Από το εκλογικό βράδυ στην ατζέντα του δημόσιου διαλόγου έχει ξαναμπεί η Ακροδεξιά. Δεν θα μπορούσε να γίνει αλλιώς. Ενα κόμμα που δεν έκρυψε τους «δεσμούς» του με τον καταδικασμένο για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης πρώην χρυσαυγίτη θα βρίσκεται στα έδρανα της Βουλής. Ωστόσο, η απόπειρα αυτού του είδους των ακραίων να επιστρέψουν στο κέντρο της πολιτικής σκηνής δεν είναι μόνο ελληνικό φαινόμενο.
Την ίδια μέρα, την Κυριακή, στη Γερμανία εκλέχθηκε ο πρώτος ακροδεξιός διοικητής περιφέρειας. Το Ζόνεμπεργκ της Θουριγγίας έδωσε το 52,8% των ψήφων του στον υποψήφιο της Εναλλακτικής για τη Γερμανία (AfD), ενώ ο αντίπαλός του από το CDU, τον οποίο στήριξαν όλα τα υπόλοιπα κόμματα – ακόμη και της Αριστεράς – πήρε το 47,2%. Οι γερμανοί ακροδεξιοί αγγίζουν σε κάποια γκάλοπ τo 20%, απειλώντας το κυβερνών SPD που βρίσκεται δημοσκοπικά στη δεύτερη θέση.
Η επανεμφάνιση της Ακροδεξιάς είναι πανευρωπαϊκό πρόβλημα. Εκπρόσωποί της συμμετέχουν στη νέα φινλανδική κυβέρνηση. Στην Ισπανία το Λαϊκό Κόμμα συνεργάζεται με το ακροδεξιό Vox σε τοπικό επίπεδο. Στην Ιταλία κυβερνάει η Μελόνι. Οι παροικούντες το Ευρωκοινοβούλιο στις Βρυξέλλες ανησυχούν ότι η ρητορική τους θα δώσει τον τόνο σε κρίσιμα θέματα όπως το Μεταναστευτικό στην προεκλογική περίοδο των ευρωεκλογών.
Η Ευρώπη, λοιπόν, καλείται να το διαχειριστεί προτού ο κίνδυνος μεγαλώσει κι άλλο. Πρέπει επιτέλους να καταλάβουν οι ηγεσίες της τις βαθύτερες αιτίες της ανόδου των ακροδεξιών και να τις καταπολεμήσουν.