Από τις ασκήσεις επί χάρτου στη σκληρή πραγματικότητα των αριθμών – των αδιαμφισβήτητων δεδομένων της κάλπης δηλαδή – ετοιμάζονται να περάσουν οι πολιτικοί αρχηγοί.
Σε απόσταση αναπνοής πλέον από μία από τις πιο ιδιαίτερες εκλογικές μάχες, λόγω και της συνθήκης της απλής αναλογικής που καθιστά αδύνατη την επίτευξη αυτοδυναμίας, τα τρία μεγαλύτερα κόμματα, ΝΔ, ΣΥΡΙΖΑ-Προοδευτική Συμμαχία και ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ, που διεκδικούν τον δικό τους καθοριστικό ρόλο στο μετεκλογικό τοπίο, δεν έχουν παρά να περιμένουν να διαπιστώσουν εάν θα πιάσουν έστω το μίνιμουμ των στόχων τους ή αντίθετα αν το αποτέλεσμα θα ξυπνήσει τους χειρότερους εφιάλτες τους.
Και για τους τρεις αρχηγούς, τον Κυριάκο Μητσοτάκη, τον Αλέξη Τσίπρα και τον Νίκο Ανδρουλάκη υπάρχει ένα σημείο καμπής: ένα (διαφορετικό) ψυχολογικό όριο. Είναι αυτό που θα καθορίσει τελικά το βράδυ της Κυριακής τόσο το περιεχόμενο των αρχηγικών δηλώσεων όσο και το ύφος των πρωταγωνιστών μπροστά στις κάμερες, οι οποίες θα θελήσουν να πιάσουν τον παραμικρό μορφασμό. Ενα είναι σίγουρο, ο καθένας τους έχει βάλει τον δικό του πήχη.
Κυριάκος Μητσοτάκης: Το «σκαλοπάτι» του 34%+
Κάποιοι γαλάζιοι μιλούν για «σκαλοπάτι», άλλοι το αποκαλούν «εφαλτήριο» και άλλοι το χαρακτηρίζουν ως «εκκίνηση». Οπως και να το λέει κανείς, το ποσοστό της Κυριακής για τη ΝΔ είναι εκείνο που θα (της) δείξει εάν ανοίγει ή αντίθετα αν γκρεμίζεται η προοπτική για τη διεκδίκηση της αυτοδυναμίας σε περιβάλλον ενισχυμένης αναλογικής, όπως είναι ο διακηρυγμένος από τον Κυριάκο Μητσοτάκη στόχος. Δεν είναι ωστόσο μόνο το ποσοστό της πρωτιάς. Είναι επιπλέον και η διαφορά της ΝΔ με τον ΣΥΡΙΖΑ αυτή που θα επηρεάσει καθοριστικά τις κινήσεις (και την ψυχολογία) της κεντροδεξιάς παράταξης. Σε ό,τι αφορά το ποσοστό, το στοίχημα-σκαλοπάτι τοποθετείται (τουλάχιστον) στο 34%+. Σε ό,τι αφορά την ψαλίδα μεταξύ πρώτου και δεύτερου, εφόσον δεν υπάρξουν εκπλήξεις στη σειρά των κομμάτων, η ΝΔ θέλει να δει 4+ μονάδες. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, ο Μητσοτάκης θεωρεί ότι θα έχει μπροστά του πιο εύκολη διαχείριση των καταστάσεων που θα προκύψουν από την επομένη της κάλπης, με δεδομένες μεταξύ άλλων και τις κόκκινες γραμμές που έχει προσώρας θέσει το ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ (ο δυνητικά κυβερνητικός εταίρος της ΝΔ) για τη δυνατότητα σχηματισμού κυβέρνησης συνεργασίας.
Ο Μητσοτάκης θα βρίσκεται στο Μαξίμου από νωρίς την Κυριακή και οι δηλώσεις θα γίνουν από τη γαλάζια έδρα στην Πειραιώς, από εκεί όπου το 2019 ο ίδιος είχε επιλέξει να εκπέμψει ενωτικό μήνυμα (ως «Πρωθυπουργός όλων των Ελλήνων») με σινιάλα και προς εκείνους που δεν τον είχαν στηρίξει στην κάλπη. Τότε, με μια καθαρή νίκη έναντι του Αλέξη Τσίπρα, έλεγε ότι ξεκινά ένας «δύσκολος» αλλά «όμορφος» αγώνας. Το πόσο δύσκολο ή όμορφο θα είναι το μετεκλογικό τοπίο προσωπικά για τον ίδιο και συνολικά για τη ΝΔ μετά την κάλπη της απλής αναλογικής θα φανεί από την επίτευξη ή μη του 34%+ και του 4+ το βράδυ της Κυριακής.
ΤΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ
Η ΝΔ έχει μπροστά της μονόδρομο, εφόσον η στρατηγική της αυτοδυναμίας παραμείνει η επιλογή της. Θα πρέπει να συνεχίσει ο Κυριάκος Μητσοτάκης να προβάλλεται ως η μόνη επιλογή «για να μη γυρίσουμε πίσω». Αυτό που θα διαφοροποιηθεί, ανάλογα με το αποτέλεσμα στην πρώτη κάλπη, θα είναι το ύφος. Στην περίπτωση υψηλού ποσοστού η καμπάνια της ΝΔ θα πρέπει με το ίδιο «ήρεμο με αυτοπεποίθηση» ύφος να τονίζει ότι αυτή είναι η μόνη επιλογή σταθερότητας και ομαλής πορείας προς τα εμπρός. Κοινό-στόχος που θα πρέπει να πειστεί να πάει στην κάλπη για να διασφαλίσει το αποτέλεσμα θα είναι οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ με θετική προς τον Μητσοτάκη διάθεση και οι «απολιτίκ», που δεν θέλουν περιπέτειες.
Στο ενδεχόμενο λιγότερο καλής εκλογικής επίδοσης την Κυριακή, τότε ο μεν Μητσοτάκης θα πρέπει να βγει μπροστά προβάλλοντας ακόμη πιο έντονα ότι είναι η μόνη εγγύηση σταθερότητας, οι δε «μηχανισμοί εκλογικής επιρροής» πέρα από τον ίδιο τον Μητσοτάκη θα πρέπει να αναλάβουν το έργο της ανάδειξης του «μπαμπούλα» της επιστροφής του ΣΥΡΙΖΑ! Για να κρατήσει συσπειρωμένο τον βασικό πυρήνα των ψηφοφόρων του, ο Μητσοτάκης πρέπει να επιμείνει στο καθησυχαστικό αισιόδοξο μήνυμά του. Ομως το κόμμα θα πρέπει να χρησιμοποιήσει και μεθόδους αρνητικής πολιτικής επικοινωνίας ζωγραφίζοντας με μαύρα χρώματα το ενδεχόμενο να «γυρίσουμε πίσω». Και απευθυνόμενο σε ψηφοφόρους των μικρών δεξιών σχηματισμών αλλά και του ΠΑΣΟΚ να προτάξει έντονα το δίλημμα «Μητσοτάκης ή Τσίπρας».
Αλέξης Τσίπρας: Το αναγκαίο «3» μπροστά στο διψήφιο
Το καλοκαίρι του 2019 ο Αλέξης Τσίπρας είχε μεταβεί στο Μαξίμου λίγη ώρα προτού ανακοινωθεί το πρώτο exit poll, ενώ αργότερα το βράδυ, μαζί με τη σύζυγό του Μπέττυ Μπαζιάνα, βρέθηκε στο Ζάππειο για την πρώτη δήλωση. Αφότου είχε τηλεφωνήσει στον Κυριάκο Μητσοτάκη, δεσμεύτηκε στους πολίτες ότι θα ασκήσει «υπεύθυνη και δυναμική αντιπολίτευση», στέλνοντας ξεκάθαρο μήνυμα ότι η παράταξή του δεν υπέστη μια στρατηγική ήττα. Την ετυμηγορία του λαού θα τη δει ο ίδιος αυτή τη φορά από τα κεντρικά γραφεία στην Κουμουνδούρου και από εκεί θα γίνουν οι δηλώσεις του το βράδυ της Κυριακής. Κυρίαρχος στόχος του Τσίπρα είναι η ανατροπή των πολιτικών συσχετισμών, δηλαδή μια «πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ», κόντρα στις δημοσκοπήσεις, «ακόμα και με μία ψήφο διαφορά», και η δυνατότητα «ισχυρής προοδευτικής κυβέρνησης» χωρίς την προσφυγή σε δεύτερες κάλπες.
