Οι αριθμητικοί στόχοι δεν τέθηκαν ποτέ ευθέως. Ομως «φωτογραφήθηκαν» δημόσια αρκετές φορές. Η μόνη στιγμή που ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρθηκε ποσοτικά στους «180 βουλευτές» ήταν αποκλειστικά και μόνο για να διαψεύσει ότι πρόκειται για τη ρεαλιστική γαλάζια επιδίωξη. Και προφανώς για να αποκρούσει επικοινωνιακά το αφήγημα των πολιτικών αντιπάλων του για «ανεξέλεγκτη ηγεμονία» της ΝΔ. Στην πραγματικότητα είναι οι εκφράσεις του Μητσοτάκη για «αναγκαία, ασφαλή αυτοδυναμία» και για έναν πήχη «που τώρα τον βάζουμε ακόμα ψηλότερα», καθώς και οι δεσμεύσεις του ότι «όσο μεγαλύτερο είναι το ποσοστό μας τόσο μεγαλύτερο και το βάρος στις πλάτες μας» αυτές που μαρτυρούν όσα προσδοκά η παράταξη το βράδυ της 25ης Ιουνίου. Η επιχείρηση υπό την κωδική ονομασία «160+» ή αλλιώς το «σημάδι» που οι γαλάζιοι έβαλαν στο 40% ως μίνιμουμ πήχη για την κάλπη της ενισχυμένης αναλογικής, με την επιδίωξη να βρεθεί η κεντροδεξιά παράταξη με 160 (και άνω) έδρες, ξεκίνησε από την επομένη της κάλπης της 21ης Μαΐου. Με το σκεπτικό των γαλάζιων, μια τέτοια άνετη αυτοδυναμία θα επέτρεπε διακυβέρνηση χωρίς κραδασμούς, γρήγορες αποφάσεις χωρίς εσωτερικά «κρατήματα». Συνεπώς, αυτό που θέλει διακαώς η ΝΔ είναι αφενός να λάβει το πλήρες μπόνους των 50 εδρών, όπως προβλέπει το ισχύον σύστημα εφόσον το πρώτο κόμμα πιάσει επίδοση πάνω από 40%, αφετέρου να αποδειχθεί ασθενική η δυναμική των μικρότερων σχηματισμών, ανεβάζοντας το ποσοστό της μη αντιπροσωπευόμενης ψήφου. Δεν ήταν τυχαίο ότι ο ίδιος ο Μητσοτάκης στην προσπάθεια να εντείνει το διακύβευμα της «σταθερής κυβέρνησης» έθετε τελευταία επί τάπητος το ενδεχόμενο στη σύνθεση της επόμενης Βουλής να συμμετέχουν έως και οκτώ κόμματα – εννοώντας την Πλεύση Ελευθερίας και τη Νίκη που φλέρταραν τον Μάιο με το 3% και επιπλέον άλλους σχηματισμούς (ΜέΡΑ25, Σπαρτιάτες κ.λπ.).
