Η ιστορία της Μπρουκ και του Μπίλι, σύμφωνα με το άρθρο, ξεκίνησε σε ένα πάρκο για σκέιτ όπου ο Μπίλι έκανε επιδέξιες φιγούρες πάνω στη σανίδα του, γοητεύοντας με την ευγενική του συμπεριφορά τη νέα του φίλη. Τρεις μήνες μετά την πρώτη τους γνωριμία η Μπρουκ έκανε τεστ εγκυμοσύνης και είπε στον φίλο της τα νέα. Θα μπορούσαν όμως να αντιμετωπίσουν την κατάσταση, αν η Μπρουκ προλάβαινε να κλείσει ραντεβού στην κλινική αμβλώσεων στο Νότιο Τέξας που απείχε δυόμισι ώρες από το Κόρπους Κρίστι. Ομως ένα 48ωρο πριν από την απαγόρευση τα διαθέσιμα ραντεβού είχαν εξαντληθεί.

Το κορίτσι βρέθηκε στο κέντρο συμβουλευτικής αμβλώσεων της περιοχής του. Η δημοσιογράφος παρατηρεί ότι σε αντίθεση με τον ρόλο του η διεύθυνση του κέντρου απέτρεπε τις γυναίκες χρησιμοποιώντας μηχανισμούς παραπλανητικής πληροφόρησης, όπως για παράδειγμα ότι οι αμβλώσεις προκαλούν καρκίνο της μήτρας. Γλειφιτζούρια

και πάνες

Η Μπρουκ άκουσε τον εαυτό της να ψιθυρίζει συγκαταβατικά «ναι» και βγήκε από το κέντρο με «δώρο» ένα πακέτο γλειφιτζούρια για τις πρωινές ναυτίες. Στη δεύτερη επίσκεψη για υπέρηχο κέρδισε και ένα κουτί πάνες. Μετά σκέφτηκε ότι ήταν χάσιμο χρόνου και στράφηκε στον Μπίλι, ο οποίος στο μεταξύ σκόπευε να μπει στην Αεροπορία για να έχουν χρήματα. Αλλά και ο Μπίλι από την πλευρά του δεν ήταν έτοιμος για αυτό που ερχόταν. Φοβόταν να χάσει αυτό που περιέγραψε ως «την ελευθερία του να είσαι έφηβος». Αν δεν υπήρχε ο νόμος του Τέξας, η Μπρουκ ήξερε ότι ίσως να μη βρισκόταν εδώ. Πιθανότατα θα διάβαζε για τις επόμενες εξετάσεις της, ενώ ο Μπίλι θα μάθαινε κάποιο νέο κόλπο στο σκέιτ. Της άρεσε να πιστεύει ότι θα ήταν ακόμα μαζί, ξοδεύοντας τα χρήματά τους σε εισιτήρια για σινεμά και μπέργκερ, αντί για πάνες και μωρομάντιλα. Είπε στον εαυτό της ότι μια άλλη ζωή δεν είχε σημασία πια. Είχε δύο μωρά που αγαπούσε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στον κόσμο.