«Κάποια μέρα, ελπίζω να μπορέσουμε να παίξουμε ποδόσφαιρο μαζί στον ουρανό». Η επιθυμία του Πελέ μπορεί πλέον να πραγματοποιηθεί. Ο Βασιλιάς του ποδοσφαίρου έχοντας πια στο πλευρό του τον ατίθασο Πρίγκιπα Ντιέγκο Μαραντόνα θα βρεθούν αντιμέτωποι με τον Κρόιφ, τον Πούσκας, τον Γκερντ Μίλερ στους ουρανούς του κλέους.
Το σύμβολο της βραζιλιάνικης χειραφέτησης, ο, ίσως, διασημότερος άνθρωπος της σύγχρονης ιστορίας, δεν ζει πια ανάμεσά μας.
Οι Βραζιλιάνοι θρηνούν για το αμούστακο παιδί που σκότωσε το σύνδρομο του σκύλου που κουβαλούσαν στις πλάτες τους από εκείνο το μοιραίο απόγευμα του 1950 όταν η Σελεσάο έφυγε ηττημένη από το Μαρακανά.
Ο Πελέ εγκατέλειψε τα εγκόσμια στα 82 του χρόνια, αλλά για τους συμπατριώτες του ο χρόνος σταμάτησε στις 21 Ιουνίου του 1970, όταν 29 ετών, στην κορυφαία παράσταση της ζωής του, κέρδιζε για πάντα τις καρδιές τους και το τρόπαιο του Ζιλ Ριμέ. Ηταν η μέρα που ο Πελέ φώναξε στα αποδυτήρια με όλη τη δύναμη της ψυχής του «Δεν είμαι νεκρός. Δεν είμαι νεκρός». Στη χώρα του Jogo Bonito μια λεπτή κόκκινη γραμμή χωρίζει το μίσος από τη λατρεία. Δύο συναισθήματα που ένιωσαν σχεδόν ταυτόχρονα οι Βραζιλιάνοι για τον Πελέ στα ύστερα χρόνια του Μουντιάλ του 1966.
Το «θαύμα»
Το φως των φτωχών στις τσίγκινες φαβέλες, το ένσαρκο όνειρο κάθε παιδιού, ο άνθρωπος που τράβηξε από την κατάθλιψη ένα ολόκληρο έθνος, αυτός που στα 21 του χρόνια χαρακτηρίστηκε «εθνικός θησαυρός» αναγκαζόταν να επανασυστηθεί.
Ο Θεός αγαπούσε το γελαστό αγόρι από τα παιδικά του χρόνια. Το πρώτο σημάδι ήταν το όνομα που του έστειλε. Βαφτίστηκε Εντσον από τον εφευρέτη Εντισον, αλλά οι συμμαθητές του, για να τον πειράξουν επειδή δεν έλεγε σωστά το όνομα του τερματοφύλακα Μπιλέ, του κόλλησαν το παρατσούκλι «Πελέ». Εφαγε δύο ημέρες αποβολή όταν χτύπησε ένα από τα καλόπαιδα που συνέχιζαν να τον πειράζουν. Οταν έγινε αντιληπτό από τους υπόλοιπους το πόσο τον ενοχλούσε δεν ακούστηκε ξανά το Εντσον ή το Ντίκο, όπως ήθελε να τον φωνάζει ο πατέρας του, Ντονίνιο. Αργότερα ανακάλυψε με τη βοήθεια ενός θεολόγου πως το «Πελέ» στα εβραϊκά σημαίνει «θαύμα».
Στην κατάλληλη θέση
Ενα θαύμα του ποδοσφαίρου που βρισκόταν πάντοτε στην κατάλληλη θέση την κατάλληλη στιγμή. Στη σκηνή όπου ανέβηκε το 1970 όλα είχαν συντονιστεί με τέτοιον τρόπο που συνετέλεσαν στον επαναπροσδιορισμό του μύθου του.
