Με αφορμή τη ζωή και το έργο του κορυφαίου ζωγράφου Μικελάντζελο Μερίζι (1571-1610), γνωστού απλώς ως Καραβάτζιο, η υποκρισία αλλά και η ανελέητη ανθρώπινη εκμετάλλευση από τον κλήρο και την εξουσία σε μια εποχή βάρβαρη για την ανθρωπότητα, όπως ήταν τα μεταβατικά χρόνια από τον Μεσαίωνα στην Αναγέννηση, προκύπτουν ως βασικό θέμα της ταινίας «Στη σκιά του Καραβάτζιο» (L’ombra di Caravaggio, Ιταλία / Γαλλία, 2023) του Μικέλε Πλάσιντο. Πλάθοντας μια σχεδόν «φελινική» πινακοθήκη αλλοπρόσαλλων «κιαροσκούρο» εικόνων που παραπέμπουν αμέσως στο βαριά αρρωστημένο κλίμα εκείνης της εποχής (αλλά και στο ίδιο το έργο του Καραβάτζιο), ο Πλάσιντο, χωρίς ποτέ να αγιοποιεί τον ζωγράφο (που ήταν γνωστός για τον οξύθυμο χαρακτήρα του και είχε επίσης κατηγορηθεί για φόνο), ενδιαφέρεται να τονίσει το μένος που προκάλεσε στην Εκκλησία η ειλικρινής ανάγκη του να εκφραστεί για το θείο μέσα από την ανθρώπινη ματιά. Πάθη και αδυναμίες σε ακραίες και προκλητικές φιγούρες που κάνουν ακατονόμαστα πράγματα. Οι μορφές στους πίνακες του Καραβάτζιο (ανάμεσα στα πολύ γνωστά του τα «Ο Αγιος Ιερώνυμος στο σπουδαστήριό του», «Η Παναγία και το φίδι», «Η Σταύρωση του Αγίου Πέτρου» και «Ο αποκεφαλισμός του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή»), πόρνες, ζητιάνοι, έκφυλοι και μεθύστακες. Αριστουργήματα του καβαλέτου φτιαγμένα μέσα από τον πόνο που ο ίδιος ο δημιουργός ένιωθε για την ανθρωπότητα. «Θέλω να φέρω το Θείο κοντά στον Ανθρωπο», ούρλιαζε με πάθος (ο Ρικάρντο Σκαρμάτσιο δείχνει να ζει τον ρόλο του Καραβάτζιο). Και, φυσικά, τα έργα αυτά κρίθηκαν χυδαία και βλάσφημα από την Παπική Εκκλησία, παρότι ο ζωγράφος είχε τύχει της εύνοιας του καρδιναλίου Ντε Μόντε, ο οποίος θαυμαζε τη δουλειά του πρώτου, καθότι αυτοαποκαλείτο «άνθρωπος της θρησκείας που συγκινείται από την τέχνη» (σε αυτόν τον ρόλο βρίσκουμε τον ίδιο τον σκηνοθέτη που είναι κατ’ αρχάς ηθοποιός). Η ιστορία της ταινίας γίνεται πιο πικάντικη αποκτώντας ένα είδος «αστυνομικής ίντριγκας», detective story: είναι η διαδικασία της έρευνας που η Παπική Εκκλησία αναθέτει σε έναν εκπρόσωπό της (Λουί Γκαρέλ) προκειμένου να στηρίξει το κατηγορητήριό της εναντίον του Καραβάτζιο. Αυτή είναι η άλλη πλευρά του νομίσματος και εκεί, μέσα από τη σταδιακή μετάλλαξη του αρχικώς άκαμπτου ιεροεξεταστή, ιδίως όταν νιώθει ότι δεν μπορεί να κρύψει και τον δικό του θαυμασμό απέναντι στη μεγάλη τέχνη, ο Πλάσιντο ψύχραιμα, τεκμηριωμένα, επισημαίνει και με τον δικό του τρόπο επισφραγίζει τη διαχρονική αξία των έργων του Καραβάτζιο, έχοντας καταθέσει μία από τις πιο πρωτότυπες «βιογραφικές» ταινίες των τελευταίων ετών.

Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.

Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε

Ή εγγραφείτε

Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