Θα έφτανε η μαρτυρία του Σταύρου Ξαρχάκου, που σύμφωνα με αυτήν, τα τραγούδια του Νίκου Γκάτσου χαρακτηρίζονταν ως «αμοργιανάκια» – χάρη στον τίτλο της μοναδικής ποιητικής του συλλογής «Αμοργός» – για να αρχίσουμε να συζητάμε σοβαρά κατά πόσο ένα τραγούδι μπορεί να λογαριαστεί ως ποίηση. Βέβαια η ύπαρξη καθαρόαιμων και σπουδαίων ποιητών είτε έγραψαν στίχους για τραγούδια είτε μελοποιήθηκαν τα ίδια τα ποιήματά τους, όπως, για παράδειγμα, χωρίς καμία αξιολογική σειρά, ο Τάσος Λειβαδίτης, ο Μανόλης Αναγνωστάκης, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Μάνος Ελευθερίου, ο Γιάννης Ρίτσος, ο Μιχάλης Γκανάς, ο Νίκος Καρύδης, ο Γιώργος Σεφέρης – παρακαλώ να μην ξεχάσουμε τον Κώστα Κινδύνη και τον Ακο Δασκαλόπουλο – θα έπρεπε να έχει απαντήσει στο ερώτημα προκειμένου να αποφασίσουμε κατά πόσο ένα τραγούδι όταν διαβάζεται, χωρίς να ακούει κανείς τη μουσική που το έχει ντύσει, μπορεί να συγκινεί όσο ένα ποίημα που δεν πρόκειται να μελοποιηθεί ποτέ. Πώς θα το κάνουμε, όταν διαβάζεις ή ακούς μελοποιημένους, για παράδειγμα, γιατί είναι εκατοντάδες, ή μάλλον χιλιάδες, τους στίχους του Μάνου Ελευθερίου «κι απ’ το παλιό μαρτύριο να έχει μείνει / ένα σκυλί τη νύχτα που διψά», ή τους στίχους του Αλκη Αλκαίου «πώς η ανάγκη γίνεται ιστορία / πώς η ιστορία γίνεται σιωπή», αισθάνεσαι την ευρύτητα του ηθικού και αισθητικού τους διασκελισμού, άρα και γνήσια καλλιτεχνικού, τόσο μεγάλη όση ενέχει μια υψηλή μορφή ποίησης. Πιστεύουμε πως το σημερινό αφιέρωμά μας, για ένα αν και λυμένο ωστόσο εξαιρετικά ακανθώδες ερώτημα, να δίνει χάρη σε έξι καθ’ ύλην αρμόδιους εκπροσώπους, τις πραγματικές διαστάσεις μιας «συζυγίας» ή ενός «διαζυγίου» με συναρπαστική σε οποιαδήποτε περίπτωση ιστορία.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