Ο Βάλτερ Πούχνερ ανήκει στη σπάνια, διεθνώς, κατηγορία μελετητών στον χώρο της θεατρολογίας και της ιστορίας της λογοτεχνίας, αλλά και γενικότερα των ανθρωπιστικών επιστημών, όπου η ποιότητα των δημοσιεύσεων είναι αντίστοιχη, και όχι αντιστρόφως ανάλογη, με την ποσότητά τους. Σε κανένα από τα βιβλία του τα οποία εγώ τουλάχιστον γνωρίζω (έχει δημοσιεύσει περί τους ογδόντα τόμους ως συγγραφέας ή [συν]επιμελητής!) δεν διαπραγματεύεται ούτε τη χαρακτηριστική του ερευνητική συνέπεια ούτε την παραδειγματική βιβλιογραφική τεκμηρίωση. Θα ήθελα εδώ να εξάρω ιδιαιτέρως την αξία του βιβλίου του Greek Theatre between Antiquity and Independence: A History of Reinvention from the Third Century BC to 1830, Cambridge University Press, 2017 και για το τεράστιο εύρος και υλικό που καλύπτει και, κυρίως, για το γεγονός ότι προσφέρει μία εγκυρότατη ιστορία του ελληνικού θεάτρου και των παραγώγων του από την ελληνιστική περίοδο μέχρι την ίδρυση του ελληνικού κράτους στο αγγλόφωνο κοινό, ενώ ταυτόχρονα καταρρίπτει με πειστικό τρόπο ευρέως διαδεδομένες προ(κατα)λήψεις για τον νεότερο ελληνισμό. Η ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας (γραπτής αλλά και προφορικής) του χρωστά, μεταξύ πολλών άλλων, και την ανακάλυψη ή ανάδειξη λησμονημένων και αφανών κειμένων.

Σε ένα από τα πρόσφατα βιβλία του, το Ζαχαρίου Καραντινού εξ Αιτωλίας αρχαιοελληνικές τραγωδίες, που δημοσιεύθηκε πριν από λίγους μήνες, φέρνει στην επιφάνεια δύο ανέκδοτα και μέχρι τώρα άγνωστα στην ευρύτερη επιστημονική κοινότητα κείμενα των τελών του 17ου και των αρχών του 18ου αιώνα, τη Δόμνα και τον Αβελ του συγκεκριμένου αιτωλού λογίου και καταδεικνύει τη σημασία  τους για τη λογοτεχνική αλλά και εν γένει πολιτισμική ιστορία της νεότερης Ελλάδας. Τα έργα αυτά τα εντόπισαν ο Πούχνερ και η επιστημονική του ομάδα από το Τμήμα Θεατρικών Σπουδών στο ΕΚΠΑ κατά τη διάρκεια έρευνας σε βιβλιοθήκες στη Ρουμανία το 2002. Η έκδοση των κειμένων είναι αποτέλεσμα συλλογικής δουλειάς του Πούχνερ, του Μανόλη Παπαθωμόπουλου, του Ιωάννη Πολέμη και του Δημητρίου Σταμάτη. Ο τελευταίος συνέβαλε ουσιαστικά και στη συγγραφή της εισαγωγής, ιδίως όσον αφορά στη γλώσσα, στη στιχουργική και στα λογοτεχνικά και φιλοσοφικά/θεολογικά διακείμενα των δύο τραγωδιών. Ο Ιωάννης Πολέμης μετέφρασε επίσης τις δύο τραγωδίες στα νέα ελληνικά. Οι αποδόσεις του συμπεριλαμβάνονται στον ίδιο τόμο, καθιστώντας έτσι τα έργα αυτά προσβάσιμα και στον μέσο αναγνώστη.

Ο Πούχνερ κατορθώνει να εξακριβώσει με αρκετή πειστικότητα την ταυτότητα και να ανασυνθέσει σημαντικές πτυχές της ζωής και της πνευματικής δραστηριότητας του μοναχού Ζαχαρία Καραντινού. Ο Ζαχαρίας της Δόμνας και του Αβελ καταγόταν από τα Φάρσαλα, υπήρξε μαθητής του σπουδαίου λογίου του 17ου αιώνα Ευγένιου Γιαννούλη του Αιτωλού και διατηρούσε αλληλογραφία με τον περίφημο συμμαθητή του στη σχολή του Γιαννούλη Αναστάσιο Γόρδιο. Σπούδασε στην Πατριαρχική Σχολή της Κωνσταντινούπολης και δίδαξε στις ηγεμονικές αυλές στο Ιάσιο και στο Βουκουρέστι. Υστερα από επαγγελματικές περιπέτειες εγκαθίσταται στην κωμόπολη Μοσχολούρι της Θεσσαλίας, όπου εργάστηκε ως γιατρός. Εκεί, κατά πάσα πιθανότητα, έγινε μοναχός, συνεχίζοντας, ωστόσο, να διατηρεί επαφές με την αυλή του Βουκουρεστίου και κύκλους της εκκλησιαστικής ηγεσίας στην Κωνσταντινούπολη.

