Μόλις λίγα λεπτά μετά τον ισχυρό σεισμό, μια ομάδα drones πετά πάνω από τα ερείπια αναζητώντας επιζώντες. Εξειδικευμένα ρομπότ εισχωρούν βαθιά στα χαλάσματα ανιχνεύοντας πτητικές ουσίες από ανθρώπινα σώματα ώστε να καταλάβουν αν οι εγκλωβισμένοι είναι νεκροί ή ζωντανοί, ενώ προηγμένα γεώφωνα εντοπίζουν από αρκετή απόσταση αλλά με ακρίβεια εκατοστού ακόμη και τις απειροελάχιστες δονήσεις κάτω από τα κτίρια που έχουν καταρρεύσει. Δεν είναι εικόνα από το μέλλον αλλά μια σκηνή από όσα διαδραματίστηκαν προσφάτως στην Αττική, πριν από λίγες ημέρες, στο πλαίσιο ενός ευρωπαϊκού προγράμματος που αξιοποιεί τεχνολογίες επόμενης γενιάς για τον εντοπισμό εγκλωβισμένων σε ερείπια έπειτα από μαζικές καταστροφές.

Το ευρωπαϊκό πρόγραμμα CURSOR υπόσχεται να αλλάξει τα δεδομένα στον χώρο της διάσωσης. Πρωτοπορεί, καθώς εμπλέκει για πρώτη φορά στη σχεδίαση των νέων εργαλείων από την αρχή τους τελικούς χρήστες, δηλαδή τους διασώστες, την Αστυνομία, την Πυροσβεστική, το ΕΚΑΒ και άλλους, ώστε με την εμπειρία και τις προτάσεις τους να συμβάλουν στη δημιουργία προϊόντων που θα απαντούν στις ανάγκες του πεδίου σε περίπτωση εκτεταμένης καταστροφής. Οικοδεσπότης και διοργανωτής της πιλοτικής δράσης που πραγματοποιήθηκε στις Αφίδνες ήταν η Ελληνική Ομάδα Διάσωσης Αττικής, η οποία είχε την ευθύνη τόσο για τις συναντήσεις ενημέρωσης όσο και για την ανάπτυξη και υποστήριξη πολλαπλών ομάδων εργασίας σε ανοικτό πεδίο σε ρεαλιστικές συνθήκες πολυήμερης αποστολής.

Ελεγχοι

«Η δράση πραγματοποιήθηκε στο εκπαιδευτικό κέντρο της Ελληνικής Ομάδας Διάσωσης Αττικής και ήταν ο τελικός πιλότος της πλατφόρμας, μετά τους εργαστηριακούς ελέγχους και τις επιμέρους δοκιμές των εργαλείων που περιλαμβάνει», λέει στα «ΝΕΑ» ο Χάρης Γεωργίου, μέλος της ΕΟΔΑ και LEAR ερευνητικών προγραμμάτων. «Η πλατφόρμα εργαλείων CURSOR περιλαμβάνει έναν στόλο διαφορετικών τύπων drones για έρευνα και χαρτογράφηση ανοικτού πεδίου, με δυνατότητα δυναμικής τρισδιάστατης μοντελοποίησης των περιοχών εργασίας σε χρονικό διάστημα μιας – μιάμισης ώρας, εναέρια πλατφόρμα για το κέντρο επιχειρήσεων και μια ειδικά σχεδιασμένη εναέρια πλατφόρμα για τη μεταφορά αυτόνομων ρομποτικών συσκευών εδάφους, των λεγόμενων UGV, σε επιλεγμένα σημεία του πεδίου. Αυτές οι ρομποτικές συσκευές αποτελούν επίσης ειδική σχεδίαση με έμφαση στη διείσδυση, βαθιά μέσα σε σωρούς ερειπίων και χαλασμάτων, φέροντας οπτικές/θερμικές κάμερες, ηχητικά μέσα, φωτισμό LED, μικρόφωνο για επικοινωνία με το θύμα, ακριβή εντοπισμό θέσης μέσα σε ερείπια και το “sniffer”, το οποίο είναι ένας καινοτόμος χημικός αισθητήρας πτητικών ουσιών για την ανίχνευση ζωντανών ή μη θυμάτων, καθώς και διάκριση μεταξύ ανθρώπων και ζώων. Τα ρομπότ αυτά έχουν το μέγεθος ενός λάπτοπ και βάρος περίπου δύο κιλών, ώστε να μεταφέρονται με drones», εξηγεί ο κ. Γεωργίου. «Επιπλέον, δοκιμάστηκε μια νέα γενιά ψηφιακών γεωφώνων που μπορούν να αναπτυχθούν έξω από το σημείο της καταστροφής και να παρέχουν 3d εντοπισμό ακόμη και ελάχιστων δονήσεων από ζωντανά θύματα, ενώ παράλληλα έχουν τη δυνατότητα εφαρμογής δυναμικών ψηφιακών φίλτρων σήματος για επιλεκτική καταστολή θορύβου, όπως για παράδειγμα θόρυβοι από γεννήτριες ηλεκτρικού ρεύματος που μπορεί να λειτουργούν κατά τη διάρκεια της έρευνας. Σε αυτό το τελευταίο κομμάτι, στα ψηφιακά γεώφωνα, εργάστηκε και η ελληνική αποστολή. Ολα αυτά τα δεδομένα αισθητήρων μεταδίδονται από ένα συμπαγές πακέτο τηλεπικοινωνιών που αναπτύσσεται από την ομάδα ειδικά για το πεδίο», προσθέτει ο Χάρης Γεωργίου.

Νυχτερινές πτήσεις

Στην εκτέλεση της ρεαλιστικής αποστολής σε ανοικτό πεδίο συμμετείχαν περίπου 90 άτομα. Εκτός των άλλων, στο σημείο αναπτύχθηκαν δύο ζώνες προσγείωσης, ασφαλείς διάδρομοι πτήσης για τα drones και τρία σημεία έρευνας σε περιορισμένο χώρο για θύματα κάτω από ερείπια και σε συνθήκες σχεδόν μηδενικής ορατότητας, προσομοιώνοντας έτσι με ρεαλιστικό τρόπο μια πραγματική «καυτή ζώνη». Ο τελικός πιλότος του CURSOR δοκίμασε στο έπακρο τις δυνατότητες της πλατφόρμας εργαλείων που έχουν αναπτυχθεί, συμπεριλαμβάνοντας νυχτερινές πτήσεις drones και εναέρια μεταφορά των ρομπότ UGV υπό βροχή και άνεμο.

Η επόμενη προγραμματισμένη δράση για την πλατφόρμα εργαλείων του CURSOR πραγματοποιείται στη Γερμανία, όπου θα διεξαχθεί η τελική συνάντηση επίδειξης, ενώ το πρόγραμμα θα ολοκληρωθεί τον Φεβρουάριο και κάποια από τα εργαλεία που αναπτύχθηκαν αναμένεται να κυκλοφορήσουν στην αγορά ως εμπορικά προϊόντα. «Για εμάς ως τελικούς χρήστες ήταν μια πολύ σημαντική εμπειρία», λέει ο Χάρης Γεωργίου. «Χαιρόμαστε που μπορέσαμε να βοηθήσουμε σε κάτι με πρακτική εφαρμογή και που είχαμε την ευκαιρία να εκπαιδευτούμε σε κάποιες από τις νέες τεχνολογίες που σίγουρα θα δούμε κάποια στιγμή στην αγορά».