Σε εποχές που το Ιντερνετ και οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης δεν υπήρχαν ούτε ως σκέψη, που η επικοινωνία και οι τηλεοπτικές μεταδόσεις έκαναν τα πρώτα βήματά τους, ο Πελέ ήταν ήδη διάσημος μέχρι και στο τελευταίο χωριό των αυτοχθόνων του Αμαζονίου, ενώ στα ιγκλού οι Ινουίτ είχαν κολλημένα τα πόστερ του.
Εχουν πει πως ο Τζορτζ Μπεστ ήταν ο πέμπτος Μπιτλ. Παραφωνία της ιστορίας. Το πέμπτο σκαθάρι μιλούσε πορτογαλικά, φορούσε παντελόνια καμπάνα, λάτρευε τις γυναίκες, την κιθάρα και τα τραγούδια, ήταν πλούσιος, κακομαθημένος και διάσημος.
Το παιδί από το Τρες Κορασόες δεν υπήρχε πια. Το φτωχόπαιδο που έπαιζε ξυπόλυτος με τα γκρέιπφρουτ εν είδει μπάλας, και πάλευε για τα προς το ζην αγκαλιά με το κασελάκι του, είχε εγκαταλείψει για πάντα στο Μίνας Ζεράις, ή έτσι ήθελε να πιστεύουμε. Ο ρυθμός που ανέδιδε το μικρό ξύλινο κουτί με τη βοήθεια των χεριών του τον ακολουθούσε μέχρι τα γεράματα, όπως έδειξε ο ίδιος στην ταινία για τη ζωή του. Είμαστε τα παιδικά μας χρόνια που έλεγε και ο Φρόιντ και ο Πελέ παρέμεινε ο μικρός Εντσον, ο Ντίκο, ο «Γιος του Πολεμιστή» για τον πατέρα και μέντορά του, για τον οποίο ο μύθος λέει πως κατέχει το παγκόσμιο ρεκόρ με γκολ από κεφαλιές.
Ο υπεταλαντούχος Πελέ πήγε στα 15 του στη Σάντος και έφυγε στα ποδοσφαιρικά του γεράματα, το 1975, ως νέος Χριστόφορος Κολόμβος για να ανακαλύψει το ποδόσφαιρο στην Αμερική με τη φανέλα της Κόσμος.
Ενα μόνιμο χαμόγελο
Στο πρώτο του Μουντιάλ, στη Σουηδία το 1958, οι νεαρές ξανθές χάιδευαν το πρόσωπό του και στη συνέχεια κοιτούσαν τα χέρια τους για να δουν αν ξεβάφει. Ούτε το άγχος, ούτε ο ρατσισμός, ούτε το βάρος της αποστολής που είχε αναλάβει δεν μπορούσαν να αφαιρέσουν το χαμόγελο από το πρόσωπό του. Μόνο η δόξα τον λύγισε στην αγκαλιά του Ζιλμάρ και έκλαψε όπως δεν είχε κλάψει από το ξύλο που έτρωγε από τη μάνα του, τη Σελέστε Αράντες.
Ισως ο φόβος μήπως επιστρέψει στα βρωμόνερα, ίσως η φιλοδοξία του να ανέβει εκεί όπου δεν είχε φτάσει ποτέ κανένας άλλος, λειτούργησαν ως ασπίδα προστασίας της προσωπικότητάς του. Λάτρευε να τον λατρεύουν. Να κόβει κορδέλες και να αποκαλύπτει φιλοτεχνημένα αγάλματα με τη φιγούρα του.
Σκάλισε με τέχνη αρχαίου γλύπτη το προφίλ του «Βασιλιά», του «O Rei» και ο κόσμος τού συγχώρεσε κάθε ανορθογραφία της ζωής του – και δεν ήταν λίγες. Μία από αυτές ήταν η δική του μεθοδολογία μέτρησης των τερμάτων που είχε πετύχει στην καριέρα του. Στα 29 του, στις 26 Νοεμβρίου 1969, πέτυχε το χιλιοστό γκολ της καριέρας του κάνοντας ριφιφί στη δόξα των αστροναυτών του «Απόλλων 12» Πιτ Κόνραντ και Αλαν Μπιν που έγιναν την ίδια ημέρα ο τρίτος και ο τέταρτος άνθρωπος που περπάτησαν στη Σελήνη.
