Μεταξύ σφύρας και άκμονος. Ο εκλογικός αγώνας «συμπιέζεται» ανάμεσα στην ένταξη δημοφιλών προσώπων, με εξαιρετική λαϊκή διείσδυση και από την άλλη, προσώπων που αποκαθηλώνονται ηθικά. Ευάρμοστο ζευγάρι: δημοφιλία και ηθική απαξίωση, αναγνωρισιμότητα και πομπές. Με τους τυπικούς όρους, της τυπικής πολιτικής, αυτά τα πεδία μάχης είναι εξωπολιτικά και ουσιαστικά ενσωματώνουν τεχνικές του σκληρού επικοινωνιακού μάρκετινγκ που σε άλλες χώρες, ιδίως στις ΗΠΑ, είναι εξαιρετικά αναπτυγμένο. Φυσικά υπάρχει, πολλά χρόνια τώρα, μια μετατόπιση της ίδιας της πολιτικής, προς τους όρους μάρκετινγκ. Δεν είναι μόνο τα σπαρταριστά και πολυέξοδα παραδείγματα παλαιότερων «μαυρογιαλούρων», όπως αυτού που τοποθέτησε βαγόνια τρένου στο χωριό του. Προβεβλημένα πρόσωπα της σκηνής, λειτουργούν με τους όρους διαφημιστή, παρά με τους όρους πολιτικού προσώπου, με αμιγή πολιτικό λόγο, επιχείρημα και ταυτότητα. Η ίδια η πολιτική συστηματικά απεκδύεται των λογικών και γλωσσικών όρων της, προς χάριν της θεαματικότητας. Π.χ. η επένδυση στο Ελληνικό φαίνεται, καρκινοβατεί και ο κ. Γεωργιάδης αναγκάζεται (ακόμα μια φορά, μετά τα ράφια στα σούπερ μάρκετ) να αναλάβει τον ρόλο, κονφερασιέ του άυλου, του απραγματοποίητου ή του αργοπορημένου. Οι «πορείες στον λαό», όπως παλαιότερα του κ. Κουλούρη στην κυβέρνηση του κ. Σημίτη, με την «αντάρτισσα» που πουλούσε ρίγανη, οι απέραντες εκπομπές με πρωτοπόρο τον Ευάγγελο Γιαννόπουλο, που σήμερα, έχει πολλούς επιγόνους, ως προς την τηλεοπτική τεχνική. Μετωπική (κάμερα σ’ εμένα) λήψη και άρα εμφατική και υποβλητική απεύθυνση στον θεατή. Στον ίδιο τον πυρήνα της πολιτικής, αναπτύσσεται αυτό το έλλειμμα που αντικαθιστά με θέαμα, το πολιτικό έργο. Ούτως ή άλλως, τα τελευταία χρόνια, η πολιτική παραγωγή έχει μειώσει πολύ τον ζωτικό της χώρο. Χρήματα διαθέτουν κυρίως οι περιφέρειες (άρα ο πολίτης βλέπει τον περιφερειάρχη ως τελεστή που έχει το μέλι και τα έργα), οι δήμοι φυτοζωούν ανάμεσα στα τεράστια χρέη, τις εμβαλωματικές λύσεις στο νερό, και λίγα ρουσφετικά όπλα π.χ. τις οκτάμηνες συμβάσεις (άρα με μικρό περιθώριο ρουσφετιού). Η μεγάλη Πολιτική, αποφασίζεται στο μικρό αλλά πυκνό πεδίο ισχυρών επιχειρήσεων, ευρωπαϊκής νομενκλατούρας και λίγων μελών της εκτελεστικής εξουσίας – όχι από τους βουλευτές. Επομένως αυτό που «μένει» στον επαγγελματία πολιτικό, είναι η τηλεοπτική παρουσία (είτε καταγγελτική είτε υπερασπιστική) ή κάποια πατέντα που έχει «τζέρτζελο». Να τα κάνει λαμπόγυαλο με μια δήλωση, με μια ανάρτηση, με κάτι που θα «γράψει». Κάτι που θα τον βοηθήσει να βγάλει το κεφάλι από το έλος της πραγματικότητας και των ανταγωνιστών. Η επικοινωνία είναι η μόνη υπαρκτή κι ενεργός πολιτική δομή. Γι’ αυτό, μεγάλο μέρος της κριτικής αρθρογραφίας, ασχολείται και εξαντλείται στα γραμματικά λάθη κάποιου, στο στυλ του, στα σαρδάμ, στα βρισίδια που προκαλεί κ.λπ. Θυμίζω ότι τον ευπρεπή Σημίτη, τον διακωμωδούσαν για τα σαρδάμ. Το ίδιο και τον Γιώργο Παπανδρέου. Τον Κώστα Καραμανλή, επειδή ήταν ευφραδής, τον χτύπαγαν για τα κιλά του, τον Τσίπρα για τα αγγλικά, τον Μητσοτάκη για τα πραγματολογικά ατοπήματα κ.λπ. Δεν αναφέρομαι στη σάτιρα και τους ποικίλους «αριστοφανισμούς», που είναι βασικό στοιχείο της δημοκρατίας (και συχνά η μόνη παρηγοριά του φτωχού και εξωθημένου), αλλά για την πολιτική κριτική, που καταλήγει μη πολιτική και μη κριτική, με όρους διαλεκτικής. Που είναι απλώς επικοινωνιακή αποκαθήλωση.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