Η πρώτη ανάγνωση του χειρογράφου της Μπέρρυς Ναχμίας, το μακρινό καλοκαίρι του 1987, υπήρξε ιδρυτική για μένα. Ηταν σαν η συγγραφέας, αγαπημένη θεία μου που δεν μου είχε μιλήσει ποτέ για το θέμα, να με πήρε από το χέρι και να μ’ έβαλε στον κόσμο του στρατοπέδου: στον κόσμο του θανάτου για τους πολλούς και της επιβίωσης για τους ελάχιστους τυχερούς, στον κόσμο του παραλογισμού, εκεί που δεν υπάρχει γιατί, που η αυθαιρεσία είναι νόμος, οι άνθρωποι δεν έχουν όνομα και οι γυναίκες δεν έχουν μαλλιά. Εκεί που δεν υπάρχει «γιατί». Ο αναγνώστης ταξιδεύει μαζί της στοιβαγμένος στο τρένο, εισέρχεται στο στρατόπεδο και αντιμετωπίζει το ριζικό κακό, αλλά και τις τεράστιες δυσκολίες στην καθημερινή επιβίωση σ’ ένα σύμπαν που δεν έχει τίποτε να κάνει με τον κανονικό κόσμο.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