Ο Γιώργος Βέλτσος σαν Σίσυφος κάθε χρόνο επιστρέφει στη γενέτειρά του Μύκονο και χρονογραφεί ηθελημένα και μη τις ραγδαίες μεταβολές του νησιού από τη βεράντα του και μετωπικά με το αμμουδάκι του Περή. Εκεί που έκανε μπάνιο μικρός και που τώρα βλέπει τους concierges να ρυμουλκούν τους επισκέπτες με τις τεράστιες βαλίτσες (μα τι βάζουν μέσα;) για να τους πάνε στα δωμάτια ή στις μικρές και μεγάλες βίλες. Από το πατρικό σπίτι του, μπορεί ακόμη να ακούει τη βραχνάδα της μάνας του Αννας, της πρώτης των κοσμικών της Μυκόνου και της Αθήνας ή μπορεί να διακρίνει και να αγγίζει τις γραμμές – σημάδια στην ντουλάπα του διαδρόμου που χάραζε ο πατέρας του Στάθης όταν τον έστηνε με ένα βιβλίο στο κεφάλι για να δει πόσο είχε ψηλώσει από το προηγούμενο καλοκαίρι. Είναι η μέσα Μύκονος, η δική του. Αυτή της Μέλπως και του Πανάγου Αξιώτη, του Σταύρου Μάνεση, του Παναγιώτη Κουσαθανά, των άλλοτε περιηγητών, της Δήλου, της Ρήνειας, του Λε Κορμπιζιέ και του Καραγάτση. Η Μύκονος του Πιέρου και του Φούσκη. Του Μάκη και του Κώστα Ζουγανέλη.
Το παρόν άρθρο, όπως κι ένα μέρος του περιεχομένου από tanea.gr, είναι διαθέσιμο μόνο σε συνδρομητές.
Είστε συνδρομητής; Συνδεθείτε
Ή εγγραφείτε
Αν θέλετε να δείτε την πλήρη έκδοση θα πρέπει να είστε συνδρομητής. Αποκτήστε σήμερα μία συνδρομή κάνοντας κλικ εδώ