Μπορεί οι δημοσκοπήσεις να δίνουν προβάδισμα στον Ερντογάν, αλλά η αντιπολίτευση πρέπει να δώσει τη μάχη μέχρι την τελευταία στιγμή, και για τους Τούρκους της Γερμανίας, που αυτή τη φορά συμμετέχουν αθρόα στις εκλογές, λέει στα «ΝΕΑ» ο Γιενς Μπάστιαν, ερευνητής στο Ιδρυμα Επιστήμης και Πολιτικής SWP του Βερολίνου. Στα ελληνο-τουρκικά, που γνωρίζει άριστα, προειδοποιεί ότι μια ουσιαστική νέα αρχή θα εξαρτηθεί και από τα μηνύματα Βρυξελλών, Βερολίνου και Ουάσιγκτον. Αλλά ακόμα και με επανεκλογή του Ερντογάν δεν υπάρχει επιστροφή στη μέχρι τώρα «πεπατημένη».
Κύριε Μπάστιαν, τα προγνωστικά των δημοσκοπήσεων για τις εκλογές στην Τουρκία δείχνουν ήττα του Ερντογάν. Ποια είναι η δική σας πρόγνωση;
Θα ήμουν μάλλον προσεκτικός στην αξιολόγηση των δημοσκοπήσεων. Υπάρχει ένα κλίμα αλλαγής στην Τουρκία, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι η συμμαχία της αντιπολίτευσης θα κερδίσει και τις δύο εκλογές, τη βουλή και την προεδρία. Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι ο Ερντογάν δεν είναι πλέον το φαβορί. Ομως, μια ταλαντευόμενη ψήφος δεν μετατρέπεται αυτομάτως σε ταλαντευόμενους ψηφοφόρους. Η συμμαχία της αντιπολίτευσης έχει κάθε λόγο να αγωνιστεί και για την τελευταία ψήφο μέχρι τις 14 Μαΐου. Τα στοιχεία από τη Γερμανία λένε ότι η συμμετοχή των ψηφοφόρων είναι πολύ υψηλή. Αυτό υποδηλώνει ευρεία κινητοποίηση και μεγάλη προθυμία για συμμετοχή στις εκλογές.
Ποια είναι η εκτίμησή σας για την εκλογική συμπεριφορά των τούρκων ψηφοφόρων που ζουν στη Γερμανία;
Στη Γερμανία ζουν 2,83 εκατομμύρια Τούρκοι, περίπου 1,5 εκατομμύριο από αυτούς έχουν δικαίωμα ψήφου ως τούρκοι υπήκοοι. Οι Τούρκοι στη Γερμανία προέρχονται κυρίως από συντηρητικά και θρησκευτικά στρώματα. Στο παρελθόν, η πλειοψηφία των τούρκων ψηφοφόρων ψήφισε τον Ερντογάν, ιδίως στην περιοχή του Ρουρ. Ηταν πάντα δυνατή η κινητοποίηση αυτού του εκλογικού σώματος μέσω μεγάλων προεκλογικών εκδηλώσεων στη Γερμανία. Αυτό δεν ισχύει αυτή τη φορά, διότι οι προεκλογικές εκστρατείες έχουν απαγορευτεί. Παρ’ όλα αυτά, πολλοί τούρκοι ψηφοφόροι παραμένουν πιστοί στον Ερντογάν. Οχι επειδή είναι τόσο πειστικός, αλλά επειδή δίνει σε αυτούς τους ανθρώπους μια αίσθηση αξιοπρέπειας και ταυτότητας, ενώ στη Γερμανία έχουν βρεθεί πολλές φορές σε μειονεκτική θέση ή βιώνουν τον αποκλεισμό.
Ο Ταγίπ Ερντογάν τουλάχιστον μέχρι τον τρομακτικό σεισμό του Φεβρουαρίου απειλούσε σχεδόν καθημερινά την Ελλάδα αμφισβητώντας την ελληνική κυριαρχία στα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Ποιες επιπτώσεις θα έχει στη διένεξη Τουρκίας – Ελλάδας μια αλλαγή από τον Ερντογάν στον Κιλιτσντάρογλου; Και με τους Κεμαλιστές στην Τουρκία τα προβλήματα με την Ελλάδα δεν μειώθηκαν, το αντίθετο μάλιστα.
Η αλληλεγγύη που επέδειξε η ελληνική κοινωνία μετά τον καταστροφικό σεισμό στην Τουρκία τον Φεβρουαρίου του 2023 ήταν εντυπωσιακή και ειλικρινής. Αλλά είμαι επιφυλακτικός ως προς τη χρήση του όρου «σεισμική αλληλεγγύη». Και οι δύο χώρες θα ήταν καλό να επιστρέψουν στα σημαντικά ουσιαστικά ζητήματα (π.χ. μετανάστευση, κοιτάσματα φυσικού αερίου στην Ανατολική Μεσόγειο) μετά τις εκλογές και να αναπτύξουν νέες μορφές διαλόγου. Είμαι της γνώμης ότι αυτό δεν αποκλείεται εντελώς ακόμη και με επανεκλογή του Ερντογάν, αλλά θα είναι πιο δύσκολο εξαιτίας της στάσης του στο παρελθόν. Επίσης δεν πρέπει να κάνουμε το στρατηγικό λάθος να εναποθέσουμε υπερβολικές ελπίδες στη συμμαχία της αντιπολίτευσης. Οι εκπρόσωποί της προτιμούν μια ρητορική αποκλιμάκωση, η οποία είναι πολύ καλοδεχούμενη. Η διαμόρφωση συνθηκών για μια ουσιαστική νέα αρχή μετά την αποκλιμάκωση θα εξαρτηθεί και από τα μηνύματα που θα στείλουν οι Βρυξέλλες, το Βερολίνο και η Ουάσιγκτον προς την Αγκυρα.
Ποια θα είναι η επόμενη ημέρα μετά τις εκλογές στις σχέσεις της Τουρκίας με την ΕΕ;
Δεν μπορεί πλέον να συνεχιστεί η συνήθης πεπατημένη (business as usual). Η Τουρκία έχει μπροστά της μεγάλες προκλήσεις. Η οικονομική κρίση της χώρας επιβάλλει αλλαγή κατεύθυνσης για να χαλιναγωγηθεί ο πληθωρισμός και να τεθεί υπό έλεγχο η υποτίμηση της τουρκικής λίρας. Η ανοικοδόμηση της σεισμόπληκτης περιοχής θα απαιτήσει σημαντικούς οικονομικούς πόρους. Η Τουρκία εξαρτάται από τη διεθνή βοήθεια, και επομένως και από την ΕΕ. Ωστόσο, η προθυμία της ΕΕ να στηρίξει αυτή τη μακρά διαδικασία με χρηματοδότηση εξαρτάται από διαρθρωτικές αλλαγές στην Τουρκία. Αυτές περιλαμβάνουν την καταπολέμηση της διαφθοράς, και όχι μόνο στον κατασκευαστικό κλάδο. Ομοίως, τόσο η ΕΕ όσο και οι ΗΠΑ θα απαιτήσουν αλλαγή κατεύθυνσης από την Αγκυρα στην πολιτική κυρώσεων στη Ρωσία. Καμία κυβέρνηση στην Τουρκία στο μέλλον δεν θα μπορέσει να παρακάμψει αυτούς τους όρους.