Στην περίπτωση της συριζαϊκής ήττας, αν ληφθεί υπόψη η σειρά των κομμάτων όπως την έχουν αποτυπώσει οι δημοσκοπήσεις, το κρίσιμο, ψυχολογικό όριο εντοπίζεται στο 30%. Για την ακρίβεια, το «3» μπροστά στο διψήφιο του ΣΥΡΙΖΑ κρίνεται απολύτως αναγκαίο, ενώ ταυτόχρονα με το ποσοστό ζητείται μια τέτοια ψαλίδα, έως τριών ή το πολύ τεσσάρων μονάδων, από το πρώτο κόμμα ώστε να μη σχηματιστεί εικόνα μεγάλης ήττας – κάτι που πιθανότατα θα προκαλούσε εσωτερικές διεργασίες. Με λίγα λόγια, ο Τσίπρας δεν θέλει σε καμία περίπτωση σοβαρή απομάκρυνση προς τα κάτω από τις επιδόσεις της παράταξής του το 2019 και επιπλέον διεκδικεί ξεκάθαρα τα δεδομένα στον προοδευτικό χώρο. Γιατί αυτά θα του επιτρέψουν να καλλιεργήσει ξανά ενώπιον των ψηφοφόρων το αφήγημα περί ανατροπής συσχετισμών στις δεύτερες κάλπες, έχοντας την πεποίθηση ότι το κόμμα του έχει δυνητικά μια μεγάλη δεξαμενή – μεγαλύτερη πάντως από εκείνη της ΝΔ – για να αντλήσει δυνάμεις καθ’ οδόν από την πρώτη προς τη δεύτερη κάλπη.
ΤΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ βγει δεύτερος αλλά πετύχει ένα τέτοιο – υψηλό – ποσοστό, που του δίνει την ευκαιρία να πάει σε επόμενες εκλογές με πιθανότητες πρωτιάς, τότε θα χρειαστεί μια καμπάνια «catch all». Θα πρέπει άμεσα να προσαρμόσει τον λόγο του αποφεύγοντας ακρότητες και αποκλείοντας οποιοδήποτε σενάριο αστάθειας. Το κοινό – στόχος του θα είναι πρωτίστως οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ και όσοι πολίτες συμμερίζονται την ανάγκη «αλλαγής» (χωρίς να έχουν κάποια έντονη ιδεολογική προτίμηση). Με λίγα λόγια, ο Αλέξης Τσίπρας θα πρέπει να εμφανιστεί με ύφος μιτερανικής «ήρεμης δύναμης» και ξεχνώντας τις έντονες ταυτίσεις με τη ριζοσπαστική αριστερή παράδοση.
Το ακριβώς αντίθετο θα πρέπει να κάνει στην περίπτωση που το αποτέλεσμα της Κυριακής δεν είναι καλό. Τότε θα πρέπει να επιδιώξει τη μεγαλύτερη δυνατή συσπείρωση του αριστερού χώρου και να παίξει με σκληρές διαχωριστικές γραμμές με τη «Δεξιά του Μητσοτάκη» που δεν πρέπει να της δοθεί η ευκαιρία να πετύχει μεγάλη νίκη. Ο στόχος θα είναι η συγκέντρωση «κάτω από τα λάβαρα» της Αριστεράς και η συναισθηματική φόρτιση όχι μόνο των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ (που δεν θα πρέπει απογοητευμένοι να σκεφτούν την αποχή) αλλά και όσων προτίμησαν μικρότερους σχηματισμούς.
