Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο περιθώριο της μακράς προεκλογικής εκστρατείας του εμφανίζεται απροειδοποίητα και χωρίς πλήθος να τον περιμένει σε μια γειτονιά του Πειραιά. Ανεβαίνει τα σκαλιά μιας τυπικής πολυκατοικίας των Καμινιών. Συνοδευόμενος από το επιτελείο του, σταματάει στον πρώτο όροφο, έξω από ένα διαμέρισμα σαν όλα τα άλλα. Η πόρτα είναι ανοιχτή και ο 63χρονος Κώστας Ζ. τον περιμένει στην είσοδο. «Ποιος να μου το έλεγε ότι θα υποδεχόμουν στο σπίτι μου τον Κυριάκο Μητσοτάκη», λέει στα «ΝΕΑ», αστειευόμενος λίγες ώρες μετά τη συνάντηση που έγινε τηλεοπτικό σποτ για τη Νέα Δημοκρατία.
Ο Κώστας κατάγεται από την Ξάνθη και στον «πρότερο βίο του» ήταν τσαγκάρης. Η ζωή (και οι απανωτές κρίσεις), όμως, δεν του τα έφερε όλα καλά, όπως χαρακτηριστικά λέει, και για δυόμισι χρόνια αναγκάστηκε να ζήσει στο λιμάνι του Πειραιά ως άστεγος. Αλλά ποτέ δεν γκρινιάζει. «Εγώ έμεινα για δυόμισι χρόνια. Υπάρχουν άλλοι που μένουν εκεί μια ζωή», σκέφτεται φωναχτά, λέγοντας πως θεωρεί τον εαυτό του τυχερό, γι’ αυτό και είναι ευγνώμων.
Πρωτοβρεθήκαμε στον Πειραιά
Τον πρόεδρο της Νέας Δημοκρατίας δεν τον συνάντησε για πρώτη φορά στο διαμέρισμά του. Οι δυο τους είχαν βρεθεί πριν από έναν χρόνο στο λιμάνι, την τότε «κατοικία» του. «Είχαμε ακόμα κορωνοϊό και φορούσαμε τις μάσκες», θυμάται και συνεχίζει: «Εκανε κρύο εκείνο το βράδυ. Ο πρόεδρος κατέβηκε στον Πειραιά μαζί με τον Γιώργο Σταμάτη, τον γενικό γραμματέα του υπουργείου Εργασίας, και ήρθε να μας δει. Μου έκανε θετική εντύπωση. Αν και, όπως είπα και στον ίδιο, εγώ ποτέ δεν υπήρξα ψηφοφόρος του κόμματός του. Είδα, όμως, μια ομάδα που δουλεύει, που ενδιαφέρεται, και αυτό τους το αναγνωρίζω. Εξάλλου, οι ιδεολογίες πια έχουν καταργηθεί».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης πήγε πρώτα στην κουζίνα με τον μαρμάρινο πάγκο. «Μπήκα με το δεξί», ήταν τα πρώτα του λόγια. «Χαίρομαι που σε ξαναβλέπω». Ο Κώστας πήρε από τα ράφια ένα μπρίκι και ξεκίνησε να βράσει έναν ελληνικό. «Μέτριο τον πίνει», λέει γελώντας, ενώ στην ερώτηση για το πώς του φάνηκε από κοντά, απαντά άμεσα: «Απλός. Πολύ απλός. Με οξυδέρκεια στο βλέμμα. Και πάνω από όλα ένας άνθρωπος που ακούει. Σε ακούει. Μιλάει λίγο και ακούει πολύ».
«Είναι μεγάλη υπόθεση να έχεις ένα σπίτι»
«Και το βίντεο που προέκυψε από την επίσκεψή του στο σπίτι σου; Το είδες;». «Οχι, δεν το είδα», παραδέχεται ο Κώστας, σπεύδοντας όμως να συμπληρώσει: «Το είδαν, όμως, πολλοί φίλοι μου και άκουσα πολύ καλά σχόλια. Λένε μερικοί “καλά, βγήκες με το πρόσωπό σου να πεις ότι είσαι άστεγος;”. Το έκανα για να βοηθήσω. Να πείσω και άλλους ότι αξίζει τον κόπο να ενταχθούν στο πρόγραμμα “Στέγαση και Εργασία” για να έχουν ξανά ένα κεραμίδι πάνω από το κεφάλι τους. Βροχές, χιόνια, παγωνιά, καύσωνες… Είναι μεγάλη υπόθεση να έχεις ένα σπίτι», λέει συγκινημένος.
Παρά το κρύο και τους καύσωνες που αντιμετώπισε στον δρόμο, ο Κώστας πιστεύει ότι οι καιρικές συνθήκες δεν ήταν το χειρότερο που έπρεπε να αντιμετωπίσει. «Οχι. Τα βλέμματα των ανθρώπων που κοιτούσαν με απαξίωση ήταν. Γι’ αυτό χάρηκα όταν είχε έρθει τότε στο λιμάνι ο πρωθυπουργός. Δεν μας κοίταζε υποτιμητικά αλλά με ενδιαφέρον».
Η ζωή του στο λιμάνι
Γυρνώντας τον χρόνο πίσω, ο 63χρονος θυμάται ότι η ζωή του ήταν ανέκαθεν συνδεδεμένη με τον Πειραιά. Πρωτοήρθε στο μεγάλο λιμάνι από την Ξάνθη σε πολύ μικρή ηλικία. Εκεί μεγάλωσε, εκεί δούλεψε, εκεί είχε το τσαγκάρικό του, εκεί έχασε τα πάντα και εκεί τα ξαναφτιάχνει. «Το τσαγκάρικο δεν ήταν δουλειά, ήταν τέχνη. Δεν είχαμε, βέβαια, οικογενειακή παράδοση. Τυχαία την έμαθα, ένα καλοκαίρι, όταν πήγαινα στο γυμνάσιο, για να βγάλω χαρτζιλίκι. Και την έμαθα καλά και έπειτα άνοιξα το δικό μου μαγαζί. Κάποτε ήμουν στα πάνω μου, μετά ήρθαν τα δύσκολα, τώρα είμαι ακόμα στα κάτω μου. Πέφτουμε και σηκωνόμαστε».
Απέναντι από το νέο σπίτι του υπάρχει ένα γήπεδο ποδοσφαίρου. «Εχουμε και δωρεάν θέαμα, πότε πότε βλέπουμε κάναν αγώνα, κάποιες φορές και καμιά φασαρία. Με τον κύριο Μητσοτάκη, όμως, καθίσαμε πίσω, στο δωμάτιο, του έφερα και καρέκλα, αλλά είχε κάτσει ήδη στην άκρη του κρεβατιού», συνεχίζει. Εκτός από το διαμέρισμα ο Κώστας βρήκε και δουλειά και αυτό θεωρεί ότι είναι η μεγαλύτερη επιτυχία του ίδιου αλλά και του προγράμματος, καθώς του απομένουν λίγα ένσημα για να βγει στη σύνταξη.
Το μόνο που θέλει πια είναι να φανεί χρήσιμος, κυρίως σε ανθρώπους σαν και αυτόν. «Ελπίζω να βοήθησε αυτή η συνάντηση που είχα με τον πρόεδρο», επαναλαμβάνει και εκφράζει τον μοναδικό όρο που είχε να θέσει – να μη γραφτεί το επώνυμό του. «Ασ’ τους να αμφιβάλλουν. Αραγε να είναι αυτός ο Κώστας ο τσαγκάρης;».