Η Δόμνα εξιστορεί τον αποκεφαλισμό του βοεβόδα Constantin Brâncoveanu και των τεσσάρων γιων του από τον σουλτάνο Αχμέτ Γ’ τον Δεκαπενταύγουστο του 1714. Ο Αβελ εστιάζεται στην ιστορία του ομώνυμου χαρακτήρα της Παλαιάς Διαθήκης. Προφανώς, το πρώτο έργο προκαλεί εντονότερο ενδιαφέρον, λόγω του επικαιρικού και του πολιτικού χαρακτήρα του θέματός του. Τα διακείμενα των δύο έργων είναι πολλά και ποικίλα. Εκτός από τον Χριστόν Πάσχοντα, κείμενα εκκλησιαστικών συγγραφέων (κυρίως του Ιωάννη Χρυσοστόμου), τον Θρήνον της Παναγίας ή, πιθανώς, νεότερα έργα όπως τον Ελεάζαρον και τους επτά παίδας Μακκαβαίους του Μιχαήλ Βεστάρχη ή την Ερωφίλη του Χορτάτση, αξιοσημείωτη, αν και αναμενόμενη, λόγω της αρχαιοπρέπειας των δύο τραγωδιών, είναι η συχνότητα των διακειμένων από τον Ευριπίδη κυρίως, αλλά και τον Ομηρο, πρωτίστως την Ιλιάδα.

Γνώση αρχαίων ελληνικών

Η σημασία των έργων αυτών για την ιστορία της λογοτεχνίας αλλά και γενικότερα της παιδείας στην τουρκοκρατούμενη Ελλάδα είναι εξαιρετική: η σύνθεσή τους ενισχύει την άποψη ότι η στέρεη γνώση των αρχαίων ελληνικών και η δημιουργική τους χρήση δεν ήταν αποκλειστικό προνόμιο ελλήνων λογίων που είχαν σπουδάσει και δραστηριοποιούνταν σε σημαντικά κέντρα της Δύσης. Οπως το παράδειγμα του Αναστασίου Γορδίου, έτσι και η περίπτωση του Ζαχαρία Καραντινού είναι ενδεικτική του μεγάλης πνευματικής και πολιτισμικής αξίας έργου που επιτελούσε η σχολή του Ευγενίου Γιαννούλη στο Αιτωλικό. Η περίπτωση της Δόμνας και του Αβελ, αποτελεί, επίσης, επιπρόσθετο τεκμήριο μίας εν πολλοίς αγνοημένης ή περιθωριοποιημένης, στις επικρατούσες τάσεις ανασύνθεσης της νεοελληνικής πολιτισμικής ιστορίας,   πραγματικότητας, την οποία προσπαθώ να αναδείξω και να μελετήσω διεξοδικά στο πρόσφατο επιστημονικό μου έργο: η συστηματική και δημιουργική ενασχόληση των ελλήνων λογίων με την ελληνική αρχαιότητα και τη γραμματολογία της, αλλά και η αξιοποίηση του ευρύτερου πολιτιστικού της (και, σε συγκεκριμένα πλαίσια, πολιτικού της, επίσης) κεφαλαίου και της αξίας της για τον νεότερο ελληνισμό δεν χρειαζόταν να περιμένει τον όψιμο διαφωτισμό και τον Κοραή. Αλλά για το σύνθετο αυτό θέμα θα έχω την ευκαιρία να μιλήσω, έστω εν συντομία, σε μελλοντικά άρθρα μου.

Ο Παναγιώτης Ροϊλός είναι καθηγητής Ελληνικών, κάτοχος της Εδρας Γ. Σεφέρη, επιστημονικός εταίρος στο Κέντρο Διεθνών Σχέσεων Weatherhead, Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ, πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Πολιτιστικού Κέντρου Δελφών

{1BSYG}Ζαχαρία Καραντινού {1BSYG}{CR}{2BTIT}Αρχαιοελληνικές τραγωδίες{2BTIT}{CR}{3BEKD}Εκδ. Αρμός, σελ. 600{3BEKD}{CR}{4BTIM}Τιμή 28 ευρ{4BTIM}ώ