Ο Αγγελος Βλάχος (1915 – 2003) δεν έχει χαραχτεί στη μνήμη μου τόσο για κάποια από τις τέσσερις ιδιότητες με τις οποίες διέπρεψε – διπλωμάτης, συγγραφέας, πολιτικός, ακαδημαϊκός – όσο για το στυφό, βαθιά μελαγχολικό χιούμορ του, κάτι που τον συνέδεε ως ιδιοσυγκρασία με μια άλλη πολυπράγμονα μορφή της κεντροδεξιάς παράταξης, τον αείμνηστο Παναγιώτη Λαμπρία. Ο Βλάχος σύχναζε στο γραφείο της Μαρίνας Καραϊτίδη – της Κυρίας Μάνιας, όπως την αποκαλούσαμε τρυφερά -, της σεβάσμιας εκδότριας του Βιβλιοπωλείου της «Εστίας», επί της οδού Σόλωνος, ένα στέκι όπου μπορούσες να συναπαντήσεις και, αν ήσουν τυχερός, να συνομιλήσεις με λογοτέχνες και πολιτικούς υψηλού διαμετρήματος, δίχως τις μετέπειτα αποτρεπτικές κομματικές αγκυλώσεις. Ενα από τα σαράκια που κατέτρωγε τα σωθικά του Βλάχου ήταν και η απαγόρευση κυκλοφορίας δυο πονημάτων του στην Κύπρο: του εξάτομου αυτοβιογραφικού «Μια φορά κι έναν καιρό ένας διπλωμάτης» και του παρεμφερούς θεματολογίας «Δέκα χρόνια Κυπριακού». Η αιτιολογία κοινή για αμφότερα: «Προσβολή μνήμης τεθνεώτος» – εν προκειμένω, του εθνάρχη Μακαρίου (1913 – 1977). «Βρε Πέτρο», μου έλεγε με ένα παιδικό παράπονο, «σχεδόν όλα τα ιστορικά πρόσωπα είναι τεθνεώτες. Εάν τους προσβάλαμε όποτε διατυπώναμε την κρίση μας γι’ αυτούς, δεν θα γράφαμε ποτέ τίποτε και για κανέναν».
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