Μια φορά κι έναν καιρό ήταν ένα μικρό ορεινό χωριό στη δυτική πλευρά του Πάρνωνα, περιτριγυρισμένο από πεύκα και έλατα, που λεγόταν Βαμβακού. Οι περίπου 1.200 κάτοικοί του είχαν οικογένειες πολυμελείς, ήταν αιωνόβιοι και ασχολούνταν με τη γεωργία και την κτηνοτροφία. Οι Βαμβακίτες, όταν δεν έβοσκαν τα 30.000 αιγοπρόβατά τους, συζητούσαν για τον τόπο τους στο καφενείο της πλατείας του χωριού με τον πλάτανο. Η αγάπη τους για το χωριό ήταν τόση που, το 1898, είχαν συνάψει μέσω της «Επιτροπής Πληρεξουσίων» ένα κοινωνικό συμβόλαιο με σύνθημα «η ισχύς εν τη ενώσει», που στόχο είχε τη μέριμνα για έργα κοινωφελή, με τους κατοίκους να αφιερώνουν 15 ημέρες τον μήνα σε εθελοντικές εργασίες για την ευημερία της κοινότητας. Κι ύστερα ήρθε η μετανάστευση και ο ξεριζωμός.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