Οι πρόσφατες προφυλακίσεις ανήλικων σεξουαλικών παραβατών γεννούν το ερώτημα εάν λύση είναι η αυστηροποίηση της ποινικής μεταχείρισης των ανήλικων παραβατών. «Είναι προς το “βέλτιστο συμφέρον του παιδιού” (βλ. άρθρο 3 ΔΣΔΠ) ο εγκλεισμός σε σωφρονιστικό κατάστημα, το οποίο μάλιστα δεν έχει προβλέψει τη “φιλοξενία” παιδιών μετά την κατάργηση του Ειδικού Καταστήματος Κράτησης Κορίνθου, αλλά μόνο νεαρών ενηλίκων (άνω των 18); Σε τι εξυπηρετεί η επιλεκτική ποινικοκατασταλτική πολιτική σε βάρος της ανηλικότητας, τη στιγμή που την ίδια εποχή για την τέλεση ειδεχθέστερων εγκλημάτων από ενηλίκους επιβλήθηκαν στη χειρότερη περίπτωση περιοριστικοί μόνο όροι; Ηταν πράγματι ο εγκλεισμός η ύστατη καταφυγή; Πώς θα επιδράσει στην προσωπικότητα ενός 15χρονου εφήβου η στέρηση της ελευθερίας σε έναν πλήρως ακατάλληλο χώρο;» αναρωτιέται η αναπληρώτρια καθηγήτρια Εγκληματολογικής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης Ολγα Θεμελή, συμπληρώνοντας πως «οι έρευνες διεθνώς υπογραμμίζουν ότι ο εγκλεισμός στην πρώιμη ηλικία επιδρά καταλυτικά και καταστροφικά, οδηγώντας σε συντριβή τον ανήλικο και με βεβαιότητα στην υποτροπή».

«Αμήχανη και καθησυχαστική απάντηση»

«Η αυστηροποίηση της ποινικής μεταχείρισης των ανηλίκων αποτελεί την αμήχανη και εύκολα καθησυχαστική για το κοινό συστημική απάντηση, στο πλαίσιο μιας συζήτησης που χρεώνει “το κρίμα” αποκλειστικά στα άτομα και αρνείται να καταπιαστεί με τις κοινωνικές συνθήκες της εγκληματογένεσης» σημειώνει η Πάρη Ζαγούρα, πρόεδρος του Συνδέσμου Επιμελητών Ανηλίκων Δικαστηρίων Ανηλίκων Ελλάδας. Ο Σύνδεσμος υπογραμμίζει ότι συχνά οι υπηρεσίες των επιμελητών ανηλίκων και κοινωνικής αρωγής, του δημόσιου θεσμού που υποστηρίζει τη λειτουργία των δικαστηρίων ανηλίκων, «είναι λειτουργικά ανενεργές, πολλές είναι μονοπρόσωπες και οι περισσότερες υποστελεχωμένες. Ενα νομοσχέδιο που απασχόλησε εκ περιτροπής, σε διάστημα περίπου τριών δεκαετιών, τη νομοθετική πρωτοβουλία και προέβλεπε τη δημιουργία δομών ημερήσιας φροντίδας και στεγαστικών δομών ανοικτής ή ηµιελεύθερης διαβίωσης ανηλίκων παραβατών του νόμου έμεινε στο στάδιο της δημόσιας διαβούλευσης».