Πριν από δύο εβδομάδες στελέχη του ΚΚΕ παρευρέθησαν στην πρώτη πανελλήνια εκτέλεση της Τρίτης Συμφωνίας του Ντμίτρι Σοστακόβιτς, στο Δημοτικό Θέατρο «Ολύμπια-Μαρία Κάλας». Αυτό το μικρό γεγονός αναδεικνύει δύο ιδιότητες του «τιμημένου ΚΚΕ»: τη ρωσοφιλία του, καθώς και την άγνοια και παραχάραξη της Ιστορίας. Πράγματι, η εν λόγω συμφωνία του μεγάλου Ρώσου συνθέτη (1906-1975), που γράφτηκε το 1929, είναι αφιερωμένη στην Πρωτομαγιά -ένα από τα σύμβολα των αγώνων της εργατικής τάξης τα οποία έχει σφετεριστεί το ΚΚΕ και πράγματι, όταν παρουσιάστηκε για πρώτη φορά από τη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Λένινγκραντ στις 21 Ιανουαρίου του 1930, στην επέτειο του θανάτου του Λένιν, η κατάσταση στη Σοβιετική Ένωση ήταν ακόμα ρευστή -αν και διαφαινόταν η ολοκλήρωση του σταλινικού καθεστώτος.
Το ΚΚΕ ευνοεί την εισαγωγή ρωσικής κουλτούρας, είτε από την προεπαναστατική παράδοση, είτε από την επαναστατική, είτε από τη σταλινική και μετα-σταλινική: στα μάτια των Ελλήνων κομμουνιστών η Ρωσία και η Σοβιετική Ένωση συγχέονται σε τέτοιο βαθμό ώστε έχει αναπτυχθεί, ήδη από τις αρχές του 20ού αιώνα, μια μορφή πατριωτισμού με αντικείμενο τη Ρωσία. Κατά καιρούς, αυτή η ρωσοφιλία-σοβιετοφιλία εμπλούτιζε τις γνώσεις και την κουλτούρα στην Ελλάδα: οι κομμουνιστές μετέφραζαν ρωσικά βιβλία, ενθάρρυναν τις προβολές ρωσικών ταινιών, οργάνωναν τη ρωσική-σοβιετική soft power στο εξωτερικό. Στο πλαίσιο της ειρηνικής συνύπαρξης, ενώ απέρριπταν τα αμερικανικά και γενικότερα τα δυτικά πολιτιστικά προϊόντα ως «πολιτιστικό ιμπεριαλισμό», επιμένοντας ταυτοχρόνως υπέρ της «επιστροφής στις ελληνικές ρίζες», αποδέχονταν με ζήλο οτιδήποτε ερχόταν από τη Ρωσία. Τα «ξενόφερτα» πολιτιστικά προϊόντα ήταν καταστροφικά μόνον όταν δεν ήταν ρωσικά. Η εν λόγω ρωσοφιλία επεκτεινόταν μέχρι τα Ορλοφικά του 1770, ενώ τονιζόταν ο θετικός ρόλος της Ρωσίας στη σωτηρία της χώρας μας, ξανά και ξανά, στο πέρασμα των αιώνων. Φυσικά, το ΚΚΕ δεν αναγνωρίζει τις περιστάσεις όπου η Ρωσία δεν μας βοήθησε ή όπου μας υπονόμευσε. Ακόμα και τώρα, μετά την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού -ένοχος γι’ αυτή την εξέλιξη θεωρείται βεβαίως και πρωτίστως ο καπιταλιστικός κλοιός- η ρωσοφιλία αντέχει: συγκίνηση για την ήττα της σοσιαλιστικής ουτοπίας, όνειρα αποκατάστασής της· συν, η ανάγκη για το αντίπαλο δέος στον δυτικό καπιταλισμό και στη δυτική εκκλησία. Έτσι, τα στελέχη του ΚΚΕ σπεύδουν στην Τρίτη Συμφωνία του Σοστακόβιτς.
