Τον εκ νέου εκλεγέντα μακροβιότερο πρόεδρο της Τουρκίας Ερντογάν τον γνώρισα ως απεσταλμένος μαζί με τον πρέσβη Θ. Σωτηρόπουλο αμέσως μετά την πρώτη εκλογική νίκη του AKP στην Αγκυρα, θαρρώ μάλιστα ότι ήμασταν και οι πρώτοι Ευρωπαίοι που τον συναντήσαμε και συνομιλήσαμε μαζί του, μεταφέροντας μήνυμα ειρήνης στο πνεύμα του Ελσίνκι. Η εντύπωση θεληματικού ηγέτη μεγάλου αναστήματος ήταν εμφανής από τότε.
Θα ήθελα απλώς να επικαιροποιήσω και να δημοσιοποιήσω την εντύπωσή μου για τον Ερντογάν και τη φιλοδοξία του, καθοριστική, χωρίς να θίξω το ζήτημα των ελληνοτουρκικών διαφορών που έτσι ή αλλιώς τότε ήταν πολύ περιορισμένες και η Ελλάδα διπλωματικά και νομικά άριστα εξοπλισμένη (δεν υπήρχαν αιτιάσεις κυριαρχίας, ακόμη και για το θέμα των «γκρίζων ζωνών») ούτε την καθοριστική ευκαιρία επίλυσής τους από τον Δεκέμβριο 2003 έως τον Δεκέμβριο 2004 (όταν η Τουρκία σε ευρωπαϊκή ακόμη πορεία ήταν ανοικτή σε μία λογική επίλυση με σχετική αύξηση της ελληνικής θαλάσσιας κυριαρχίας, δικαίωμα της Ελλάδας το οποίο δεν ασκεί επί του παρόντος). Από τότε κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι, δυστυχώς βάρυνε ανεπίτρεπτα η ατζέντα από έναν αναθεωρητισμό που κακώς η Ελλάδα άφησε να ανθήσει. Θα ήταν ευχής έργο και για τις δύο πλευρές αλλά και διεθνώς η σταδιακή επάνοδος στο τότε ως βάση. Η ουκρανική κρίση θα λήξει και αυτό το παράθυρο (αναγκαστικής) ύφεσης μπορεί να λάβει τέλος. Θα περιοριστώ σε τρία σημεία:
Γιατί ξανακέρδισε ο Ερντογάν διαψεύδοντας τις δημοσκοπήσεις: γιατί έδωσε ταυτότητα, εθνικιστική, πατριαρχική και μουσουλμανική, αγαθό υπέρτερο της πρόσκαιρης οικονομίας καχεξίας. Η ταυτότητα, απαραίτητη για την ομοιογένεια του πρωταρχικού εθνικού φόβου του διαμελισμού και γι’ αυτό σημαντική. Η Τουρκία πάντα ανήκε στην Ανατολή, ενώ η Ελλάδα στη Δύση. Ο Κεμάλ συμμάχησε με τη Δύση για την ελευθερία. Ο Ερντογάν στράφηκε στην Ανατολή για την ταυτότητα. Και επικράτησε. Κέρδισε ακόμη επειδή έδωσε εθνική υπερηφάνεια με συμβολισμό μεγαλείου και του δικού του μεγαλοϊδεατισμού όραμα δύναμης και εθνικής ανεξαρτησίας (αεροδρόμιο, στρατιωτική ισχύς και αμυντική βιομηχανία, περιφερειακός ρόλος, Ανατολή, Μεσόγειος, Αφρική, Κόλπος). Εκανε τους Τούρκους να ονειρευτούν. Κέρδισε τέλος γιατί, όπως σωστά επισημαίνεται, ο κεμαλισμός (υπαρκτός) εκπροσωπήθηκε από αδύναμο υποψήφιο, έναν συμπαθή άχρωμο κύριο της διπλανής πόρτας (τον οποίο πολιτικά «επέλεξε» ο Ερντογάν), απέναντι στον αναμφισβήτητο ηγέτη Ερντογάν.
Η σημασία της επανεκλογής του: η πλήρης υποκατάσταση του κεμαλισμού. Ο Ερντογάν απεχθάνεται τη Δύση και θεωρεί τον Κεμάλ «μειοδότη» (από αυτό εξικνείται και η αντιπάθειά του για τις Συνθήκες της Λωζάννης, θεμέλιο όμως της τουρκικής σύγχρονης ανεξαρτησίας). Διαπνέεται από επιλεκτικό αναθεωρητισμό και οθωμανικό μεγαλοϊδεατισμό. Αντιπαθεί τη Δύση, την οποία θα εκμεταλλευθεί τακτικά όπως μπορεί (με το Μεταναστευτικό, το ΝΑΤΟ κ.λπ.). Η Τουρκία του Ερντογάν έχει χαθεί για τη Δύση, της οποίας σύνορο είναι πλέον η Ελλάδα με τα συν και πλην. Ο Ερντογάν δεν πιστεύει στη δημοκρατία αλλά στην αποτελεσματικότητα. Και αυτή η ατζέντα τον απομακρύνει από τις δυτικές αξίες. Εναν φόβο έχει και μάχεται: τον διαμελισμό. Για τον λόγο αυτό εντείνει τους εξοπλισμούς, ενώ ασφαλώς θα επιδιώξει να γίνει πυρηνική στρατιωτική δύναμη.
Η πιθανή μελλοντική πολιτική του: το πιθανότερο να ακολουθήσει μία επεκτατική πολιτική στη Μεσόγειο (Λιβύη και Κύπρος), για λόγους ενεργειακούς κυρίως, με ενίσχυση της άμυνάς του, με νομικό αναθεωρητισμό (όπως δείχνει η τοποθέτηση Φιντάν, είναι βέβαιο ότι συμβουλεύεται διεθνή νομικά γραφεία κύρους), θα θελήσει να αποφύγει πάση θυσία τις εξαρτήσεις και κυρίως το ΔΝΤ (όπως δείχνει η τοποθέτηση του υπουργού Οικονομικών). Θα θελήσει να ηγηθεί (χωρίς σοβαρή προοπτική) ενός ευρύτερου τρίτου πόλου, πάντως μη δυτικού, ετερόκλητου. Ως πραγματιστής θα επιδιώξει να κερδίσει όπου μπορεί και αυτό ιδίως σε σχέση με τα 100 χρόνια της Λωζάννης (1923). Αυτή η Τουρκία η αντιδυτική, στην ταυτοτική της βάση, είναι πιθανό να εξελιχθεί σε κίνδυνο για τη σταθερότητα της περιοχής μετά τη λήξη του ρωσοουκρανικού πολέμου.
Θα πρέπει συνεπώς, καταληκτικά, να γνωρίζουμε ότι εάν στο μέλλον προκύψει θέμα «διαπραγματεύσεων» με τον Ερντογάν, αυτό δεν θα είναι στο μοντέλο του Κεμάλ – Ελευθέριου Βενιζέλου, γιατί ο πρόεδρος Ερντογάν πολιτισμικά και πλέον ιστορικά είναι ο αντι-Κεμάλ. Οπως εξάλλου είπε, «Κεμάλ γιοκ», εκπληρώνοντας τη μεγάλη φιλοδοξία του. Αυτή η πτυχή θέλει προσοχή και ανάλυση.
Ο Χάρης Παμπούκης είναι καθηγητής Νομικής Σχολής Αθηνών, διευθυντής του Ελληνικού Ινστιτούτου Διεθνούς και Αλλοδαπού Δικαίου, τέως υπουργός Επικρατείας