Είναι κρίμα η Ελλάδα να παρουσιάζει υψηλές επιδόσεις σχεδόν παντού, αλλά να υποχωρεί η ανταγωνιστικότητά της, επειδή δύο τομείς αδυνατούν ή αντιστέκονται να εκσυγχρονιστούν: Δικαιοσύνη και φορολογικό σύστημα.
Το 2023 υποχώρησε στην 49η θέση, μολονότι παρουσίασε σημαντική βελτίωση σε καίριους τομείς για την ελκυστικότητα στο διεθνές περιβάλλον: υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο, εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, οικονομία με δυναμική, κ.ά.
Αλλά, τι νόημα έχει η ψηφιοποίηση του κράτους, η βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος, των εξαγωγών και των επενδύσεων, όταν ένας επιχειρηματίας ή ένας απλός πολίτης δεν μπορεί να βρει το δίκιο του γρήγορα και αποτελεσματικά; Η καθυστέρηση στην απονομή δικαιοσύνης, πέραν του ότι αντίκειται στα ανθρώπινα δικαιώματα, πλήττει την ελκυστικότητα ενός κράτος για να ζεις, να εργάζεσαι και να επενδύεις.
Στη φορολογική ανταγωνιστικότητα, η Ελλάδα κατατάσσεται στην 29η θέση από τις 38 χώρες του ΟΟΣΑ, σύμφωνα με το Tax Foundation. Κι αυτό όταν στο φορολογικό έχουν γίνει οι περισσότερες μεταρρυθμίσεις και έχουν ψηφιστεί οι περισσότεροι νόμοι τα τελευταία 50 χρόνια. Η φορολογική ανταγωνιστικότητα δεν συνδέεται μόνο με το ύψος των συντελεστών, αλλά και με την αποτελεσματικότητα (π.χ. φοροδιαφυγή), την προοδευτικότητα της φορολογίας, τη δίκαιη κατανομή των βαρών και την αποδοτικότητα στην κοινωνία.
Η ανταγωνιστικότητα δεν είναι ένας θεωρητικός όρος. Πληρώθηκε ακριβά από τους φορολογουμένους με τρία Μνημόνια, προκειμένου να ενισχυθεί. Πληρώνεται ακριβά από τον εισαγόμενο πληθωρισμό και την αδυναμία αύξησης των μισθών.
Το νομικό και φορολογικό σύστημα οφείλουν να εκσυγχρονιστούν αν σέβονται τις θυσίες των ελλήνων φορολογουμένων.