Ο Μπάμπι, το εμβληματικό ελαφάκι που ο Γουόλτ Ντίσνεϊ έκανε παιδική ταινία, γιορτάζει τα εκατοστά γενέθλιά του. Φέτος συμπληρώνεται ένας αιώνας από τότε που ο γερμανικός εκδοτικός οίκος Ullstein Verlag δημοσίευσε για πρώτη φορά το βιβλίο «Μπάμπι: Μια ζωή στο δάσος». Ο συγγραφέας του, ο αυστροουγγρικής καταγωγής Φέλιξ Σάλτεν, έγραψε ένα μυθιστόρημα ενηλικίωσης που στη συνέχεια απαγορεύτηκε από τους Ναζί, πριν καταλήξει τελικά στα χέρια του Ντίσνεϊ και γίνει η δημοφιλής παιδική ταινία κινουμένων σχεδίων.
Στο δημοσίευμά της η «Guardian» αναφέρει πως ο Μπάμπι του Σάλτεν απείχε πολύ από τον χαριτωμένο ρομαντικό ήρωα της ταινίας του Ντίσνεϊ. Ομως και στις δύο εκδοχές το ελαφάκι μαθαίνει τον κόσμο, χάνει τη μητέρα του από το όπλο ενός κυνηγού και στη συνέχεια ενηλικιώνεται. Η Φαλίν – το ερωτικό ενδιαφέρον του Μπάμπι και στο βιβλίο, επίσης, η ξαδέρφη του – εμφανίζεται και στις δύο εκδοχές. Αλλά στο τέλος του βιβλίου αυτή και ο Μπάμπι αποξενώνονται, χωρίς να ζουν ως ευτυχισμένη οικογένεια, όπως το θέλει η ταινία του Ντίσνεϊ.
Αρχικά το «Μπάμπι» εμφανίστηκε το 1922 σε συνέχειες στη βιεννέζικη εφημερίδα «Neue Freie Presse», πριν εκδοθεί ως βιβλίο τον επόμενο χρόνο. Ωστόσο δεν ήταν ο Ντίσνεϊ ο πρώτος που προώθησε τη δυστυχία του ελαφιού ως παιδική ιστορία. Η αγγλική μετάφραση της συνέχειας του βιβλίου του Σάλτεν, «Τα παιδιά του Μπάμπι» («Bambi’s Children»), που κυκλοφόρησε το 1939, μείωσε τη βία και το αίμα για να είναι πιο φιλική προς τα παιδιά η ιστορία. Ο Σάλτεν όμως είχε προσβληθεί και γράφοντας στον αμερικανό εκδότη του ζητούσε να μην το διαφημίσουν ως παιδικό βιβλίο.
Περισσότεροι θάνατοι
Ενώ η απειλή του κυνηγητού χαρακτηρίζει έντονα την ταινία κινουμένων σχεδίων – σε σημείο που ο Στίβεν Κινγκ να την αποκαλεί την πρώτη ταινία τρόμου που είδε ποτέ -, ο κίνδυνος αυτός είναι πολύ μεγαλύτερος στο έργο του Σάλτεν. Η μητέρα του Μπάμπι και ο ξάδελφός του Γκόμπο (που στην ταινία αντικαθίσταται από το κουνέλι Θάμπερ) σκοτώνονται και οι δύο. Ο Μπάμπι πυροβολείται επίσης και σώζεται από ένα αρσενικό ελάφι που υπονοείται ότι είναι ο πατέρας του. Αλλά και αυτό το ελάφι πεθαίνει στη συνέχεια, αφήνοντας τον Μπάμπι εντελώς μόνο του, χωρίς την ευτυχισμένη οικογένεια που του δημιούργησε η Ντίσνεϊ εκδοχή.
Ο μεταφραστής της επετειακής έκδοσης των 100 χρόνων του Μπάμπι από τις πανεπιστημιακές εκδόσεις Princeton University Press Τζακ Ζάιπς επισημαίνει ότι το τέλος στην ιστορία του Σάλτεν έχει πολύ βαθύ νόημα για το πώς αντιμετωπίζουμε τη μοναξιά μας και πώς αντιμετωπίζουμε στη ζωή μια βίαιη κατάσταση. Η μετάφραση του Ζάιπς επανέφερε τον ανθρωπομορφισμό που εντοπίζεται στο πρωτότυπο κείμενο του συγγραφέα για να δείξει ότι ο Σάλτεν επινόησε τους χαρακτήρες των ζώων για να διατυπώσει τις απόψεις του για την ανθρωπότητα. «Είναι αρκετά προφανές», λέει ο Ζάιπς, «ότι οι πυροβολισμοί και η μεταχείριση των ζώων είναι μια αλληγορία της κατάστασης στην οποία βρίσκονταν οι Εβραίοι εκείνη την εποχή».
Εβραϊκή προπαγάνδα
Αλλά και ο Σάλτεν υπήρξε κυνηγός και, σύμφωνα με τον μεταφραστή, ο δημιουργός του Μπάμπι ήταν ένας πολύ αντιφατικός άνθρωπος ο οποίος άλλαξε το όνομά του από Ζίγκμουντ Ζάλτζμαν για να ακούγεται λιγότερο εβραϊκό. «Μάλιστα είχε απόλυτη επίγνωση του τι συνέβαινε στους Εβραίους στα πογκρόμ. Η δική μου ερμηνεία είναι ότι ο Μπάμπι δεν αφορούσε στην πραγματικότητα τα ζώα, αλλά τους Εβραίους ή άλλες μειονοτικές ομάδες», παρατηρεί ο Ζάιπς.
Αυτή ήταν και η ερμηνεία των Ναζί που θεώρησαν εβραϊκή προπαγάνδα τα δύο μυθιστορήματα «Μπάμπι», γι’ αυτό και το 1935 τα βιβλία απαγορεύτηκαν και κάηκαν. Ο Σάλτεν και η σύζυγός του, που ένιωθαν ανασφαλείς στην Αυστρία, μετά τη γερμανική προσάρτηση το 1938 διέφυγαν προς την Ελβετία, όπου ο συγγραφέας παρέμεινε για το υπόλοιπο της ζωής του.