Η σημερινή Ημέρα Μνήμης του Ολοκαυτώματος λειτουργεί από μόνη της και ως υπενθύμιση για το φορτίο της ιστορικής μνήμης στην Ευρώπη. Κάθε φορά που η αλλοτινή «σκοτεινή ήπειρος» ξεχνάει το κεκτημένο της, τις επώδυνες στιγμές του ολέθρου και την αναγκαιότητα της ελπίδας για το επόμενο βήμα, χάνει τον προσανατολισμό και την ψυχή της. Μέρος αυτού του κεκτημένου είναι η ενσωμάτωση στην «επεξεργασία της μνήμης» – κατά τη γερμανική έκφραση – και την εκπαίδευση του κεφαλαίου «Ολοκαύτωμα». Στις δεκαετίες του 1930 και 1940 η Ευρώπη έφτασε στην εσχατιά της νύχτας και αυτό διαπερνά την ιστορική συνείδηση όλων των επόμενων γενιών.

Εκτός άλλων, φέτος συμπληρώνονται 80 χρόνια από τον εκτοπισμό με τα πρώτα τρένα από τη Θεσσαλονίκη για το Αουσβιτς, τον Μάρτιο του 1943. Επίσης 80 από τον εκτοπισμό των Εβραίων της Αλεξανδρούπολης, της Κομοτηνής, της Ξάνθης, της Καβάλας, της Δράμας, των Σερρών, του Διδυμοτείχου, της Νέας Ορεστιάδας και του Σουφλίου. Με αυτή την αφορμή θυμόμαστε τη μαρτυρία του Θεσσαλονικιού Σλόμο Βενέτσια, ο οποίος έφτασε στο Αουσβιτς – Μπίρκεναου στις 11 Απριλίου 1944, όπως καταγράφηκε στο βιβλίο «Sonderkommando – Μέσα από την κόλαση των θαλάμων αερίου» (εκδ. Πατάκη, μτφ. Κυριακή Χρα, 2008). Ηταν η πρώτη ολοκληρωμένη μαρτυρία ενός επιζώντος μέλους των Sonderkommando, των ανθρώπων δηλαδή στους οποίους οι Ναζί είχαν αναθέσει να βοηθούν τους κρατουμένους που προορίζονταν για θανάτωση να ξεντυθούν και να μπουν στους θαλάμους αερίων, κι έπειτα να μεταφέρουν τα πτώματα στα κρεματόρια.

ΔΑΚΡΥΑ

«Αυτοί που έφταναν στο κρεματόριο με φορτηγό ήταν συνήθως όσοι είχαν απομείνει στα βαγόνια. Οταν έφτανε ένα νέο τρένο, όσους δεν ήταν σε θέση να περπατήσουν, τους άρρωστους δηλαδή, τους ανάπηρους, τους ηλικιωμένους, τους φόρτωναν σε φορτηγά και τους άδειαζαν στο προαύλιο του κρεματορίου. Συνήθως όμως αυτούς τους έστελναν στα Κρεματόρια IV και V, και σπανιότερα σ’ εμάς, στο ΙΙΙ και στο ΙΙ. Σ’ εμάς τους έστελναν μόνο όταν δεν υπήρχε αρκετός χώρος στα υπόλοιπα. Συνήθως δεν ήταν πάνω από καμιά τριανταριά. Τα φορτηγά τούς πέταγαν πάνω σε μια πλατφόρμα σαν να άδειαζαν άμμο. Οι καημένοι οι άνθρωποι σωριάζονταν ο ένας πάνω στον άλλο. Μιλάμε για ανθρώπους που υπό κανονικές συνθήκες μετά βίας στέκονταν όρθιοι… Αυτό ήταν το πιο επώδυνο καθήκον που είχαμε… Δεν υπήρχε τίποτα δυσκολότερο απ’ το να συνοδεύουμε αυτούς τους ανθρώπους στον θάνατο και να τους κρατάμε καθώς τους εκτελούσαν. Κάποια φορά είχα βοηθήσει μια ηλικιωμένη κυρία να ξεντυθεί. Οπως όλοι οι μεγάλοι άνθρωποι, δεν ήθελε να αποχωριστεί τα πράγματά της. Επιπλέον έπρεπε να γδυθεί μπροστά σ’ έναν άγνωστο άντρα και ήταν, η δύστυχη, πολύ αναστατωμένη. Κάθε φορά που προσπαθούσα να της βγάλω τις κάλτσες, εκείνη τις ξανασήκωνε. Κατέβαζα από τη μια πλευρά, σήκωνε εκείνη από την άλλη. Ολο αυτό όμως κάποια στιγμή άρχισε να γίνεται επικίνδυνο, γιατί εμένα κινδύνευε η ζωή μου αν ο Γερμανός περίμενε πολλή ώρα. Δεν ήξερα τι άλλο να κάνω… Είχα αρχίσει να εκνευρίζομαι. Αυτό είναι ένα από τα πράγματα που μου ‘χουν μείνει… Ημουν στα όρια της υπομονής μου. Την άρπαξα δυνατά και της τράβηξα τις κάλτσες. Ημουν ικανός ακόμα και να τις σκίσω προκειμένου να τις αφήσει. Η καημένη, προσπαθούσε να περισώσει ό,τι μπορούσε. Κατέληξε κι αυτή όπως οι άλλοι».

ΠΛΑΙΣΙΟ

ΤΙΤΛΟΣ

Οι πιο σκοτεινές πτυχές της Ιστορίας

Το Κεντρικό Ισραηλιτικό Συμβούλιο Ελλάδος αναφέρει, εκτός άλλων, στο μήνυμά του για τη σημερινή ημέρα:

«Θυμόμαστε το Ολοκαύτωμα των 6 εκατομμυρίων Εβραίων της Ευρώπης – μεταξύ των οποίων 67.000 Ελληνες Εβραίοι -, τιμούμε τη μνήμη τους, ερευνούμε και μαθαίνουμε για τις πιο σκοτεινές πτυχές της ιστορίας του, για τις δυνάμεις του μίσους και του φανατισμού που επέτρεψαν να συμβεί, για τον μοναδικό στην Ιστορία βιομηχανικό τρόπο εφαρμογής του, για την αδιανόητη – κι όμως πραγματική – αδιαφορία όλου του “πολιτισμένου” κόσμου που απέστρεψε το βλέμμα όταν ορδές Εβραίων οδηγούνταν στα τρένα εκτοπισμού κι όταν εξοντώνονταν στα ναζιστικά κρεματόρια. Παράλληλα, μνημονεύουμε τις φωτεινές μορφές των ηρώων που αγωνίστηκαν ενάντια στον ναζισμό, τις φωτεινές εξαιρέσεις των “δικαίων των εθνών” που με αυτοθυσία κι ανθρωπιά άνοιξαν το σπίτι τους και την αγκαλιά τους για να σώσουν εβραίους συμπολίτες».