Οπορτουνιστής
Οσο σπουδαίος ποδοσφαιριστής υπήρξε, άλλο τόσο καταπληκτικός οπορτουνιστής αποδείχτηκε στη ζωή του. Λάτρης του χρήματος και φίλος κάθε είδους εξουσίας, ο Πελέ μόνο μία φορά στη ζωή του βρέθηκε απέναντι σε πρόεδρο: τον συμπατριώτη του και επικεφαλής της FIFA Ζοάο Χαβελάνζε, ο οποίος του απαγόρευσε να παραβρεθεί στην κλήρωση του Μουντιάλ 1994.
Από τις ιστορίες που η λήθη έκανε χάρη στον Πελέ ήταν η σχέση του με τον δικτάτορα της χώρας του, Μέντιτσι. Είχε μετατραπεί στον καλύτερο πρεσβευτή του καθεστώτος του μετά τον θρίαμβο της Σελεσάο το 1970. Τέσσερις μήνες μετά ως εκλεκτός του δικτάτορα επέστρεψε στο Μεξικό και εγκαινίασε στην Γουαδαλαχάρα την Πλατεία Βραζιλίας. Στην αλληλογραφία του δικτάτορα με τον Πελέ που παρέδωσε ο γιος του Μέντιτσι, Ρομπέρτο, το 2004 στο Ιστορικό και Γεωγραφικό Ινστιτούτο της χώρας το Μαύρο Διαμάντι τον αποκαλεί «πολύ αξιοπρεπή πρόεδρο».
Η ζωή του Πελέ είναι ένα συναρπαστικό αφήγημα, στο οποίο κατάφερε ο πρωταγωνιστής να υφάνει τον μύθο του με τρόπο μοναδικό.
Κινητή διαφήμιση
Στη δεκαετία του 1970 θεωρούνταν ο πιο διάσημος άνθρωπος στον κόσμο. Πρόεδροι χωρών, ακόμα και των ΗΠΑ, του ζητούσαν αυτόγραφα. Η παρουσία του σε φιλικό παιχνίδι ήταν αρκετή για να σταματήσει ο εμφύλιος πόλεμος στο άλλοτε Βελγικό Κονγκό. Οι μεγαλύτερες εταιρείες σχημάτιζαν ουρές για να του προσφέρουν συμβόλαια συνεργασίας.
Στη διάρκεια του Μουντιάλ του Μεξικού έκανε νόημα στον διαιτητή να περιμένει ένα λεπτό για να δέσει τα κορδόνια των παπουτσιών του. Η κάμερα ζούμαρε στα νέα παπούτσια της Puma, τα οποία στη συνέχεια έγιναν ανάρπαστα.
Ο Πελέ είχε το χάρισμα να πουλά σε υψηλές τιμές κάθε πτυχή της ζωής του. Στις 31 Αυγούστου 1969, μετά το παιχνίδι της Βραζιλίας με την Παραγουάη στο Μαρακανά, για τα προκριματικά του Μουντιάλ 1970 που διεξήχθη παρουσία 183.341 θεατών, ο Πελέ έτρεξε στο στούντιο για να ηχογραφήσει δύο τραγούδια με τη διάσημη συμπατριώτισσά του τραγουδίστρια Ελίς Ρεζίνα. Η φήμη που τον έλουζε ήταν αρκετή για να καλύψει τις παράταιρες νότες.
Ο Πελέ είναι από τους μοναδικούς παίκτες που έχει καταφέρει να μιλάει όλος ο κόσμος γι’ αυτόν για τα γκολ που δεν πέτυχε. Για την κεφαλιά που απέκρουσε ο Μπανκς, για το σουτ από τη σέντρα που κατέληξε άουτ, για την ντρίμπλα με το σώμα στον Μαζουρκίεβιτς.
