Οποιος διαβάζει τις έρευνες κοινής γνώμης και παρακολουθεί τις κινήσεις των πολιτικών μας το τελευταίο διάστημα μπαίνει στον πειρασμό να πει ότι, πάνω κάτω, το προεκλογικό σκηνικό έχει ήδη διαμορφωθεί. Πορευόμαστε στο οικείο στην Ελλάδα περιβάλλον μιας εκλογικής αναμέτρησης «δύο κόσμων». Τα δύο μεγαλύτερα κόμματα έχουν αποφασίσει να επενδύσουν στην πόλωση. Και η επικοινωνιακή στρατηγική τους είναι ήδη ορατή.

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης θα πάει στις πρώτες εκλογές με στρατηγική δεύτερου γύρου. Θέτει από την αρχή το δίλημμα «Μητσοτάκης ή Τσίπρας» με σαφή στόχευση: να πάρει η ΝΔ ήδη στην κάλπη της απλής αναλογικής ένα ποσοστό κοντά σε αυτό που θα εξασφάλιζε αυτοδυναμία με την ενισχυμένη. Δεν φαίνεται αδύνατο να το πετύχει. Οι μετρήσεις δείχνουν ότι η φθορά σε σχέση με το 2019 είναι ελεγχόμενη, ενώ στη σύγκριση ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ η ΝΔ βγαίνει νικήτρια. Αρα, η καμπάνια του θα επικεντρωθεί στο μήνυμα «Βγάλτε μας δυνατούς από τις πρώτες εκλογές για να αποκλειστεί το ενδεχόμενο να επιστρέψει ο ΣΥΡΙΖΑ. Η χαλαρή ψήφος που ευνοεί η απλή αναλογική μπορεί να οδηγήσει σε εκπλήξεις – μη ρισκάρετε!».

Κι έτσι, αν πετύχει τον στόχο (ένα ποσοστό λίγο πάνω, λίγο κάτω από το 35%-36%) θα είναι εύκολο να πάει στις επόμενες εκλογές με το δίλημμα «κυβέρνηση ΝΔ ή περιπέτειες και ακυβερνησία». Το ενδεχόμενο κυβέρνησης Τσίπρα θα έχει καεί ήδη από την πρώτη κάλπη. Αρα, η στόχευση θα είναι πια στους «νοικοκυραίους» που δεν θα θέλουν καθυστερήσεις, ατελείωτες διαπραγματεύσεις και κίνδυνο τρίτων εκλογών.

Εξίσου καθαρή μοιάζει και η στρατηγική Τσίπρα. Από τη μια μιλάει για συνεργασίες από τις πρώτες εκλογές, από την άλλη αποκλείει κυβέρνηση συνεργασίας «ηττημένων». Αρα, πιέζει κι αυτός το αντιδεξιό εκλογικό σώμα να στηρίξει τον ΣΥΡΙΖΑ από την πρώτη Κυριακή. Δικός του στόχος, η μεγαλύτερη δυνατή φθορά της ΝΔ. Κάθε ψήφος προς την Ακροδεξιά ή προς το ΚΙΝΑΛ και κάθε πολίτης που επιλέγει αποχή αντικειμενικά μπορεί να εξυπηρετήσει τον στόχο του ΣΥΡΙΖΑ: να είναι μικρή η διαφορά στην πρώτη κάλπη, ώστε να παίξει το χαρτί της αντιδεξιάς ψήφου στη δεύτερη. Με τα σημερινά δεδομένα, σε μια τέτοια περίπτωση, η ΝΔ έχει περισσότερες πιθανότητες να κερδίσει (αφού το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο παραμένει ισχυρότερο από το αντιδεξιό), αλλά ο Τσίπρας, αν χάσει με μικρή διαφορά, παραμένει στο παιχνίδι.

Τι μπορεί να χαλάσει αυτά τα σχέδια; Θα μπορούσε ίσως το ΚΙΝΑΛ να ταράξει τα νερά αν άλλαζε τη χλιαρή σημερινή γραμμή του αλλά αυτό χρειάζεται τόλμη και δημιουργική σκέψη που δεν δείχνει μέχρι στιγμής να έχει. Πριν βιαστούμε όμως να πούμε πως οι εξελίξεις είναι σχεδόν προδιαγεγραμμένες, όπως περιγράψαμε, ας αναλογιστούμε πως πίσω από τη φαινομενική σταθερότητα υπάρχουν κάποιες ενδείξεις υπόγειων ρευμάτων. Η εμπιστοσύνη στη δημοκρατία και σε μια ομαλή πορεία των πραγμάτων (που φάνηκε να υπάρχει το 2019) κλονίζεται. Η υπόθεση των υποκλοπών αντιμετωπίζεται με έναν κυνισμό που δεν σημαίνει όμως αποδοχή πως δεν τρέχει τίποτα. Η υπόθεση της Κιβωτού οδηγεί τους πολίτες στην παραδοχή ότι δεν μπορείς να κρατηθείς από πουθενά και πως το κράτος ούτε ελέγχει ούτε προστατεύει. Μέχρι τις εκλογές, αν εμφανιστεί άλλη μια τέτοιου τύπου υπόθεση, θα μπορούσαν τα υπόγεια ρεύματα σε συνδυασμό με την οικονομική πίεση να γίνουν κύμα αντισυστημισμού (με ενίσχυση της ψήφου κυρίως προς την Ακροδεξιά) και απογοήτευσης (με επιλογή την αποχή). Και αυτά θα μπορούσαν να επηρεάσουν το αποτέλεσμα της πρώτης κάλπης καθιστώντας άκυρα τα σημερινά σενάρια για τη δεύτερη!

Δε λέω ότι είναι το πιθανότερο να συμβεί. Λέω όμως ότι δεν είναι και απίθανο…

*Ο Χάρης Γούλιος είναι επικοινωνιολόγος, διευθυντής marketing του Mega