Την ώρα που η ελληνική κοινωνία δεν έχει ακόμη συνέλθει από το σοκ και οι συγγενείς των τραγικών θυμάτων προσπαθούν να βρουν τρόπο να διαχειριστούν τον πόνο τους, ίσως να μοιάζει πρόωρο, ακόμη και άκομψο, να μιλάει κανείς για δημοσκοπήσεις και εκλογές. Αυτό που έχει σημασία τώρα είναι να αποδοθούν ευθύνες για την ασύλληπτη τραγωδία των Τεμπών. Να αποζημιωθούν και να στηριχθούν οι οικογένειες που έχασαν τα αγαπημένα τους πρόσωπα εξαιτίας μιας σειράς λαθών και παραλείψεων. Και να ληφθούν το ταχύτερο δυνατό όλα τα αναγκαία μέτρα προκειμένου να αποτραπεί μια νέα καταστροφή.
Παραλλήλως, όμως, πρέπει να τηρηθεί και το Σύνταγμα. Κι αν οι σκέψεις που υπήρχαν για εκλογές στις αρχές του επόμενου μήνα υποχώρησαν κάτω από το βάρος των δραματικών γεγονότων, κάποια στιγμή μετά το Πάσχα η χώρα θα οδηγηθεί μοιραία στις κάλπες. Είναι λογικό λοιπόν τα κομματικά επιτελεία να ενδιαφέρονται για το πώς αποτυπώνονται αριθμητικά η οργή και η θλίψη.
Οι πρώτες ενδείξεις είναι πως οι πολίτες αναγνωρίζουν ότι το πρόβλημα είναι διαχρονικό, τιμωρούν όμως την κυβέρνηση επί των ημερών της οποίας η μη επίλυση αυτού του προβλήματος οδήγησε στην απώλεια δεκάδων ανθρωπίνων ζωών. Η Νέα Δημοκρατία βλέπει έτσι να πέφτουν τα ποσοστά της, χωρίς να αυξάνονται όμως αντιστοίχως τα ποσοστά των δύο μεγαλύτερων κομμάτων της αντιπολίτευσης, αφού κυβέρνησαν κι εκείνα στο παρελθόν, άρα φέρουν ευθύνες. Αντιθέτως ωφελούνται (όσο βέβηλο κι αν ακούγεται τέτοιες ώρες αυτό το ρήμα) τα μικρότερα κόμματα, καθώς η λεγόμενη «αντισυστημική ψήφος», δεξιάς και αριστερής χροιάς, εμφανίζεται ενισχυμένη.
Η συναισθηματική φόρτιση είναι ισχυρή και δικαιολογεί τα πάντα. Οταν όμως έρθει η ώρα της ψήφου, είναι βέβαιο πως οι πολίτες δεν θα αφήσουν να παρασυρθούν από τα συναισθήματα. Θα σταθμίσουν με ψυχραιμία τα δεδομένα, θα συγκρίνουν πρόσωπα και καταστάσεις και θα λάβουν τις αποφάσεις τους με κριτήριο την κυβερνησιμότητα της χώρας. Γιατί η επιτυχής αντιμετώπιση μιας πολυεπίπεδης κρίσης όπως αυτή στην οποία έχουμε βυθιστεί προϋποθέτει την πολιτική σταθερότητα.