Νίκος Ανδρουλάκης: Το πολύτιμο 12%
Στο γραφείο του στη Χαριλάου Τρικούπη θα βρεθεί ο Νίκος Ανδρουλάκης, παρακολουθώντας τη ροή των εξελίξεων με τον στενό πυρήνα συνεργατών του. Για το ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ το «ισχυρό διψήφιο» ποσοστό είναι, σύμφωνα και με τον αρχηγό της παράταξης, υψίστης σημασίας. Με μια τέτοια επίδοση η Χαριλάου Τρικούπη θεωρεί ότι της δίνεται ευχέρεια κινήσεων ώστε να μπει σε συζητήσεις ανάδειξης κυβέρνησης από την πρώτη Κυριακή, κυρίαρχα στη βάση προγραμματικών συγκλίσεων και στη συνέχεια προσώπων κοινής αποδοχής. Ενα αποτέλεσμα που ενδεχομένως να απογοήτευε τη Χαριλάου Τρικούπη, σε σχέση όμως και με το ποσοστό με το οποίο θα αποτυπωνόταν ο δικομματισμός, θα εκλαμβανόταν ως εντολή των πολιτών προς το ΠΑΣΟΚ να μείνει στην αντιπολίτευση. Εξού και η ερμηνεία του «ισχυρού διψήφιου» δεν σχετίζεται μόνο με την επίδοση που θα πετύχει το ΠΑΣΟΚ, αλλά επιπλέον συναρτάται και με τα εκλογικά ποσοστά της ΝΔ, και περισσότερο του ΣΥΡΙΖΑ.
Με βάση αυτά, το ψυχολογικό όριο της κάλπης εντοπίζεται για το τρίτο κόμμα στο 12%. Ταυτόχρονα, ακόμα και επιδόσεις στο 11%, μπορεί και στο 10%, φαίνεται ότι θα λειτουργούσαν εξίσου ως εργαλείο αξιολόγησης για τη μάχη στην Κεντροαριστερά, από τη στιγμή όμως που ο ΣΥΡΙΖΑ κινούνταν και αυτός σε χαμηλότερα ποσοστά από αυτά που αναμένει. Σε κάθε περίπτωση αυτό που επιδιώκει η Χαριλάου Τρικούπη, προσδοκώντας ένα κατώφλι στο 12%, είναι αφενός να βρεθεί σε θέση ώστε να καθίσει στο τραπέζι των συνεργασιών, δίχως να θεωρείται δεκανίκι – συμπλήρωμα του πρώτου κόμματος, αφετέρου να μπορέσει να κρατήσει το διψήφιο στις δεύτερες εκλογές, εφόσον πράγματι επιβεβαιωθεί η αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης στις διεργασίες μετά την κάλπη της απλής αναλογικής.
ΤΟ ΣΗΜΕΙΩΜΑ ΤΟΥ ΕΙΔΙΚΟΥ
Η επικοινωνία δεν γίνεται σε κενό – υπηρετεί μια στρατηγική και τακτικές που έχουν αποφασιστεί. Μπορούμε με σχετική ασφάλεια να υποθέσουμε ότι το ΠΑΣΟΚ, όποιο κι αν είναι το αποτέλεσμα την Κυριακή, θα επιμείνει στη γραμμή που ακολούθησε μέχρι τώρα κρατώντας αποστάσεις από ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ. Το ίδιο περιμένουμε και από την επικοινωνία του. Ο Νίκος Ανδρουλάκης έχτισε την εικόνα του σε δύο άξονες: αυθεντικό ΠΑΣΟΚ και ευρωπαϊκή ταυτότητα. Και παράλληλα προέβαλε βέβαια το στοιχείο του «νέου» και «άφθαρτου», που συνέβαλε σημαντικά και στην εκλογή του στην ηγεσία. Αυτό που θα επιδιώξει σε περίπτωση δεύτερων εκλογών σε πολωτικό κλίμα θα είναι να συγκρατήσει το ΠΑΣΟΚ τις δυνάμεις του και να κερδίσει ο ίδιος χρόνο για να δυναμώσει και το κόμμα του και τη δική του παρουσία στην κεντρική πολιτική σκηνή. Η καμπάνια του θα συνεχίσει να εστιάζει στην αυτονομία του ΠΑΣΟΚ και στις διαφορές του από τους δύο μονομάχους.
Ισως όμως θα είναι η ώρα να δούμε κάποια στροφή προς πιο αριστερό πολιτικό λόγο, αφού μακροπρόθεσμα ο στόχος είναι να αποδυναμώσει τον ΣΥΡΙΖΑ και να γίνει και πάλι το ΠΑΣΟΚ ο αυθεντικός εκφραστής της Κεντροαριστεράς στη χώρα. Για να υπηρετήσει αυτή τη στρατηγική ο Νίκος Ανδρουλάκης θα χρειαστεί να λειάνει κάποια «ευρωβουλευτικά» χαρακτηριστικά της εικόνας του και να επενδύσει περισσότερο σε μια επικοινωνία με συναίσθημα.