Το προηγούμενο στη χώρα μας, σχεδόν κάθε παράδειγμα «επόμενης μέρας» μιας μεγάλης κρίσης, δεν αφήνει πολλά περιθώρια αισιοδοξίας για το πώς θα κινηθεί η κουβέντα υπό τη βαριά σκιά των ανθρώπινων απωλειών στις σιδηροδρομικές ράγες. Ούτε για το αν είναι δυνατόν να συμφωνηθούν άμεσα μεγάλες αλλαγές – θεσμικές, οργανωτικές, όχι μπαλώματα -, που πραγματικά θα μηδενίζουν την πιθανότητα επανάληψης τραγικών λαθών, δραματικών καθυστερήσεων ή αδικαιολόγητης αμέλειας. Ακόμα χειρότερα τώρα που η απόσταση από τις εθνικές κάλπες μετριέται σε μερικές – μόνο εννιά, δέκα – εβδομάδες. Και που όλα μετριούνται εν τέλει με βάση πολιτικά κέρδη/απώλειες. Τα περιθώρια αισιοδοξίας ότι μπορεί να υπάρξει δημόσια μια σε βάθος συζήτηση επόμενης μέρας μετά την τραγωδία των Τεμπών, με αντιπαράθεση βεβαίως αλλά και με το μίνιμουμ νηφαλιότητας και ιδανικά με τη μεγαλύτερη δυνατή διάθεση συναίνεσης, στενεύουν. Τι να εκτιμήσει κανείς για την πορεία των εξελίξεων, για το περιεχόμενο και το ύφος του δημόσιου διαλόγου σε ό,τι αφορά οποιαδήποτε πτυχή που απορρέει από το φριχτό δυστύχημα, όταν καταγράφεται βομβαρδισμός αλληλοκατηγοριών ακόμα και ανάμεσα στον ΟΣΕ και στη Ρυθμιστική Αρχή Σιδηροδρόμων; Οταν δηλαδή ένας οργανισμός και μία ανεξάρτητη αρχή, που θα περίμενε κανείς να έχουν καθίσει γύρω από το ίδιο τραπέζι ήδη από τα πρώτα 24ωρα της κρίσης, δεν απέφυγαν ούτε εκείνοι τον πειρασμό να πιάσουν το περίφημο μπαλάκι των ευθυνών (για την εκπαίδευση των σιδηροδρομικών, συγκεκριμένα) απλώς για να το πετάξουν μακριά τους;
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