Αλλά, δεν θέλουν να ξέρουν ότι ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς ταλαιπωρήθηκε από το σταλινικό καθεστώς, όπως εξάλλου σχεδόν όλοι οι μεγάλοι Σοβιετικοί καλλιτέχνες. Επιλεκτική ανάγνωση της ιστορίας, επιλεκτική μνήμη: το 1936 και το 1948 αυτό το καθεστώς αποκήρυξε τη μουσική του (η cancel culture στο αποκορύφωμά της) και απαγόρευσε να παίζονται τα έργα του. Ο ίδιος έκανε απεγνωσμένες προσπάθειες ναεπιζήσει σε συνθήκες όπου το γκροτέσκο και η ατονική γραφή μπορούσαν να θεωρηθούν απαράδεκτες δυτικές επιρροές, κι όπου η εξουσία αρνιόταν από την αρχή να του συγχωρήσει ότι το 1918 είχε συνθέσει ένα εμβατήριο εναντίον των μπολσεβίκων. Πολλά ήταν εκείνα που θα χρειαζόταν να του συγχωρήσουν: από τον Σοστακόβιτς έλειπε ο πολιτικός ενθουσιασμός. Ωστόσο, πάσχιζε να δείξει ότι ήταν πιστός στον σοσιαλισμό και στον Στάλιν: αν διαβάσει κανείς τη βιογραφία του -από την πλευρά τους, οι Κουκουέδες διαβάζουν μόνο επιλεγμένες εκδόσεις, εγκεκριμένες από υψηλά κλιμάκια- θα διαπιστώσει πώς αυτός ο άνθρωπος με τη μουσική ιδιοφυΐα έζησε με τον φόβο όχι μόνο της καλλιτεχνικής απόρριψης, αλλά και των διώξεων. Και το ότι πλοηγήθηκε με επιτυχία στη σοβιετική κοινωνία το όφειλε σε άτομα και παρέες που τον στήριξαν, καθώς και σε μια σειρά παρεξηγήσεις: η όπερά του Η λαίδη Μάκμπεθ του Μτσενσκ θεωρήθηκε «αποτέλεσμα της γενικότερης επιτυχίας του σοσιαλιστικού οικοδομήματος, της ορθής πολιτικής του Κόμματος», εφόσον μια τέτοια όπερα «θα μπορούσε να έχει γραφτεί μόνο από Σοβιετικό συνθέτη, μεγαλωμένο στην καλύτερη παράδοση της σοβιετικής κουλτούρας». Αυτή η παρεξήγηση δεν διήρκεσε πολύ: όταν είδε την όπερα ο Στάλιν φρίκαρε τελείως από τη δήθεν ελευθεριότητα του έργου κι από το ότι η μουσική δεν έμοιαζε με λαϊκό χορευτικό άσμα Κοζάκων.
Με λίγα λόγια, μέχρι το 1953, ενώ ο Σοστακόβιτς δεχόταν τη δυσφήμιση της Πράβντα η οποία διέδιδε πως επρόκειτο για «φορμαλιστή» μουσικό χωρίς αξία, ήταν τόσο δημοφιλής στο κοινό ώστε, με το πέρασμα του χρόνου, έγινε εξαγώγιμο σοβιετικό προϊόν. Κι αυτό παρότι τα έργα του απέπνεαν πολύ διαφορετικές οπτικές: η 7η Συμφωνία του απεικόνιζε τον ηρωικό αγώνα στον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, ενώ η 8η Συμφωνία ήταν σκοτεινή και βίαιη, πράγμα που είχε ως αποτέλεσμα την απαγόρευσή της μέχρι το 1960. Μπορώ να αραδιάσω τις δυσκολίες που αντιμετώπισε ο Σοστακόβιτς, τους συμβιβασμούς που αναγκάστηκε να κάνει, τις πιέσεις που δέχτηκε και το πώς απέφυγε δίκες, καταδίκες και φυλακίσεις σκαρώνοντας καντάτες υπέρ του Στάλιν. Αναρωτιέμαι λοιπόν αν τα στελέχη του ΚΚΕ αναγνωρίζουν ότι υπήρξε θύμα του σταλινισμού ή αν πιστεύουν πως όλα όσα έχουν λεχθεί -π.χ. ότι τις νύχτες λαγοκοιμόταν περιμένοντας τη σταλινική αστυνομία να έρθει να τον συλλάβει- είναι ψέματα της δυτικής προπαγάνδας. Άραγε, στο Θέατρο «Ολύμπια-Μαρία Κάλλας» οι Κουκουέδες άκουγαν το μουσικό έργο ενός συμπατριώτη τους Ρώσου; Ενός, κατά τη γνώμη τους, απολογητή του κομμουνισμού; Ή επρόκειτο για τη δημιουργία ενός καλλιτέχνη που δυσκολευόταν να αναπνεύσει κατά τη σταλινική περίοδο; Ίσως τα στελέχη του ΚΚΕ συγχωρούν, με χαρακτηριστική μεγαλοψυχία, τον Σοστακόβιτς για τις παλινωδίες του εφόσον το 1960 εντάχθηκε με πολλά ταρατατζούμ στο Κόμμα.
Το ΚΚΕ εκτιμά τη συμμόρφωση, την υποταγή στην ανώτερη δύναμη του Κόμματος· τους είναι αδιάφορο το ότι στον ιδιωτικό του χώρο, ο Σοστακόβιτς, όπως πολλοί Σοβιετικοί καλλιτέχνες, ακροβατούσε στο όριο της αυτοκτονίας. Πώς κρίνει το ΚΚΕ τις αυτοκτονικές τάσεις; Χάρτινοι διανοούμενοι με λευκά χέρια και ευάλωτη ιδιοσυγκρασία, είστε λιπόψυχοι· η ουρά του ρωμαλέου επαναστατικού προλεταριάτου. Κι αν ο Στάλιν έκανε κάποιες υπερβολές, τις έκανε από αγάπη.