Οι «κίνδυνοι». Με λίγα λόγια, η εκστρατεία των 33 ημερών της ΝΔ μέχρι να κατέβουν τα προεκλογικά ρολά το βράδυ της Παρασκευής στόχευσε στο θετικό κάλεσμα προς όλους όσοι στήριξαν προ μηνός την παράταξη (2.407.750 ψηφοφόροι) να ξαναπάνε στο εκλογικό κέντρο για επαναβεβαίωση της ψήφου τους. Μέχρι την τελευταία στιγμή της καταμέτρησης ωστόσο οι γαλάζιοι, όπως παραδέχονται, θεωρούν τους «κινδύνους» υπαρκτούς. Η πρώτη ανησυχία τους είναι η… ξαπλώστρα: η καλοκαιρία σε συνδυασμό με μια προεξόφληση της εκλογικής νίκης της ΝΔ απειλούν, όπως πιστεύουν, να κρατήσουν μερίδα ψηφοφόρων μακριά από τα παραβάν. Αυτό αφορά ιδίως τις νεότερες ηλικίες, οι οποίες ωστόσο τον Μάιο είχαν συμβάλει και αυτές, παρά τις αρχικώς αντίθετες εκτιμήσεις, στο ρεύμα υπέρ της ΝΔ. Και ενώ η αποχή εκτιμάται ότι θα πρέπει να προβληματίζει πολύ περισσότερο τον ΣΥΡΙΖΑ, στη ΝΔ δεν θέλουν να δουν την παραμικρή αποσυσπείρωση. Αυτή είναι η δεύτερη ανησυχία: ο ενδεχόμενος εφησυχασμός ψηφοφόρων οι οποίοι, υπό τη σκέψη ότι δεν θα υπάρξει ανατροπή σε ό,τι αφορά τη γαλάζια «παντοδυναμία», μπορεί να ζυγίσουν μια επιλογή πιο χαλαρής ψήφου σε μικρότερα κόμματα. Αυτοί άλλωστε είναι οι λόγοι που προσωπικά ο Μητσοτάκης επέλεξε σε όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου διπλή στρατηγική ανοιγμάτων προς τους πασοκογενείς και προς τα δεξιότερα της ΝΔ.
Η ανάλυση των… αριθμών. Πίσω από όλα αυτά κρύβονται βεβαίως… αριθμοί. Εφόσον η ΝΔ καταγράψει απώλειες και πετύχει ένα καθαρό ποσοστό 39%-39,5%, ο στόχος για την επιδιωκόμενη «βάση» των 160 βουλευτών θα είναι εφικτός μόνον εφόσον το αθροιστικό ποσοστό των εκτός Βουλής κομμάτων κινηθεί αρκετά ψηλά, γύρω στο 11%-12%. Αντίθετα, εάν το ποσοστό της κεντροδεξιάς παράταξης έχει και αυτή τη φορά μπροστά τον αριθμό «4», εάν δηλαδή κινηθεί ακριβώς στις επιδόσεις του Μαΐου, ο στόχος των 160 εδρών θα επιτευχθεί ακόμα και στην περίπτωση που τα εκτός Βουλής συγκεντρώσουν συνολικά 8%-9%. Προφανώς για τη ΝΔ όλα θα είναι πιο εύκολα εφόσον μπορέσει να… στρογγυλοποιήσει προς τα πάνω το αποτέλεσμα του Μαΐου (το 40,79%), καταγράφοντας επιδόσεις από 41% και άνω.
Είναι σαφές ότι το πρώτο κόμμα ελπίζει για τον τέλειο συνδυασμό ενός καλού καθαρού ποσοστού και ενός όσο το δυνατόν μεγαλύτερου ποσοστού κομμάτων τα οποία δεν θα φτάσουν στο κατώφλι του 3% για είσοδό τους στη Βουλή. Στις πέντε τελευταίες εκλογικές αναμετρήσεις το άθροισμα των ποσοστών από τα κόμματα που είχαν μείνει εκτός Βουλής είχε ως εξής: 6% τον Ιούνιο του 2012, 9% τον Ιανουάριο του 2015, 6% τον Σεπτέμβριο του 2015, 8% τον Ιούλιο του 2019 και 16% στην κάλπη της απλής αναλογικής τον Μάιο του 2023. Με βάση αυτά, δημιουργείται για την τελευταία δεκαετία ένας μέσος όρος στο 9%. Σε μια υπόθεση εργασίας που αυτό το ποσοστό αναδεικνυόταν το βράδυ της Κυριακής 25 Ιουνίου, η ΝΔ θα είχε ανάγκη να πετύχει η ίδια τον… καύσωνα (το 40άρι κοινώς και όχι λιγότερο) στο δικό της ποσοστό ώστε να πιάσει την – κατά τον Μητσοτάκη – «ασφαλή αυτοδυναμία».