Παράλληλα με την ανάπτυξη και τον εμπλουτισμό του τουριστικού προϊόντος, οι αναποτελεσματικοί φορολογικοί έλεγχοι και η παράλειψη εκσυχρονισμού του θεσμικού πλαισίου οδηγούν σε αρνητικές επιπτώσεις στα δημόσια έσοδα και την αγορά εργασίας. Μάλιστα, οι επιπτώσεις αυτές έχουν μεγαλύτερο αρνητικό αντίκτυπο από τις θετικές επιπτώσεις που επιφέρει η ανάπτυξη της αγοράς των βραχυχρόνιων μισθώσεων στην Ελλάδα, σύμφωνα με την τελευταία μελέτη της Grant Thornton.
Η μελέτη υπολόγισε διπλασιασμό των απωλειών καθαρών δημόσιων εσόδων κατά το διάστημα 2019-2022. Εκτιμάται πως τα όποια δημιουργούμενα φορολογικά έσοδα από την οικονομία διαμοιρασμού δεν αντισταθμίζουν τις συνολικές απώλειες που υπάρχουν. Συνεπώς, υπάρχει ανάγκη φορολογικής εξομάλυνσης της αγοράς βραχυχρόνιων μισθώσεων, αλλά και ενίσχυση των φορολογικών ελέγχων και της αποτελεσματικότητάς τους.
Η οικονομία διαμοιρασμού αποτελεί ένα αναπτυσσόμενο φαινόμενο καταγράφοντας ετήσια αύξηση κατά περίπου 15%. Η τουριστική δαπάνη της οικονομίας διαμοιρασμού καλύπτει περίπου στο 14% της συνολικής εγχώριας τουριστικής δαπάνης του 2022. Παράλληλα, η μέση τιμή βραχυχρόνιων μισθώσεων είναι κατά 5 φορές μεγαλύτερη από αυτή που σημειώνεται σε επίπεδο μακροχρόνιας μίσθωσης, οδηγώντας στον «εκτοπισμό» μακροχρόνιων ακινήτων. Επίσης, προκαλείται καθαρή απώλεια σε επίπεδο δημοσίων εσόδων, στερώντας διαθέσιμους πόρους για την εφαρμογή κοινωνικών πολιτικών. Επιπλέον, προκαλεί αρνητικές επιδράσεις σε επίπεδο θέσεων εργασίας, οι οποίες υπολογίζονται σε 39.000, διαταράσσοντας το εργασιακό μοντέλο. Χωρίς στρατηγική, σύγχρονο και αποτελεσματικό πλαίσιο και φορολογικούς ελέγχους, απειλείται αλλοίωση αστικών χαρακτηριστικών και της τοπικής φυσιογνωμίας και πολιτιστικής ταυτότητας, με αποτέλεσμα να ζημιώνεται το ίδιο το τουριστικό προϊόν της Ελλάδος, αναφέρει η ίδια μελέτη.