Τα επεισόδια που σημειώνονται τις τελευταίες ημέρες λόγω του βαρέος τραυματισμού ενός 16χρονου Ρομά είναι απαράδεκτα. Καμία κοινωνική ομάδα δεν επιτρέπεται για κανέναν λόγο να παίρνει τον νόμο στα χέρια της. Σε μια συντεταγμένη πολιτεία, το κράτος διατηρεί το έννομο μονοπώλιο της βίας. Και η ανεξάρτητη Δικαιοσύνη κρίνει αν αυτή η βία ασκείται όταν πρέπει, όπως πρέπει.

Ομως αυτά τα επεισόδια δεν είναι απρόκλητα. Ο 16χρονος Ρομά δεν τραυματίστηκε σε τροχαίο, αλλά από σφαίρα αστυνομικού. Και δεν είναι ο πρώτος. Εχουν προηγηθεί και άλλα κρούσματα αναίτιας ή υπερβολικής αστυνομικής βίας. Το φαινόμενο αυτό πρέπει να αντιμετωπιστεί. Τα όργανα της τάξης πρέπει να εκπαιδευτούν ώστε να μην ανοίγουν πυρ παρά μόνο όταν κινδυνεύουν ανθρώπινες ζωές. Ο Ν3169/2003 είναι σαφής για το πότε απαγορεύεται ο εν δυνάμει ανθρωποκτόνος πυροβολισμός.

Και αυτό αφορά όλους τους έλληνες πολίτες. Στην περίπτωση των Ρομά υπάρχει μια επιπλέον ιδιαιτερότητα: η παραβατικότητα στην οποία οδηγεί συχνά η περιθωριοποίηση ενός μέρους της κοινότητάς τους λόγω των δυσκολιών που παρουσιάζει η κοινωνική τους ενσωμάτωση. Θα πρέπει λοιπόν το κράτος να πολλαπλασιάσει τις πρωτοβουλίες και τα κίνητρα ώστε αυτή η ενσωμάτωση να γίνει όσο το δυνατόν πιο αρμονικά. Το κλειδί είναι χωρίς αμφιβολία το σχολείο. Κάθε παιδί που κυκλοφορεί ασκόπως στους δρόμους ή τους καταυλισμούς ενώ θα έπρεπε να είναι σε μια σχολική αίθουσα κινδυνεύει να παρασυρθεί στην ανομία.

Αν όμως η ενσωμάτωση είναι ευκταία, δεν είναι και υποχρεωτική. Οπως συμβαίνει και με τους υπόλοιπους πολίτες, η μόνη υποχρέωση των Ρομά είναι να σέβονται το Σύνταγμα και τους νόμους. Η διστακτικότητά τους να αφομοιωθούν στο κοινωνικό σύνολο δεν μπορεί λοιπόν να χρησιμοποιείται ως πρόσχημα ούτε για την άσκηση διακρίσεων εις βάρος τους ούτε για τον αποκλεισμό τους από τις παροχές του κοινωνικού κράτους.

Αυτό που απαιτείται τη συγκεκριμένη στιγμή από όλες τις πλευρές είναι ψυχραιμία. Εμπιστοσύνη στη Δικαιοσύνη. Και ελπίδα ότι το παιδί θα τα καταφέρει.