«Libido in lockdown» θα είναι η επόμενη έκθεσή σας.
Ενας από τους τρόπους για να ξεφύγει κανείς από τον ζόφο του εγκλεισμού ήταν και η λίμπιντο. Να ασχολείται κανείς με ερωτικά θέματα. Εγώ αυτή τη διέξοδο βρήκα. Αλλά δεν θα πω περισσότερα. Θα αποκαλυφθούν τον Μάρτιο στην γκαλερί Alma στο Κολωνάκι.
Είναι πιο βατό το θέμα της έκθεσης σε σχέση με το προηγούμενο όπου πρωταγωνιστούσαν οι κατσαρίδες.
Για τον περισσότερο κόσμο ίσως, για μένα όχι. Διότι δεν έχει και τόσο μεγάλη σημασία το αντικείμενο αλλά το πόσο αποτυπώνει την ιστορία που θες να πεις. Αυτή η μεγάλη έκθεση, με θέμα κατσαρίδες, έγινε πέρυσι τέτοια εποχή. Ηταν μια τεράστια εγκατάσταση με 2.000 κατσαρίδες σε διάφορες μορφές – ζωγραφική, γλυπτά και τα λοιπά -, σε έναν χώρο στα Καλύβια Αττικής. Οι κατσαρίδες ξεκινούν την ιστορία τους από τα πολεμικά πλοία όπου υπηρετούσα ως αξιωματικός. Το 1991 έγινα σημαιοφόρος, μόλις είχα τελειώσει τη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων, και τοποθετήθηκα στο αντιτορπιλικό «Κουντουριώτης». Πάνω στο πλοίο είχε πάρα πολλές κατσαρίδες. Καθόμασταν με τις στολές μας κυριλέ και, τσουπ, εμφανιζόταν μια κατσαρίδα.
Το Capten, που συνοδεύει το όνομά σας, προκύπτει από την περίοδο που υπηρετούσατε στο Ναυτικό;
Ισως να πηγαίνει και πιο παλιά! Εχασα τον πατέρα μου όταν ήμουν οκτώ ετών. Αυτή η απώλεια με καθόρισε. Η μητέρα μου επωμίστηκε όλο το βάρος της ανατροφής μας. Δεν ήταν και το πιο εύκολο πράγμα του κόσμου να μεγαλώνεις δύο αγόρια. Ενιωσα καταπιεσμένος και έψαχνα τρόπο να δραπετεύσω. Ετσι γεννήθηκε η επιθυμία μου να γίνω καπετάνιος. Είχα τρέλα με τη θάλασσα γιατί τα καλοκαίρια μου τα περνούσα στην Πρέβεζα. Μεγάλωσα ψαρεύοντας – είχα μάλιστα και δική μου βάρκα. Οταν τελείωσα το Λύκειο, πέρασα στη Σχολή Ναυτικών Δοκίμων κι έγινα αξιωματικός του Πολεμικού Ναυτικού.
Αλλά μάλλον ούτε εκεί αισθανόσασταν ελεύθερος.
Ενώ υπηρετούσα ως αξιωματικός στο Πολεμικό Ναυτικό, ξεκίνησα να σπουδάζω και στην Καλών Τεχνών, από το 2001. Υπηρετούσα τότε στη φρεγάτα «Ηπειρος». Μου άρεσε η δουλειά μου, είχα όμως και καλλιτεχνικές ανησυχίες. Από μικρός ζωγράφιζα και έκανα κατασκευές. Ηταν ένα μείγμα εκρηκτικό – στρατός, εικαστικά – και κάποια στιγμή έγινε η έκρηξη. Αποφασίζω να κάνω φροντιστήριο στον Τάσο Ρήγα, φοβερό δάσκαλο και ζωγράφο. Θυμάμαι την απίστευτη ευτυχία που ένιωσα όταν βγήκαν τα αποτελέσματα και ήμουν στους επιτυχόντες. Οταν με κάλεσαν στο τηλέφωνο για να μου πουν ότι πέτυχα στις εξετάσεις – γιατί βρισκόμουν πάνω στο πλοίο, κάναμε άσκηση -, έκλαιγα όλη μέρα απ’ τη χαρά μου. Η δουλειά μου στο Ναυτικό και τα εικαστικά μπλέκονταν.
Φαίνεται και στα έργα σας: υπάρχει παντού ένα στοιχείο, μια στολή, ένα καπέλο, γαλόνια.
