Αν σε κάτι ομονοούν όλοι οι αναλυτές στον απόηχο της ανείπωτης τραγωδίας στα Τέμπη, είναι η μεταβολή των κοινωνικών τάσεων και η ανασύνθεση του πολιτικού σκηνικού, έστω με τους όρους που τώρα καταγράφουν οι δημοσκοπικές εταιρείες. Είναι μια άχαρη συζήτηση, μα σχεδόν αναπόφευκτη. Οπως λέει έμπειρος εκλογολόγος, «αυτά που βρίσκουμε στις έρευνές μας είναι αυτά που περίπου περιμέναμε να δούμε». Ετερος πολιτικός επιστήμονας βέβαια επισημαίνει δύο πράγματα: πρώτον πως μετά από κρίσεις ή στην επενέργεια αυτών κοιτάς βασικά τα ποιοτικά στοιχεία των κομμάτων και πώς αυτά επιμερίζονται και μετά την πρόθεση ψήφου. Το δεύτερο είναι πως απαιτείται αυτοσυγκράτηση για τις τάσεις και αναμονή στον επόμενο κύκλο των δημοσκοπήσεων. Το βέβαιο είναι πως τα Τέμπη πυροδότησαν δύο συμπεριφορές προς το παρόν. Η μία έχει να κάνει με την κυβέρνηση και τα πεπραγμένα της. Ολες οι τάσεις εδώ θέλουν την κυβερνώσα παράταξη να καταγράφει σοβαρές απώλειες και αυτό έχει να κάνει με ορισμένες παραμέτρους των ημερών. Την ίδια τη διαχείριση της κρίσης. Για παράδειγμα, επιδρά αρνητικά το αμφίσημο μήνυμα του «ανθρώπινου λάθους», της παραίτησης Κώστα Αχ. Καραμανλή και της ευθύνης που τελικά ανέλαβε διά μέσου του μακροσκελούς ποστ στο Facebook o ίδιος ο Πρωθυπουργός. Από την άλλη, το γεγονός πως η τραγωδία σημειώθηκε στην εκπνοή της θητείας της επίσης δεν βοηθάει το αφήγημα του «επιμερισμού» των ευθυνών όλων των πολιτικών δυνάμεων – παρότι το τελευταίο υπάρχει αλλά σε άλλο βαθμό όπως θα δούμε παρακάτω. Εδώ, όπως λένε οι περισσότεροι δημοσκόποι, οι απώλειες της Νέας Δημοκρατίας συνοδεύονται εκ παραλλήλου από μετακίνηση μέρους των ψηφοφόρων της – τουλάχιστον τώρα – στη λεγόμενη αδιευκρίνιστη ψήφο. Ετσι διερμηνεύεται και η μεταβολή και μετάθεση του εκλογικού χρόνου προς τα τέλη της άνοιξης από μέρος των αναλυτών, αφού ως τότε η κυβέρνηση θέλει με το δικό της «θετικό αφήγημα» να ανασχέσει την εν λόγω τάση. «Αν ένα μήνυμα βγαίνει τούτες τις ώρες από τις δικές μας έρευνες, αυτό είναι το αποτύπωμα της απώλειας της δυνατότητας αυτοδυναμίας της ΝΔ», λέει γνωστός δημοσκόπος που βλέπει έως και 4 μονάδες κάτω για την κυβερνώσα παράταξη, από τις τελευταίες μετρήσεις.
