Στην κινηματογραφική προβολή των «Fabelmans», την υπέροχη ταινία του Στίβεν Σπίλμπεργκ, αμέσως μετά τις διαφημίσεις, εμφανίζεται ο σκηνοθέτης ο οποίος παρουσιάζει την αυτοβιογραφική δουλειά του και, κλείνοντας, εύχεται στους θεατές το τυπικά αγγλοσαξονικό «εντζόι». Ο μεταφραστής, όμως, δεν μεταφράζει «καλή διασκέδαση» (το τυπικά ελληνικό) αλλά «καλή θέαση».

Υπήρξε μια περίοδος κατά την οποία οι άνθρωποι του κινηματογράφου πίστευαν ότι είναι δημιουργοί. Εκαναν έργα για προβληματισμό που έδειχναν στους λίγους θεατές τον δρόμο προς τη λύτρωση – προς μια τελεολογία, «πνευματική» ή επαναστατική. Οι σκηνοθέτες εκείνοι δεν εύχονταν «καλή διασκέδαση» στους θεατές. Δεν ήθελαν να είναι διασκεδαστές, αλλά ινστρούχτορες και καθοδηγητές.

Σε ένα επεισόδιο της σειράς του Netflix «Emily in Paris», ο σερβιτόρος στο εστιατόριο, αφού σερβίρει, εύχεται το τυπικό «μπον απετί». Ο μεταφραστής, όμως, δεν μεταφράζει το τυπικά ελληνικό «καλή όρεξη» αλλά «καλή απόλαυση». Ο νεολογισμός αυτός πρέπει να είναι το κινηματογραφικό αντίστοιχο της τάσης του γκουρμέ στα εστιατόρια. Η όρεξη είναι ταπεινή διεκδίκηση, ενώ η απόλαυση είναι διεκδίκηση του υψηλού. Κάπως έτσι νομίζουν ότι αναβαθμίζεται το επάγγελμα της εστιατορικής σε «λειτούργημα» και, ιδίως, ότι αμπαλάρονται οι αδικαιολόγητα υψηλές τιμές του γκουρμέ α λα ελληνικά. Καλά κρασά.