Οταν ξεκίνησα πριν από 53 χρόνια τη διακονία μου στη θεατρική κριτική στο «ΒΗΜΑ» και στα «ΝΕΑ», βρισκόμασταν ως λαός σε μια πολιτική λαίλαπα, αλλά μέσα στην καταιγίδα ως αντίδραση, ως σανίδα σωτηρίας άνθιζαν οι τέχνες: Σεφέρης, Ελύτης, Ρίτσος, Αναγνωστάκης, Μόραλης, Εγγονόπουλος, Τσαρούχης, Τέτσης, Ταχτσής, Μπεράτης, Στρατής Τσίρκας και η, και σε παγκόσμιο πεδίο, θεατρική (πάνω από δώδεκα συγγραφείς) συγγραφική ομάδα από τον Καμπανέλλη ως τον Μανιώτη. Αυτών των θεατρικών συγγραφέων και ένα μόνο έξοχο έργο από τον καθένα τους να επιλέξεις, έχουμε μέσα σε μια γενιά δεκαπέντε αριστουργήματα, πράγμα που δεν συναντά κανείς σε καμιά ακμάζουσα ευρωπαϊκή και αμερικανική δραματουργία. Ταυτόχρονα, σχεδόν υποχρεωτικά, άνθισε και μια ελληνική υποκριτική σχολή, ικανή να αρθρώσει έναν έλληνα Λόγον εύφορο και ποικίλο, από τη λαϊκή αργκό έως τον φιλοσοφικό στοχασμό και μια πλούσια πινακοθήκη ανθρώπων και επαγγελμάτων.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