Οι ενδόμυχες έχθρες
Αν ανατρέξετε στη στατιστική του Μουντιάλ, πουθενά δεν θα τον βρείτε σε κορυφαίες θέσεις σε γκολ, συμμετοχές, στατιστικά.
Διατείνεται σε κάθε ευκαιρία πως έχει κατακτήσει τρία Παγκόσμια Κύπελλα. Το 1962 τραυματίστηκε νωρίς στη διοργάνωση και το Ζιλ Ριμέ το σκάλισε με κάθε λεπτομέρεια ο στραβοκάνης Γκαρίντσα.
Υποστηρίζει πως έχει πετύχει 1.283 γκολ, ενώ τα καταγεγραμμένα τέρματά του σε επίσημα ματς είναι 758. Ο Ρονάλντο Το Φαινόμενο που πάντοτε αμφισβητούσε την ανωτερότητα του Πελέ έχει δηλώσει πως το Μαύρο Διαμάντι μετρούσε και τα γκολ που πετύχαινε στο ηλεκτρονικό παιχνίδι που φέρει το όνομά του.
Τα αποκαλυπτήρια των ενδόμυχων του ανδρός έγιναν όταν του ζητήθηκε να αναφέρει τους κορυφαίους εν ζωή παίκτες. «Ξέχασε» δύο από τους καλύτερους δεξιούς ακραίους και πρώην συμπαίκτες του, τον Κάρλος Αλμπέρτο και τον Τζάλμα Σάντος. «Ξέχασε» επίσης τον Νίλτον Σάντος, τον Ριβελίνο, τον Ζέρσον, τον Ζιλμάρ, τον Τοστάο, τον Ζαγκάλο.
Το αμερικανικό όνειρο
Πρωταγωνιστές στις νίκες της Βραζιλίας, τους οποίους αγνόησε μετατρέποντας σε one man show την επιτυχία. Μπορεί να επέλεξε να μην αγωνιστεί ποτέ σε κορυφαία ευρωπαϊκά πρωταθλήματα προτάσσοντας ως δικαιολογία την ανακήρυξή του από τη Βραζιλία ως εθνικού θησαυρού που απαγορεύεται να φύγει από τη χώρα, ωστόσο όταν οι Αμερικανοί τού κούνησαν στα ποδοσφαιρικά του γεράματα το πράσινο χαρτονόμισμα με την εικόνα του Τζορτζ Ουάσιγκτον έκανε την καρδιά του πέτρα και μετακόμισε το 1975 στην Κόσμος της Νέας Υόρκης. Στην Αμερική τον υποδέχτηκαν ως Μεσσία που θα ανάσταινε το ποδόσφαιρο. Υστερα από κάθε παιχνίδι οι αντίπαλοί του έδιναν μάχη για να πάρουν τη φανέλα του. Η Κόσμος αναγκάστηκε τελικά να τους δίνει από μία φανέλα.
Το αντίο
Την 1η Οκτωβρίου 1977, στο τελευταίο του παιχνίδι, τη φιλική αναμέτρηση Κόσμος – Σάντος, στις εξέδρες του Giants Stadium είχαν βρεθεί 75.646 θαυμαστές του Πελέ, οι τέσσερις από τους πέντε αρχηγούς των ομάδων που κατέκτησαν το Παγκόσμιο Κύπελλο στις πέντε προηγούμενες διοργανώσεις, ο Ρόμπερτ Ρέντφορντ, η Ντάιαν Κίτον, ο Μικ Τζάγκερ με την Μπάρμπρα Στρέιζαντ, το μισό Κογκρέσο και ο Μοχάμεντ Αλι.
Το τελευταίο του όνειρο ήταν να μετονομαστεί το Μαρακανά σε «Στάδιο Βασιλιάς Πελέ». Ο κυβερνήτης του Ρίο Κλάουντιο Κάστρο το απέτρεψε επιμένοντας πως το μυθικό γήπεδο πρέπει να διατηρήσει την ονομασία του «Δημοσιογράφος Μάριο Φίιο» προς τιμήν του ανθρώπου που είχε την ιδέα να χτιστεί το Μαρακανά.