυντικής συνεργασίας (MDCA), η οποία υπεγράφη το 2021 με πενταετή διάρκεια και στη συνέχεια επ’ αόριστον. Και αφορά τις αμερικανικές βάσεις (διευκολύνσεις) σε Αλεξανδρούπολη, Σούδα, Λάρισα, Στεφανοβίκειο και Βόλο. Με την Τουρκία να θεωρεί ότι αυτές οι κινήσεις στρέφονται εναντίον της.
Και ενώ η Ελλάδα περιμένει να μπει στη σειρά για την απόκτηση των F-35, έχει ήδη αρχίσει να μετράει Rafale και να αναβαθμίζει τον στόλο των F-16, η Τουρκία αντιμετωπίζει μάλλον σοβαρά προβλήματα. Αφού λόγω των κυρώσεων που της έχουν επιβληθεί αποβλήθηκε από το πρόγραμμα των F-35 και η Ουάσιγκτον ακόμα δεν της έχει δώσει το πράσινο φως για την απόκτηση νέων F-16 και την αναβάθμιση των παλιών.
Η ώρα για τις κορβέτες. Προ των πυλών είναι και η υπογραφή μιας συμφωνίας για την απόκτηση 3+1 κορβετών από το ελληνικό Πολεμικό Ναυτικό. Οι αρμόδιοι εξετάζουν τόσο τη γαλλική όσο και την ιταλική πρόταση. Με τον υπουργό Εθνικής Αμυνας Νίκο Παναγιωτόπουλο να θέλει, σύμφωνα με πληροφορίες των «ΝΕΩΝ», να ζυγίζει και πολιτικά – διπλωματικά τις προτάσεις, ενώ στην απόφαση θα έχει λόγο και το Μέγαρο Μαξίμου. Αραγε θα μπορούσαν οι Ιταλοί μαζί με το συμβόλαιο να δώσουν μια συμφωνία με δεσμεύσεις για την αμυντική συνεργασία σαν αυτή που συνόδευε τις φρεγάτες Belharra;
Τα συμβόλαια των εξοπλιστικών πάντα ήταν ως έναν βαθμό και παραμένουν ένα σημαντικό κομμάτι της διπλωματίας και των στόχων που κάθε φορά θέτει η χώρα – αγοραστής και η χώρα – πωλητής. Στο πλαίσιο της εξοπλιστικής διπλωματίας η Αθήνα συμφώνησε με το Βερολίνο την ανταλλαγή των αρμάτων BMP-1 με τα πιο σύγχρονα γερμανικά Marder, προκειμένου τα πρώτα να σταλούν στην Ουκρανία. Στη βάση της νέας σελίδας που επιθυμεί η Ελλάδα να ανοίξει στις σχέσεις της με τη Γερμανία εξετάζει αν θα συζητήσει και την αναβάθμιση των αρμάτων Leopard καθώς και την απόκτηση τεθωρακισμένων οχημάτων Lynx. Στον κατάλογο, και η στρατηγική συνεργασία με το Ισραήλ, που επίσης συνοδεύεται από προίκα εξοπλιστικών.
Οπως παραδέχονται πηγές του Πενταγώνου, τόσο της στρατιωτικής ηγεσίας όσο και της πολιτικής, οι αγορές της Ελλάδας έγιναν υπό την πίεση της ελληνοτουρκικής κρίσης του 2020, ωστόσο η ανανέωση χαρακτηριζόταν επιβεβλημένη καθώς όλα έχουν ημερομηνία λήξης. Και η Ελλάδα στα δέκα χρόνια της κρίσης είχε μείνει πίσω στα εξοπλιστικά. Και θα χρειαζόταν να μπει στην κούρσα ακόμα και χωρίς την κρίση με την Τουρκία του 2020. Ισως όχι τόσο δυναμικά.
Ο υπουργός Αμυνας της Τουρκίας Χουλουσί Ακάρ στοχοποιεί σταθερά το εξοπλιστικό πρόγραμμα της Αθήνας, στη γραμμή που το κάνει και ο Ερντογάν.
Η ελληνική επιστολή στον ΟΗΕ
«Παραβίαση του διεθνούς δικαίου και σκόπιμη κλιμάκωση που υπονομεύει τη σταθερότητα στην περιοχή» χαρακτηρίζει με επιστολή της στον ΟΗΕ η Αθήνα το νέο τουρκολιβυκό μνημόνιο για υδρογονάνθρακες που υπεγράφη στις 3/10 από την κυβέρνηση της Τρίπολης και την Αγκυρα. Τονίζεται ότι η Αθήνα «έχει ipso facto και ab initio κυριαρχικά δικαιώματα στην υφαλοκρηπίδα της, σύμφωνα με το Δίκαιο της Θάλασσας, καθώς και κυριαρχικά δικαιώματα και δικαιοδοσία στην αποκλειστική οικονομική της ζώνη, όπως οριοθετείται από τη συμφωνία μεταξύ της κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της κυβέρνησης της Αραβικής Δημοκρατίας της Αιγύπτου για την οριοθέτηση της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης μεταξύ των δύο χωρών, με ημερομηνία 6 Αυγούστου 2020».
Στην επιστολή με ημερομηνία 17/11 της μόνιμης αντιπροσώπου της Ελλάδας στον ΟΗΕ, Μαρίας Θεοφίλη, γίνεται αναφορά στην ακυρότητα του τουρκολιβυκού μνημονίου του 2019 και υπογραμμίζεται ότι η Ελλάδα απορρίπτει κάθε πράξη που αψηφά την ειρήνη και τη σταθερότητα στην περιοχή, συμπεριλαμβανομένων των πράξεων που επιχειρούν να διαστρεβλώσουν την πολιτική διαδικασία προς μια συνολική λύση για τη Λιβύη. Ενώ υπογραμμίζεται ότι η κυβέρνηση Ντεμπεϊμπά δεν έχει δικαίωμα υπογραφής τέτοιων συμφωνιών που επηρεάζουν τις εξωτερικές σχέσεις της χώρας.