Θυμήθηκα τώρα δα τον Ανδρέα Καρκαβίτσα εκ Λεχαινών Ηλείας ορμώμενον, ιατρόν στη ναυσιπλοΐα και διηγηματογράφο, ο οποίος πέθανε ακριβώς εκατό χρόνια πριν από φέτος. Για να είμαι ειλικρινής, μάλλον τον χρειάστηκα παρά τον θυμήθηκα επειδή το ελληνικό Πάσχα είναι μια «φεύγουσα και διαφεύγουσα» εορτή, η οποία, παρά το αυστηρό και αναλλοίωτο πρωτόκολλο και τελετουργικό της, με τα χρόνια αποκτάει άλλα χούγια, για να τα παρατήσει κι αυτά και να περάσει στα επόμενα και πάει λέγοντας. Αναφέρω, χωρίς χρονολογική σειρά, ορισμένες αλλαγές που έχω παρατηρήσει. Στη νηστεία μάνι μάνι, που κάποτε ή την τηρούσες ή δεν την τηρούσες χωρίς αυτό να αντανακλάται στην οικονομία. Κι όμως! Η βίγκαν διατροφή έκανε την τύχη της από τη στιγμή που της έκοψε να τρυπώσει στις θρησκευτικές συνήθειες και έτσι η Σαρακοστή, αντί για ελαφρώς πεινασμένους πιστούς, παράγει, μια δεκαετία τώρα, οικονομικούς κολοσσούς στον χώρο της εστίασης, οι οποίοι σου πασάρουν ολοχρονίς λαχανίδες αλάδωτες με μπόλικο λεμόνι σε τιμές πέντε αστέρων Michelin. Ουρές στα φαστφουντάδικα για ένα μπέργκερ με αντράκλα που οι γιαγιάδες μας την έριχναν (ναι, αυτή ήταν τότε η λέξη) στα γουρούνια (ναι, αυτό ήταν τότε το ζώο). Τα αποτελέσματα αυτής της «υγιεινής» διατροφής φαίνονται βέβαια στην κατάρρευση του αιματοκρίτη και στο ξεσάλωμα των εντέρων, αλλά δεν βαριέσαι… Βαριέμαι, πώς δεν βαριέμαι; Βαριέμαι αφόρητα τον αναβαθμισμένο ρόλο του «νονού» που στις μέρες μας οφείλει να μπαζώσει παιδικά δωμάτια με κιτσάτες λαμπάδες, σοκολατένια και λούτρινα, στα οποία κανένα παιδάκι δεν θα ρίξει δεύτερη ματιά, απλούστατα επειδή έχει ήδη πολλά από πέρυσι και από πρόπερσι και γενικώς από τότε που γεννήθηκε ώσπου να πάει φαντάρος.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