Πριν από λίγες μέρες, την επομένη του ντέρμπι ΑΕΚ – ΠΑΟ (0-0), άκουγα  τον Ντέμη Νικολαΐδη να αναρωτιέται στην εκπομπή του στη Νova γιατί συμβαίνουν όσα συμβαίνουν στη διαιτησία στο πρωτάθλημα. «Ολοι λέμε πως θέλουμε καλύτερη διαιτησία αλλά δεν έχουμε κάτσει κάτω να βρούμε τον τρόπο. (…) Χρειαζόμαστε καλύτερες διαιτησίες. Αυτό είναι δεδομένο μετά το ντέρμπι που είδα» είπε. Και πρόσθεσε: «Το θέμα είναι να βρούμε έναν τρόπο να το πετύχουμε». Ο πρώην ποδοσφαιριστής εξέφρασε μια απορία που έχει και ο πιο απλός φίλαθλος, αλλά επειδή ο Νικολαΐδης έχει διατελέσει εκτός από ποδοσφαιριστής και παράγοντας (και μάλιστα πρόεδρος της ΑΕΚ) θα περίμενα από αυτόν κάτι πιο πολύ από απορίες. Στα προβλήματα της διαιτησίας στην Ελλάδα ας προσθέσουμε κι αυτό: τον φόβο να τα περιγράψουμε. Είναι τυχαίος ο φόβος; Οχι φυσικά. Ζούμε σε μια χώρα όπου όποιος κυβερνά, όχι μόνο δεν προσπαθεί να λύσει τα προβλήματα του ποδοσφαίρου, αλλά είναι δύσκολο να σου εγγυηθεί και ότι δεν θα κυκλοφορεί το σόι σου με «μαύρες γραβάτες», έτσι και μιλάς δημόσια για αυτά.  

Παντού

Ποιο είναι το πρόβλημα της διαιτησίας στην Ελλάδα; Τα φαλτσοσφυρίγματα των διαιτητών; Παντού υπάρχουν, ακόμα και στην εποχή του VAR. H ελλιπέστατη εκπαίδευση των ελλήνων διαιτητών; Μα εδώ και πέντε χρόνια για τα ντέρμπι έρχονται ξένοι. Τίποτα από αυτά δεν συνιστά πραγματικό πρόβλημα. Το πρόβλημα είναι ότι υπάρχει ένας περίγυρος που σε κάνει να πιστεύεις πως τα όποια λάθη δεν είναι τυχαία. Και πως οι διαιτητές, ακόμα και οι ξένοι, μπορεί εν τέλει να εκτελούν αποστολές: αυτό είναι το πρόβλημα.

Καχυποψία

Πώς λύνεται αυτό το πρόβλημα; Οταν γίνεται ό,τι είναι ανθρωπίνως δυνατό για να μειωθεί αυτού του είδους η καχυποψία. Ποιος μπορεί αυτή την καχυποψία να τη μειώσει; Δύο μόνο θεσμικοί παράγοντες: η ΕΠΟ, που είναι η προϊσταμένη Αρχή της διαιτησίας και η κυβέρνηση που έχει την υποχρέωση του ελέγχου. Αν φέτος γίνεται ο κακός χαμός είναι γιατί η ΕΠΟ έκανε ό,τι μπορούσε για να αυξηθεί η καχυποψία και η κυβέρνηση, που θα κριθεί στις κάλπες, δεν έκανε απολύτως τίποτα.    

Μπαλτάκος

Για να μη νομίζει κάποιος ότι αδικώ την ΕΠΟ θέλω να θυμίσω τι έγινε φέτος. Τις εκλογές της τις κέρδισε ένας παλιός στο κουρμπέτι παράγοντας, ο δικηγόρος Τάκης Μπαλτάκος που δήλωσε με την κατάθεση της υποψηφιότητάς του ορκισμένος «αντιολυμπιακός» και κατέθεσε την επιθυμία του ότι θέλει να δει τους έλληνες διαιτητές να διευθύνουν ντέρμπι. Το ότι δηλώνει «αντιολυμπιακός» δημιουργεί ένταση, αλλά δεν αφορά τη διαιτησία: το ότι διακήρυττε την ανάγκη επιστροφής των ελλήνων διαιτητών ήταν όμως πρόβλημα διότι η συντριπτική πλειοψηφία των ομάδων επιθυμεί το αντίθετο. Μακάρι όμως το πρόβλημα να ήταν η επιθυμία του Μπαλτάκου. Γρήγορα αποδείχτηκε πως αυτό που θα τίναζε το πρωτάθλημα στον αέρα ήταν οι πρακτικές του. Το καλοκαίρι αγνόησε την απόφαση 11 ομάδων της Σούπερ Λίγκας για ανανέωση της θητείας του πρώην αρχιδιαιτητή του Μαρκ Κλάτενμπεργκ. Στη συνέχεια χωρίς διαγωνισμό (με το έτσι θέλω) έδωσε τη θέση του αρχιδιαιτητή (και την αμοιβή του) στον Στιβ Μπένετ. Φρόντισε επίσης να μειωθούν οι αμοιβές των ξένων διαιτητών ώστε κανείς σοβαρός να μη θέλει να ‘ρθει εδώ. Οταν είδε τον Μπένετ, κόντρα σε κάθε λογική, να ορίζει διαιτητή στο πρώτο ντέρμπι της χρονιάς (ΠΑΟ – ΑΕΚ) τον Ελληνα Σιδηρόπουλο, αντί να διώξει τον αρχιδιαιτητή έκανε παρέμβαση ο ίδιος ζητώντας την αλλαγή του. Και την ίδια στιγμή πλαισίωσε τον Μπένετ στην ΚΕΔ με έλληνες πρώην διαιτητές από τους οποίους το ελληνικό ποδόσφαιρο είχε γλιτώσει για χρόνια. Ολα αυτά (και πολλά άλλα…) φυσικά και εκτόξευσαν τις υποψίες στα ύψη: τόσες παρεμβάσεις στη διαιτησία δεν γίνονται χωρίς λόγο. Και κυρίως τόσες παρεμβάσεις δημιουργούν την υποψία ότι εκτελείται κάποιο σχέδιο.    

