Οι κυβερνήσεις συνεργασίας είναι πράγματι ο ευρωπαϊκός κανόνας. Ομως, κι αυτές έχουν τους δικούς τους άγραφους νόμους. Οι εταίροι τους, ας πούμε, είθισται να αποδέχονται ως πρωθυπουργούς τους αρχηγούς των κομμάτων που συγκέντρωσαν το υψηλότερο ποσοστό στην κάλπη. Οι εξαιρέσεις είναι ελάχιστες. Σαν την Ιρλανδία, όπου τα δύο πρώτα κόμματα κέρδισαν τις ίδιες ακριβώς έδρες, το δεύτερο συμμάχησε με το τρίτο κι οι ηγέτες τους μοιράστηκαν την εξουσία – αρχικά ανέλαβε τα ηνία εκείνος του δεύτερου, ενώ τώρα τα κρατάει αυτός του τρίτου. Ή τη Λιθουανία, στην οποία ηγείται της τρικομματικής η ανεπίσημη αρχηγός του πλειοψηφούντος στις τελευταίες εκλογές κόμματος. Αλλά και τη Ρουμανία. Εκεί οι συμμετέχοντες στον μεγάλο συνασπισμό συμφώνησαν να κυβερνήσουν για μια επταετία, αλλάζοντας κάθε ενάμιση χρόνο τον πρωθυπουργό και τους πολιτικούς προϊσταμένους ορισμένων κρίσιμων υπουργείων. Το σενάριο, λοιπόν, του προερχόμενου από τη μικρότερη πολιτική δύναμη πρωθυπουργού – στο οποίο φαίνεται να θέλει να στηρίξει την προεκλογική του καμπάνια ο κεντροαριστερός πρόεδρος – είναι ακόμη και στην Ευρώπη πιθανό μόνο εφόσον τα συνεργαζόμενα κόμματα γράψουν στην κάλπη διαφορές στα όρια του στατιστικού λάθους. Ή αν γυρίζεται το «Borgen».
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