Θεωρώ αυτονόητη τη σκέψη ότι η παρέμβαση πάνω σε ένα λογοτεχνικό έργο είναι τουλάχιστον επικίνδυνη. Η τάση να αλλοιωθεί ένα κείμενο γραμμένο πριν από δεκαετίες δεν είναι – κατ’ αρχάς – τίποτε άλλο από ένα ηθικής φύσεως έγκλημα κατά του δημιουργού του. Ενα έργο έχει γραφτεί σύμφωνα με ορισμένες παραμέτρους, στη διάρκεια μιας συγκεκριμένης χρονικής περιόδου με ειδικά χαρακτηριστικά και αποτελεί ένα υφολογικό μνημείο για τις επόμενες γενιές. Ποιος, λοιπόν, θα τολμήσει να παρέμβει, ποιος φιλτράρει την αξιοπιστία αυτής της αλλοίωσης και με ποιο δικαίωμα παρεισφρέει σε ένα γραπτό, που αιώνια οφείλει να έχει το «άρωμα» και την ταυτότητα του δημιουργού του; Κάθε βιβλίο σαφώς αντικατοπτρίζει την ατμόσφαιρα και την εποχή που γράφτηκε, είναι λοιπόν, κατά κάποιον τρόπο, και ένα κομμάτι της ανθρώπινης ιστορίας. Εδώ δεν μιλάμε για μια γλωσσική απλώς διόρθωση, αλλά για έναν, χωρίς δεύτερη σκέψη, ύπουλο τρόπο να βάλουμε σε μια συγκεκριμένη φόρμουλα ένα κείμενο, αγνοώντας όλα τα ψυχολογικά και ιστορικά στοιχεία που το συνθέτουν. Τέλος, θα θεωρούσα πολύ πιο «τίμιο» να μην εξέδιδε κανείς καθόλου τα εν λόγω βιβλία, από το να προσχωρήσει σε μια τέτοια – δίχως άλλο – ξεδιάντροπη ενέργεια.