Η πτυχιακή μου μάλιστα ήταν να δημιουργήσω το δωμάτιο που είχα στο πλοίο σε ροζ εκδοχή: σαν το σπίτι της Μπάρμπι. Οταν παρέδωσα και την πτυχιακή μου, έγινε κι ένα άλλο όνειρό μου πραγματικότητα: να γίνω καπετάνιος σε πλοίο. Είχε έρθει η ώρα να γίνω κυβερνήτης.
Περάσατε όμως πολλές τρικυμίες για να φτάσετε και να γίνετε καπετάνιος, αλλά και να μπείτε στην Καλών Τεχνών.
Η αλήθεια είναι ότι μου τέθηκε το δίλημμα μέσα μου να εγκαταλείψω το Ναυτικό και το πάλεψα πάρα πολύ. Με παίδεψε πάρα πολύ αυτή η αμφιβολία, διότι κάποια στιγμή είπα ότι θέλω να είμαι μόνο καλλιτέχνης.
Πότε αρχίσατε ν’ απομακρύνεστε από το Ναυτικό που αγαπούσατε και επικρατεί μέσα σας η επιθυμία να υπάρχετε μόνο ως καλλιτέχνης;
Ισως οδηγήθηκα από την πίεση της σκληρής δουλειάς, αλλά ακόμα δεν μπορώ να το πω με βεβαιότητα. Στην ουσία, δύο χρόνια πριν δώσω εξετάσεις για τη Σχολή Καλών Τεχνών. Είχα αρχίσει να δημιουργώ κάποια πράγματα, όπως ψηφιδωτά. Εκεί μου μπήκε το ζιζάνιο ν’ αφήσω το Ναυτικό. Πέρασα μια μεγάλη κρίση.
Υπό ποια έννοια;
Αποφάσισα να φύγω από το Ναυτικό παίρνοντας «τρελόχαρτο». Για έναν χρόνο ήμουν συνεχώς σε αναρρωτικές άδειες. Για να παίρνω όμως αυτές τις άδειες νοσηλευόμουν για μία εβδομάδα. Αυτό με κούρασε και συνειδητοποίησα ότι έπρεπε ν’ αποφασίσω αν θα φύγω ή θα μείνω. Κάτι δεν μου «πήγαινε» σε ψυχολογικό επίπεδο.
Προσπαθούσατε να αποδράσετε από το Ναυτικό για να υπάρξετε ως καλλιτέχνης;
Ναι, αλλά κατάλαβα ότι το όνειρό μου, να γίνω καπετάνιος, δεν το είχα πραγματοποιήσει. Ετσι, ένα ωραίο πρωί, γύρισα. Δεν ήταν εύκολη επιστροφή διότι έπρεπε ν’ αποδείξω ότι δεν είμαι «ελέφαντας». Χρειάστηκε να κάνω διπλάσια προσπάθεια για να κερδίσω πάλι τη θέση μου. Ετσι στάθηκα ξανά στα πόδια μου.
Σας αντιμετώπισαν με καχυποψία οι συνάδελφοί σας;
Ε, ναι. Λογικό, όταν επιστρέφει κάποιος ύστερα από έναν χρόνο άδειας που είχε πάρει με «τρελόχαρτο»… Ξεκίνησα από το μηδέν. Ισως βέβαια να ήταν και στο μυαλό μου. Επρεπε να αποδείξω ότι είμαι οκέι, ότι μπορώ ν’ αντεπεξέλθω και ν’ αναλάβω ευθύνες. Πήρα το παιχνίδι πάνω μου και σιγά σιγά, με την καθημερινή δουλειά και το πώς διαχειριζόμουν τις υποθέσεις που προέκυπταν, επανήλθα. Παράλληλα ζωγράφιζα και έτσι άρχισα να σκέφτομαι την προετοιμασία για την Καλών Τεχνών.
Ζήσατε όμως και την περιπέτεια του αναγκαστικού εγκλεισμού.
Τον Φεβρουάριο της προηγούμενης χρονιάς, μέσα στο lockdown, μπροστά από το σπίτι και κατά μήκος όλου του δρόμου, είχαν κατασκηνώσει ναρκομανείς. Μου είχαν σπάσει το αυτοκίνητο τρεις φορές, μου είχαν κλέψει κινητά, φωτογραφικές μηχανές, είχαν γεμίσει τον δρόμο με σύριγγες, ήταν μια κατάσταση τραγική. Δεν τολμούσα να βγω έξω από το σπίτι. Είχα αγανακτήσει.
