Μοιάζει περισσότερο με σενάριο ταινίας. Η ιστορία όμως των τεσσάρων παιδιών που επιβίωσαν επί 40 ολόκληρες ημέρες στη ζούγκλα του Αμαζονίου επιβεβαιώνει πως τα πιο σοκαριστικά και αποκαλυπτικά σενάρια για τις δυνατότητες της ανθρώπινης ψυχής είναι βγαλμένα από την ίδια τη ζωή. Και έπειτα, ο νους κατακλύζεται από χιλιάδες ερωτήσεις…
Πώς τα κατάφεραν; Από πού άντλησαν τις γνώσεις και τη δύναμη; Πώς απέφυγαν τους κινδύνους, τις κακουχίες, τον φόβο. Πώς άντεξαν χωρίς καμία υποστήριξη την απώλεια της μητέρας τους και συνεπακόλουθα της ασφάλειας;
Ο Γεράσιμος Α. Κολαΐτης, καθηγητής Παιδοψυχιατρικής της Ιατρικής Σχολής Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, στο άρθρο που ακολουθεί μοιράζεται μαζί μας τις δικές του σκέψεις και συναισθήματα.
Ψυχοκοινωνική ανθεκτικότητα. «Το πρόσφατο περιστατικό της διάσωσης των τεσσάρων παιδιών, προερχόμενων από την κοινότητα των ιθαγενών Huitoto, στη ζούγκλα του Αμαζονίου της Νότιας Κολομβίας, αποτέλεσε αφορμή για πολλές σκέψεις και συναισθήματα. Εντυπωσιαστήκαμε από το γεγονός ότι τέσσερα μικρά παιδιά (το μεγαλύτερο 13 ετών και το μικρότερο μόλις 11 μηνών) κατόρθωσαν να επιβιώσουν σε ένα ιδιαίτερα άγριο και επικίνδυνο περιβάλλον για μεγάλο σχετικά διάστημα. Προηγουμένως τα παιδιά αυτά είχαν βιώσει την πτώση του αεροπλάνου στο οποίο επέβαιναν, καθώς και τον αργό θάνατο της μητέρας τους (καθώς και ενός ακόμα συγγενικού τους προσώπου και του πιλότου). Με άλλα λόγια, είχαν ήδη εκτεθεί σε σοβαρά στρεσογόνα, δυνητικά τραυματικά γεγονότα προτού περιπλανηθούν απροστάτευτα στην άγρια ζούγκλα. Απροστάτευτα; Κρίνοντας εκ του αποτελέσματος, όχι. Διέθεταν προφανώς, και κυρίως η 13χρονη μεγάλη αδελφή Lesly, αυτό που ονομάζουμε “ψυχοκοινωνική ανθεκτικότητα” (resilience) και αφορά χαρακτηριστικά, γονιδιακά, ιδιοσυγκρασιακά, και δεξιότητες, ατομικές και του περίγυρού τους, που προστατεύουν και χαλυβδώνουν ένα παιδί απέναντι σε αντίξοες καταστάσεις, μικρές ή μεγαλύτερες. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι η Lesly είχε από ετών αναλάβει γονικό ρόλο (parental child) για τα μικρότερα αδέλφια της. Πρόκειται για γνωστό φαινόμενο στην κλινική Παιδοψυχιατρική, ότι δηλαδή κάποια παιδιά για συγκεκριμένους λόγους (π.χ. νόσος – σωματική ή ψυχική – γονέα, οικογένεια ανήκουσα σε μειονοτική ομάδα, διαζύγιο) αναλαμβάνουν ρόλο γονέα για τα μικρότερα συνήθως αδέλφια τους.
Η φυσική ανάπτυξη των παιδιών
Το περιστατικό φέρνει, επίσης, στη σκέψη άλλα, αν και ακραία και απευκταία, περιστατικά παιδιών άγριων, πρωτόγονων παιδιών (feral children, όπως ονομάστηκαν), που έζησαν μακριά από τον πολιτισμό, με πιο γνωστό τον Βίκτορα της Αβεϊρόν (Victor, the wild boy of Aveyron). Eπρόκειτο για ένα παιδί 12 χρόνων, το οποίο το 1800 έψαχνε τροφή στην επαρχία της Αβεϊρόν (Νότια Γαλλία) και έδειχνε να μη γνωρίζει τις ανέσεις του πολιτισμού. Οι περισσότεροι μάλιστα δεν τον χαρακτήριζαν άνθρωπο αλλά αγρίμι, ενώ οι γιατροί διέγνωσαν ότι το αγόρι είχε νοητική υστέρηση. Ο μόνος που αμφισβήτησε τη διάγνωση αυτή ήταν ο Jean-Marc Itard, ο οποίος ανέλαβε προσωπικά το αγόρι επιχειρώντας να το εκπαιδεύσει, κυρίως στον λόγο και στη γραφή, αποδεικνύοντας στην πράξη τη θεωρία του, ότι δηλαδή το κοινωνικό περιβάλλον επιδρά στην ανάπτυξη των παιδιών. Ο Itard πίστευε ότι ο Victor είχε ζήσει σε μια άγρια κατάσταση απόλυτης μοναχικότητας από τα τέσσερα-πέντε έως τα 12 χρόνια του, ήταν δηλαδή μεγαλωμένος σύμφωνα με τα ιδεώδη του, σύγχρονου τότε, Rousseau, ο οποίος πίστευε στη φυσική ανάπτυξη των παιδιών, και η οποία θα λάβει χώρα ούτως ή άλλως ελέγχοντας τις “μη φυσικές” επιδράσεις της κοινωνίας.
Μακροχρόνιες επιπτώσεις. Στην εργασία της “Wild Child”: How Three Principles of Healing Organized 12 Years of Psychotherapy, η αμερικανίδα παιδοψυχίατρος Lenore Terr αναφέρεται σε ένα κακοποιημένο κορίτσι ηλικίας 13 μηνών, της οποίας ο χαρακτήρας μοιάζει με των άγριων παιδιών. Η Terr χρειάστηκε χρόνια για να διορθώσει τις τραυματικές εμπειρίες του παιδιού εξαιτίας της κακοποίησής της και του θανάτου της μικρής αδελφής της. Παρεμπιπτόντως, η Terr ήταν εκείνη που είχε διακρίνει τα ψυχικά τραύματα σε τύπου Ι (απλά, π.χ. ατύχημα, φυσική καταστροφή), με ηπιότερες γενικώς επιπτώσεις, και τύπου ΙΙ (σύνθετα, επαναλαμβανόμενα, π.χ. κακομεταχείριση παιδιών), με σοβαρές συχνά και μακροχρόνιες επιπτώσεις στην ανάπτυξη και προσωπικότητα των παιδιών. Αναρωτιέμαι, ωστόσο, αν αυτό θα ισχύσει για το συγκεκριμένο περιστατικό.
Πίσω στα χαμένα παιδιά της Κολομβίας, η ζωή τούς επιφύλαξε ένα δράμα, το οποίο ευτυχώς ακολουθήθηκε από κάθαρση. Θα χρειαστούν και αυτά χρόνο για να διορθώσουν τις τραυματικές τους μνήμες και εμπειρίες με τη βοήθεια ειδικών ψυχικής υγείας και να επανέλθουν στη ζωή ακόμα πιο δυναμωμένα! “Η ζούγκλα δεν ήταν η απειλή, αλλά η σωτηρία” είναι τώρα το μήνυμα ελπίδας των ιθαγενών για τα παιδιά της Κολομβίας…».