Ηταν Φεβρουάριος του 2018 όταν ο Παναγιώτης Πικραμμένος μιλούσε στο βήμα της Βουλής για τα «ανυπόστατα ψεύδη και συκοφαντίες» με τα οποία τον κατηγορούσαν για τη σκευωρία της Novartis. Ηταν η εικόνα, που στοίχειωσε συνειδήσεις, ενός έντιμου, αξιοπρεπούς ανθρώπου ο οποίος σπιλωνόταν ξαφνικά στα 73 του χρόνια. «Υπηρέτησα τη Δικαιοσύνη επί 40 χρόνια και σήμερα με κατηγορούν για δωροδοκία επειδή κλήθηκα να βοηθήσω τη χώρα ως υπηρεσιακός πρωθυπουργός». Η φωνή του σπάει, δακρύζει, όπως κάθε έντιμος άνθρωπος που στη δύση μιας ανεπίληπτης επαγγελματικής διαδρομής έβλεπε να θίγεται η ηθική του ακεραιότητα από μια μαρτυρία οκτώ γραμμών ενός προστατευόμενου μάρτυρα που σήμερα βρίσκεται στη φυλακή για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση. Ο κ. Πικραμμένος σκουπίζει δακρυσμένος τη μύτη του. Από κάτω ακούγεται ξαφνικά κάποιος να γελάει. Ηταν ο Παύλος Πολάκης. Στα χρόνια που ακολούθησαν έκανε και είπε πολλά, επιτέθηκε με χυδαίο τρόπο κατά πολιτικών του αντιπάλων, του Τύπου, της Δικαιοσύνης, με αποκορύφωμα τις προχθεσινές φασιστικές προγραφές δικαστικών, δημοσιογράφων, τραπεζιτών και κρατικών λειτουργών. Κι όμως, θεωρώ πως δεν υπάρχει πιο αντιπροσωπευτική στιγμή στην πολιτική του διαδρομή από εκείνα τα γέλια.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