Σε κάποιο σημείο της αυτοβιογραφίας του, ο κορυφαίος σουηδός σκηνοθέτης Ινγκμαρ Μπέργκμαν αναφέρεται σε ένα περιστατικό με έναν κριτικό κινηματογράφου που είχε αναφερθεί με σκληρά, ίσως άσχημα λόγια σε κάποιο έργο του. Οταν τον είδε από μακριά, γράφει ο Μπέργκμαν, το πρώτο πράγμα που σκέφτηκε ήταν να πάει να τον χτυπήσει. Ομως τελικά δεν το έκανε. Γιατί βέβαια ήταν ο Ινγκμαρ Μπέργκμαν.

Το μίσος της πλειοψηφίας των καλλιτεχνών απέναντι στους κριτικούς, όσο και αν δεν θα γίνει ποτέ παραδεκτό από τους πρώτους, είναι δεδομένο. Iσχύει ακόμα και στις περιπτώσεις θετικών κριτικών. Αλλά πιάνει κυριολεκτικά ταβάνι όταν οι κριτικοί δηλώνουν ότι δεν τους αρέσει (ή έχουν ενστάσεις με) το έργο των σκηνοθετών. Πολλοί καλλιτέχνες είναι τόσο σίγουροι για το αριστούργημά τους που θεωρούν ότι η κριτική οφείλει να το αντιμετωπίσει θετικά, επομένως μπορεί να φανταστεί κανείς πώς νιώθουν όταν βλέπουν να συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο.

Ακραίες αντιδράσεις

Στα χρόνια μου ως κριτικός κινηματογράφου δεν έχω δεχτεί άμεσα bullying από κανέναν καλλιτέχνη. Εχω όμως στενοχωρηθεί από την αντίδραση σκηνοθετών από τους οποίους δεν το περίμενα. Οταν για παράδειγμα άκουγα τον Θόδωρο Αγγελόπουλο να απορρίπτει απαξιωτικά την κριτική κινηματογράφου από την οποία είχε περάσει ο ίδιος πριν γίνει δημιουργός. Τα παράπονα, φυσικά, είναι μέσα στο παιχνίδι και από δαύτα έχω δεχτεί αρκετά. Στο παιχνίδι είναι και τα τηλεφωνήματα που ζητούν την απόλυσή σου, όπως και οι μηνύσεις· έχω γευτεί και από τα δύο. Αν και άλλοι περισσότερο από εμένα. Οι θετικές όπως και οι αρνητικές κινηματογραφικές κριτικές του αείμνηστου Βασίλη Ραφαηλίδη ασκούσαν τόσο μεγάλη επιρροή στη δεκαετία του 1970, που οι εταιρείες κινηματογραφικής εκμετάλλευσης είχαν κόψει τις καταχωρίσεις στο «Βήμα» όπου τότε έγραφε. Αδικαιολόγητα πράγματα βεβαίως αλλά τουλάχιστον πιο πολιτισμένα από το να πιάνεις τον εαυτό σου στριμωγμένο σε μια γωνία από τρεις σκηνοθέτες που σε έχουν πλησιάσει απειλητικά, σαν μπράβοι, επειδή τα έχουν μαζί σου (κάτι που επίσης έχω ακούσει ότι έχει συμβεί στο Φεστιβάλ Θεσσαλονίκης).

Δεν ξέρω, ίσως κάποιοι καλλιτέχνες να θεωρούν πράξη τέχνης την ταχυδρομική αποστολή σε κριτικό της τέχνης ενός πολύ όμορφα αμπαλαρισμένου πακέτου το οποίο περιέχει κόπρανα. Και αυτό έχω μάθει ότι κάποτε συνέβη.

Ποιος φταίει;

Από την άλλη, ας μπούμε και στα παπούτσια των καλλιτεχνών, ας πιπιλίσουμε λίγο την καραμέλα τους· σπίτια υποθηκευμένα για να γυριστεί η ταινία με χιλιάδες εμπόδια, χρέη, έξοδα κ.ο.κ. Σύμφωνοι, κατανοητό, θλιβερό. Αλλά μισό λεπτό. Αν η ταινία δεν βλέπεται, τι θα πρέπει να γίνει; Ας εκτεθεί μόνο ένας – αυτός που την έφτιαξε επειδή το αποφάσισε ο ίδιος χωρίς να του το επιβάλλει κανένας. Ο άλλος που γράφει για αυτήν δεν φταίει. Φταίει;