Και τους επιτεθήκατε;
Ναι. Μια μέρα που τα έπινα από το μεσημέρι – συνήθεια του lockdown -, βγήκα έξω με μια σιδερένια βέργα και τους κυνήγησα. Αυτό ερέθισε τους αστυνομικούς, οι οποίοι ήρθαν και με συνέλαβαν. Να πω εδώ ότι όταν τους καλούσαμε να έρθουν να μαζέψουν τους χρήστες μπροστά από τα σπίτια μας δεν το έκαναν. Για μένα ήρθαν σε χρόνο dt και με «τσίμπησαν» αμέσως.
Και μετά;
Με πήγαν στο Τμήμα του Αγίου Παντελεήμονος, όπου εγώ είχα γίνει πιο έξαλλος με τις χειροπέδες που μου είχαν φορέσει. Την άλλη μέρα με μετέφεραν στο Δρομοκαΐτειο – επειδή εφημέρευε – με εισαγγελική παραγγελία για αλκοολισμό. Εκεί νοσηλεύτηκα – μαζί με εθισμένους στα ναρκωτικά αλλά και διαταραγμένους ψυχικά – σχεδόν τρεις εβδομάδες.
Σκέφτομαι ότι τον πρώτο εγκλεισμό σας λόγω ψυχικής διαταραχής τον επιδιώξατε, ενώ ο τελευταίος σάς επεβλήθη.
Ακριβώς, και μέσα μου έβραζα. Ζητούσα χαρτί από τις νοσοκόμες και με ένα στιλό καθόμουν όλη μέρα και ζωγράφιζα τους «συντρόφους» κυρίως και το περιβάλλον όπου ζούσαμε. 141 σκιτσάκια στο σύνολο. Ετσι μπόρεσα ν’ αντέξω τον εγκλεισμό μου στο Δρομοκαΐτειο.
Ενα ημερολόγιο εγκλεισμού, δηλαδή, ήταν τα σκιτσάκια αυτά.
Ναι, βέβαια, και έβαλα «Δρομοκαΐτειο Residency».
Τι σας δίδαξε αυτή η περιπέτεια του εγκλεισμού σε ένα ψυχιατρικό ίδρυμα, χωρίς να είστε στην ουσία ψυχικά διαταραγμένος;
Μου απέδειξε – για πολλοστή φορά – ότι τα πράγματα μπορούν ν’ ανατραπούν ανά πάσα ώρα και στιγμή και να μην έχεις εσύ τον έλεγχο. Οταν τελείωσε η περιπέτεια, έκλεισα το βιβλιαράκι με τα σκίτσα που είχα κάνει και είπα συνεχίζω από εκεί που είχε σταματήσει η ζωή. Δεν θα είχα τολμήσει να το ανοίξω πάλι αυτό το βιβλιαράκι αν δεν είχα μάθει ότι θα γίνει η έκθεση «Εγκλεισμοί» στο Δρομοκαΐτειο – με τη συμμετοχή 48 καλλιτεχνών. Βρήκα τον επιμελητή Δημήτρη Τρίκα και του είπα ότι υπάρχει αυτό το ντοκουμέντο – το βιβλιαράκι με τα σκίτσα που είχα κάνει όσο ήμουν έγκλειστος. Eχω περάσει πολλές δύσκολες στιγμές στη ζωή μου, αλλά οι 18 εκείνες ημέρες που έζησα εκεί ήταν μια φρίκη. Πήγαν να καταστραφούν όλα εν μια νυκτί. Με έσωσε η ζωγραφική. Σε άλλες φάσεις ίσως η σωτηρία μου να ήταν το αλκοόλ.
Επαναξιολογήσατε τη στάση σας απέναντι στη διαταραχή, δεδομένου ότι κάποια στιγμή επιχειρήσατε να «αποδράσετε» μέσω αυτής από το περιβάλλον στο οποίο δεν θέλατε να είστε – το Ναυτικό;
Κοίταξε, οι καλλιτέχνες ούτως ή άλλως δεν είναι φυσιολογικοί. Είναι οι τρελοί του χωριού. Κι εγώ αισθανόμουν ότι ήμουν ο τρελός του χωριού. Μέχρι που ανακάλυψα το χωριό με τους τρελούς, τη Σχολή Καλών Τεχνών. Τότε ισορρόπησα.