Ανοχή

Γιατί τα έκανε όλα αυτά ο Μπαλτάκος; Γιατί του το επέστρεψε η κυβέρνηση με την ανοχή της. Το ποδόσφαιρο είναι αλήθεια πως αυτοδιοικείται όμως δεν μπορούν οι παράγοντές του να λειτουργούν ανεξέλεγκτα. Το κακό στην ιστορία είναι ότι η κυβέρνηση δεν είχε σκοπό να κάνει τον παραμικρό έλεγχο παράλυτη από τον φόβο πιθανών συγκρούσεων. Δεν είναι αλήθεια πως οι κυβερνήσεις δεν παρεμβαίνουν. Το κάνουν και μάλιστα πολύ συχνά. Τον καιρό της διακυβέρνησης από τους ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ π.χ. οι υφυπουργοί Αθλητισμού δεν έκαναν άλλο από το να παρεμβαίνουν: και ο Σταύρος Κοντονής και ο Γιώργος Βασιλειάδης ήθελαν και είχαν λόγο για όλα – ο Κοντονής ανέβαλε κάποτε τον τελικό του Κυπέλλου γιατί κατά τη γνώμη του δεν ορίστηκαν οι σωστοί διαιτητές, ενώ αποφάσισε να γίνει και το ματς κεκλεισμένων των θυρών. Οταν διαπίστωσε άρνηση της ΕΠΟ να σεβαστεί τις επιθυμίες του ξήλωσε τη διοίκησή της και τοποθέτησε σε αυτή μια διοικούσα επιτροπή – με τη συγκατάθεση των FIFA/UEFA που πάντα σέβονται τα θέλω των κυβερνήσεων. Αυτή την επιτροπή την κράτησε και διάδοχος του Κοντονή, ο Γιώργος Βασιλειάδης, που είχε σταματήσει και το πρωτάθλημα όταν κάποτε ο Ιβάν Σαββίδης μπούκαρε στο γήπεδο της Τούμπας με κουμπούρια. Αλλά και ο Κοντονής και ο Βασιλειάδης υπηρέτησαν στον καιρό τους ένα ξεκάθαρο πολιτικό σχέδιο, στόχος του οποίου ήταν να ‘ρθει σε δύσκολη θέση και με κάθε τρόπο ο Ολυμπιακός. Η τωρινή κυβέρνηση δεν είχε κανένα σχέδιο. Μόνο της σχέδιο ήταν το πώς ο βολικός υφυπουργός Αθλητισμού Λευτέρης Αυγενάκης θα ήταν σάκος του μποξ. Σε αυτόν έπρεπε να ξεσπάνε όλοι ώστε να μη γίνεται η παραμικρή συζήτηση για τις κυβερνητικές επιλογές. Βασικότερη εκ των οποίων ήταν η ανοχή της διαφθοράς.     

Πρόταση

Δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα διαιτησίας. Η πρόταση της Σούπερ Λίγκας για τοποθέτηση elite διαιτητών στα ντέρμπι των συνδιεκδικητών του τίτλου και ξένων διαιτητών σε όλα τα ματς των playoffs ήταν απλή κι εύκολα υλοποιήσιμη. Στην Κύπρο, όπου επίσης δίνουν το «παρών» ξένοι διαιτητές, ο αρχιδιαιτητής τους φέρνει καλύτερους από αυτούς που έρχονται στην Ελλάδα. Στην Ελλάδα υπάρχει πρόβλημα διοίκησης του ποδοσφαίρου, άρνησης της ομοσπονδίας να πράξει τα αυτονόητα και έλλειψη ελέγχου. Παντελής έλλειψη. Και το γιατί είναι απλό: για να μπορούν κάποιοι να φέρνουν τους διάφορους Νταμπάνοβιτς. Ελπίζοντας πως όποιοι τους βάλανε στη θέση που έχουν θα καταφέρουν με κάποιον τρόπο να κερδίσουν και το πρωτάθλημα, ακόμα και με ξένους διαιτητές. Που ποτέ δεν ήθελαν.