«Η ενσυναίσθηση έχει γίνει το τσιτάτο του 2020…», έγραφε το «Forbes» προ τριετίας και διαπίστωνε ότι μπορεί οι ηγέτες να έχουν ενσυναίσθηση – αυτή την ικανότητα να αισθάνεται κανείς ειλικρινώς τον διπλανό του -, ωστόσο το να… νιώθουν δεν αρκεί. «Αυτό που είναι απαραίτητο είναι να ενεργούν με ενσυναίσθηση», αναφερόταν. Αυτός ο «όρος» μπήκε εντατικά και στην ελληνική πολιτική καθημερινότητα την ίδια χρονιά, με αφορμή κυρίως την πανδημική κρίση. Πρώτος ο Αλέξης Τσίπρας την έβαλε στο λεξιλόγιό του – και ως επικοινωνιακό εργαλείο, συνεπώς -, χρεώνοντας στον Κυριάκο Μητσοτάκη «πλήρη απώλεια συναισθηματικής νοημοσύνης», κάθε φορά που ο Πρωθυπουργός τον κατηγορούσε για «ανεύθυνη καταγγελία» ή για «ανέξοδη πλειοδοσία». Η λέξη αυτή επιστρατεύθηκε έκτοτε… παντού και από όλους: σε κλειστές συσκέψεις, σε αναρτήσεις στα social media, σε αντιπαραθέσεις των πολιτικών αρχηγών στη Βουλή, σε γραπτές κομματικές ανακοινώσεις. Το καλοκαίρι του 2021 η αξιωματική αντιπολίτευση χαρακτήριζε με κάθε ευκαιρία «υποκριτική» τη συγγνώμη του Μητσοτάκη για τις καταστροφικές πυρκαγιές σε Αττική και Εύβοια, ενώ η κυβέρνηση θύμιζε το «επικοινωνιακό σόου» του ΣΥΡΙΖΑ στην τραγωδία στο Μάτι. Εναν χρόνο μετά, ο Τσίπρας, σχολιάζοντας φωτογραφίες του Μητσοτάκη από την περιοδεία του στην Πεντέλη μετά το πέρασμα της φωτιάς, κατακεραύνωνε εκ νέου το «πάνδηλο έλλειμμα ενσυναίσθησης» του Πρωθυπουργού, ενώ η ίδια κατηγορία έχει διατυπωθεί προς τους κυβερνητικούς για ζητήματα της οικονομίας.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