ΓΚΡΙΖΑ ΖΩΝΗ. Η ενίσχυση της γκρίζας ζώνης είναι το νέο ποιοτικό στοιχείο και έχει τη σημασία του αφού ως συνήθως στον δρόμο για τις κάλπες η ψήφος παροχετεύεται στις δυνάμεις του πολιτικού συστήματος, ενώ τώρα ακολουθεί αντίρροπη τάση. Είναι όμως και μια θρυαλλίδα για να αμφισβητηθεί εκ νέου και οριζόντια το πολιτικό σύστημα η τραγωδία; Αναμφισβήτητα ναι, λένε όλοι όσοι αυτές τις μέρες κοιτούν και τις γενικότερες τάσεις και τα επιμέρους focus groups. Η τάση όμως είναι γενικά αριστερόστροφη και μη κυβερνητική. Αυτό αποτυπώνεται και στη μη εκταμίευσή της από μεριάς ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ – επίσης, όπως φαίνεται, «και η Κουμουνδούρου εγγράφεται σε μια μέση συνείδηση στους διαχειριστές του κράτους». Το τελευταίο φαίνεται να το ξέρει ο Αλέξης Τσίπρας που έχει δώσει από την πρώτη ημέρα του δυστυχήματος σκληρή γραμμή ήπιων τόνων και έχει ξορκίσει τις αμετροέπειες και τις ακρότητες των στελεχών του. Μεγάλο στοίχημα για τον ΣΥΡΙΖΑ είναι – όπως λένε οι πληροφορίες – το πειστικό σχέδιο της επόμενης ημέρας και αυτό περνάει και από ένα νέο σχέδιο για τις μεταφορές, τον ΟΣΕ, τον δημόσιο τομέα που αυτές τις ημέρες επεξεργάζονται στην αξιωματική αντιπολίτευση παράλληλα με την κριτική τους στην κυβέρνηση για τους χειρισμούς της – σημειώστε εδώ την ανθεκτικότητα Μητσοτάκη έναντι του κόμματός του. Τα του ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ φαίνεται πως θα είναι πιο αντιφατικά ως τάσεις και αποτελέσματα. Υπάρχουν μετρήσεις που το θέλουν ακόμη και πιο κάτω από τις τελευταίες έρευνες και εδώ, όπως λένε οι δημοσκόποι, για ένα μέρος του κοινού το ΠΑΣΟΚ παραμένει κόμμα που κυβέρνησε για δεκαετίες και άρα έχει το δικό του μερίδιο ευθύνης. Ετέρα έρευνα – στοχευμένη στην Α’ Αθήνας και σε δείγμα 800 – ήθελε το ΠΑΣΟΚ ανεβασμένο την εβδομάδα αυτή και εδώ καταγράφεται από πολλούς πως για ένα μέρος του κυρίως νέου κοινού το ΠΑΣΟΚ με τη νέα του ηγεσία έχει και νέα χαρακτηριστικά.
ΑΝΕΒΑΣΜΕΝΟΙ. Επειδή όμως έγινε λόγος για την αμφισβήτηση και αυτή περιγράφηκε ως «αριστερόστροφη», δύο είναι οι πολιτικοί χώροι που δείχνουν ανεβασμένοι. Το ΚΚΕ που αναγνωρίζεται από μέρος του εκλογικού κοινού μακριά από διαχειρίσεις και ευθύνες για τον ΟΣΕ. Και το ΜέΡΑ25 που έχει ως ειδοποιό στοιχείο τη νεανική ψήφο. Γενικά οι εξελίξεις φαίνεται να επενεργούν στα κόμματα εξουσίας. «Ο θυμός ιδιωτικοποιεί τις διαθέσεις», λέει έμπειρος παράγοντας της πολιτικής που πάντως σημειώνει πως τώρα η όλη ιστορία συνοδεύεται και από μια ανάγκη του κόσμου να πάρει κάτι, να εκφραστεί, να μιλήσει, να θυμώσει – και βέβαια με διαφορετικό τρόπο από το 2008 ή από τα Μνημόνια. Το νεανικό και εν γένει κίνημα των ημερών φέρνει στο προσκήνιο έστω με όρους συλλογικού πένθους τη νεολαία και αυτό διαμορφώνει και ως έναν βαθμό τις τάσεις που προαναφέραμε. Εξού και η αμφισβήτηση δεν πάει «στα δεξιά» του συστήματος που φαίνεται προς το παρόν να μην «τσιμπάνε» από τις νέες διεργασίες. Σε αντίθεση βέβαια με την αποχή που επίσης είναι στο τραπέζι για τα καλά και που επίσης είναι εκ των κλειδιών για τις νέες πολιτικές και εκλογικές συμπεριφορές. Η αποχή επίσης ενισχύεται αλλά όχι πια ως απολιτίκ στάση. Αντίθετα: ως μήνυμα στο σύνολο του πολιτικού συστήματος.